Η σκηνοθέτρια της παράστασης «Φιλική Εταιρεία. Η αδελφότητα πίσω από την επανάσταση», Ιόλη Ανδρεάδη, μιλάει στο Docville του Documento
Τα «Αποµνηµονεύµατα» του Εµµανουήλ Ξάνθου σε µια παλιά βίπερ έκδοση στάθηκαν οδηγός για την Ιόλη Ανδρεάδη και τον Αρη Ασπρούλη ώστε να δηµιουργήσουν ένα ιδιαίτερο κείµενο που προσεγγίζει την Επανάσταση του 1821 µε έναν τρόπο µάλλον ερωτικό. Η παράσταση «Φιλική εταιρεία. Η αδελφότητα πίσω από την επανάσταση» φέρνει στο προσκήνιο τους Φιλικούς και τον «ιερό έρωτά» τους για την πατρίδα, όπως έγραψε ο Υψηλάντης. Φέρνει στο προσκήνιο ανθρώπους απτούς, ευάλωτους και ατελείς και αυτό κάνει το έργο της Ι. Ανδρεάδη ζωντανό και επίκαιρο.
Με µια εξαιρετική οµάδα ηθοποιών (Νεφέλη Κουρή, ∆έσποινα Σαραφείδου Αγησίλαος Μικελάτος, Κώστας Νικούλι) η παράσταση θα ταξιδέψει σε πόλεις της Ελλάδας αλλά και εκτός συνόρων, στο θέατρο The Tank στη Νέα Υόρκη τον Απρίλιο του 2022.
Όταν σκεφτήκατε να ασχοληθείτε δραµατουργικά µε την Επανάσταση του 1821 τι ήταν αυτό που σας οδήγησε να επικεντρωθείτε στους Φιλικούς;
Η ιδέα και η πρωτοβουλία ανήκουν στην Αλεξάνδρα Ράπτη, τη διευθύντρια του Πολιτιστικού Ιδρύµατος Οµίλου Πειραιώς. Όταν µας ανέθεσε πριν από δύο χρόνια την πραγµατοποίηση µιας έρευνας που θα κατέληγε στη συγγραφή ενός πρωτότυπου θεατρικού έργου και στο ανέβασµά του µε σκοπό να ενταχτεί στο πλαίσιο των επετειακών δράσεων της Τράπεζας Πειραιώς για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, πρότεινε να εστιάσουµε στη Φιλική Εταιρεία.
Συµφωνήσαµε –τόσο ο Αρης Ασπρούλης όσο και εγώ αµέσως– καθώς το πέπλο µυστηρίου που καλύπτει όλες τις επίσηµες αφηγήσεις γύρω από αυτή την οργάνωση παρουσιάζει τεράστιο ενδιαφέρον και ερευνητικά και θεατρικά. Μοιάζει παράδοξο, αλλά είναι περισσότερα αυτά που δεν γνωρίζουµε για τη δράση της Φιλικής Εταιρείας από αυτά που γνωρίζουµε. Αλλωστε αυτό αποτέλεσε και µια από τις βασικές επιδιώξεις της οργάνωσης.
Μέσα από ποια κείµενα υλοποιήσατε την έρευνά σας;
Κεντρική πηγή αποτέλεσαν τα «Αποµνηµονεύµατα» του Ξάνθου σε µια παλιά βίπερ έκδοση άγνωστης χρονολογίας. Το µαγικό αυτό βιβλιαράκι συµπυκνώνει όλο το «κάτω κείµενο» της προετοιµασίας της επανάστασης. Επιστολές αγωνιστών, διάλογοι, συναντήσεις, στοχασµοί, δισταγµοί, πάθος, απογοητεύσεις και µελαγχολία… πολλή µελαγχολία. Από εκεί και πέρα µια σειρά από σπουδαία επιστηµονικά βιβλία και άρθρα πλαισίωσε την έρευνά µας, µας ενίσχυσε την τεκµηρίωση ή την αµφιβολία όταν αυτό χρειάστηκε, αλλά σηµατωρός στην προσπάθεια αυτή παραµένει ο θησαυρός ενός µικρού βίπερ.
Κατά τη διαδικασία συγγραφής του θεατρικού κειµένου είχατε τον φόβο µην ολισθήσετε σε φολκλόρ ή στερεοτυπικές αναπαραστάσεις;
Όχι, σε κανένα σηµείο. Γιατί ο βασικός λόγος που αποφασίσαµε να εµπλακούµε σε αυτήν τη διαδικασία και να διεισδύσουµε σε αυτό το σύµπαν ήταν να επιχειρήσουµε να αναδείξουµε ότι ο στερεοτυπικός και φολκλόρ τρόπος προσέγγισης δεν είναι ο µόνος. Μπορεί να είναι ο κυρίαρχος αλλά δεν είναι ο µόνος. Η Ελληνική Επανάσταση είναι ένα τόσο σπουδαίο, τόσο πολυδιάστατο κοινωνικό και ιστορικό φαινόµενο. Και όταν όλο το σύστηµα πρόσληψης –ιστορία, εκπαίδευση, τέχνες– µε το οποίο έχουµε γαλουχηθεί είναι γεµάτο από στερεοτυπικές αναπαραστάσεις περί αυτού, τότε 200 χρόνια µετά τι µας µένει; Να διώξουµε αυτό τον καπνό και να πάµε πιο βαθιά. Εκεί που γεννιέται ο έρωτας για την κοινωνική αλλαγή, εκεί που σµιλεύεται η απόφαση της αυτοθυσίας του ενός για την ελευθερία των πολλών. Αποφασίσαµε ότι αυτό µας συγκινεί και γι’ αυτό θα µιλήσουµε.
Στο έργο σας έρχεστε αντιµέτωποι µε ιστορικές προσωπικότητες που έχουν καταγραφεί ως ήρωες στην εθνική συνείδηση των Ελλήνων. Εσείς προσπαθήσατε να τους «εξανθρωπίσετε» προτάσσοντας τους φόβους, τα πάθη, τις αµφιβολίες τους. Τι θέλατε να πετύχετε µε αυτό;
Μας ενδιέφερε να φέρουµε στο προσκήνιο τις αφώτιστες ρωγµές αυτών των ανθρώπων. Εχουµε συνηθίσει να µαθαίνουµε κατορθώµατα, ηµεροµηνίες, τόπους, αριθµούς, µάχες, δράσεις, αποφάσεις – αλλά σπάνια µιλάµε για κίνητρα, για µαταιώσεις, για όνειρα και απογοητεύσεις. Η συγκίνηση που εµείς οι ίδιοι νιώσαµε όταν ανακαλύψαµε µέσα από την έρευνα τις ρωγµές τους µάς ώθησε στην απόφαση να δηµιουργήσουµε ένα κείµενο βασισµένο σχεδόν εξ ολοκλήρου πάνω σε αυτές. Και εµένα να σκηνοθετήσω µια παράσταση που θα αναδείκνυε ακριβώς αυτό το άµεσο συναίσθηµα της συγκίνησης που προκαλείται όταν ένας άνθρωπος απογυµνώνεται από τον καθωσπρεπισµό της ηρωικής φιγούρας. Και είναι βαθύ το αίσθηµα της πληρότητας που νιώθω όταν βλέπω σήµερα στις παραστάσεις τη συγκίνηση αυτή να µεταφέρεται από τη σκηνή στην πλατεία.
Μαρία Κίτσου: «Το δώρο του έρωτα δεν εκτιμάται σήμερα» [Συνέντευξη]
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, μπορεί να ήταν νέος, τολμηρός, ατρόμητος αλλά πολλά ιστορικά στοιχεία μας δείχνουν ότι χαρακτηρίζεται από μια εγωμανία. Εάν όντως εντοπίσατε όχι τόσο κολακευτικά στοιχεία τους, προτιμήσατε να τα παραλείψετε;
«Ο αρχηγός πρέπει να είναι νέος, τολμηρός, ατρόμητος – να μπορεί να πάρει τα πράγματα προσωπικά» είναι μια φράση του κειμένου που λέει ο Τσακάλωφ, ο ‘μικρός’ της οργάνωσης, εκφράζοντας την επιθυμία του σχετικά με τα χαρακτηριστικά του φανταστικού αρχηγού της Φιλικής Εταιρείας που ακόμα δεν υπάρχει. Για να του απαντήσει αμέσως μετά ο Ξάνθος -ο γηραιότερος της Φιλικής Εταιρείας- «ο αρχηγός πρέπει να είναι έξυπνος, συνετός, διπλωμάτης – να ξέρει να ελίσσεται», εκφράζοντας αντίστοιχα τη δική του επιθυμία επί του θέματος. Ουσιαστικά ο διάλογος αυτός, με τον οποίο ξεκινάει και το έργο μας, δεν αφορά σε ιδιότητες που αποδίδουμε στον Αλέξανδρο Υψηλάντη, αλλά σε επιθυμίες των Ξάνθου και Τσακάλωφ, τις οποίες χρησιμοποιούμε ώστε να συστήσουμε στο κοινό τη δική τους ψυχοσύνθεση – και όχι του επερχόμενου αρχηγού.
Από εκεί και πέρα, διαβάζοντας πολλές επιστολές και προκηρύξεις που συνέταξε ο ίδιος ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, αλλά και διαλόγους που διασώζονται, τολμώ να πω ότι τα στοιχεία που συναντήσαμε έδειξαν έναν χαρακτήρα ρομαντικό, παθιασμένο, γκροτέσκο, πυρετώδη, πολλές φορές ονειροπαρμένο και συχνά παραπονετικό – αλλά όχι εγωμανή. Το πρωτογενές υλικό, το να φτάσεις δηλαδή σε όσα το ίδιο το ιστορικό πρόσωπο έλεγε και έγραφε, παρά σε όσα οι κατά καιρούς αναλύσεις τού προσάπτουν, προσφέρει πιθανόν μια πιο αδιαμεσολάβητη εικόνα. Και δεν υπάρχουν στοιχεία των ηρώων που να παραλείψαμε, επειδή δεν ήταν κολακευτικά. Αντιθέτως, τα μη κολακευτικά στοιχεία ήταν αυτά που μας συγκίνησαν, που ανέδειξαν τις ρωγμές τους. Ο Σκουφάς αναφέρεται στο έργο μας ως «αποτυχημένος υπαλληλάκος», ο Ξάνθος ως «στιγματισμένος» και για τον Τσακάλωφ υπονοείται ότι είναι ο δολοφόνος του προδότη φιλικού Νικολάου Γαλάτη – κάτι που τον βαραίνει για όλη του τη ζωή.
Ορίζετε τον «ιερό έρωτα» ως κινητήρια δύναµη και εφαλτήριο των ανθρώπων αυτών που δέχονται να ριχτούν µε πάθος στον Αγώνα για την Απελευθέρωση. «Ολων αι καρδίαι καταφλέγονται από τον προς την πατρίδα ιερόν έρωτα» έγραψε ο Υψηλάντης και αυτή η φράση πυροδότησε το έργο σας. Μιλήστε µου γι’ αυτό.
Η φράση αυτή ουσιαστικά ήταν που µας ξεκλείδωσε το ερµηνευτικό πλαίσιο µες στο οποίο θα χτίζαµε τους σκηνικούς χαρακτήρες του έργου. Η επανάσταση ήταν ένα τόλµηµα παράλογο, παράτολµο. Κανείς δεν ήξερε αν θα πετύχει. Ποια θα είναι τα αποτελέσµατα. Τι θα φέρει η επόµενη ηµέρα. Κι όµως, οι άνθρωποι πολεµούσαν και οδηγούνταν στον θάνατο και στην καταστροφή συνεπαρµένοι από την ιδέα της ελευθερίας. Αυτή είναι µια συνθήκη βαθιά ερωτική.
«Η Επανάσταση είχε πετύχει, η Εταιρεία όµως είχε αποτύχει» λέει κάποια στιγµή του έργου ο Ξανθός. Γιατί αισθάνεται ότι απέτυχε η εταιρεία όταν σκοπός της ήταν το ξέσπασµα και η ευόδωση της επανάστασης;
Σκοπός της εταιρείας ήταν η απελευθέρωση των καταπιεσµένων από τους καταπιεστές τους και η αδελφοσύνη των εξεγερµένων. Αυτό οι Φιλικοί διαπίστωσαν πολύ σύντοµα ότι δεν συνέβη µε την επανάσταση. Οσοι κατείχαν προνοµιακή θέση επί οθωµανοκρατίας συνέχισαν να την απολαµβάνουν και µετά, µες στην πολιτική και θεσµική ζωή του ανεξάρτητου κράτους. Αντιθέτως, εκείνοι που αγωνίστηκαν µε κάθε κόστος για την ελευθερία είτε εξοστρακίστηκαν είτε δολοφονήθηκαν είτε λοιδορήθηκαν για το υπόλοιπο της ζωής τους είτε πέθαναν σε βαθιά ένδεια.
Τα λόγια µε τα οποία κλείνει ο µονόλογος του Τσακάλωφ στο έργο νοµίζω περιέχουν την απάντηση: «Η αγιότητα των αρχών πάνω στις οποίες χτίσαµε την Εταιρεία σε καιρό πολέµου δεν φανταζόµουν ποτέ ότι θα έσβηνε τόσο γρήγορα εν καιρώ ειρήνης. Στην πολιτική δεν υπάρχει χώρος για αδελφοσύνη. Ούτε για ιδέες. Πήρα –κυριολεκτικά στην πλάτη– το παράσηµό µου: τρεις απόπειρες δολοφονίας εναντίον µου. Kαι το 1832 αποχώρησα για πάντα και πήγα και έσβησα ειρηνικά στη Μόσχα, χωρίς να κοιτάξω πίσω ποτέ. Πολιτικός δεν ήµουν. Τόπο στον τόπο µου δεν είχα. Εγώ είχα δώσει τον δικό µου όρκο».
Μπέτυ Αρβανίτη: “Δεν μπορώ να δώσω άφεση αμαρτιών στους ναζί” [Συνέντευξη]
INF0
Μουσείο Μετάξης, Σουφλί 4/8,
Μουσείο Μαστίχας Χίου 9/8,
Μουσείο Βιομηχανικής Ελαιουργίας Λέσβου 11/8,
Ιστορικό Αρχείο ΠΙΟΠ, Ταύρος, Αθήνα 3 & 6/9
*H συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Documento την 1/8/2021