ΙΝΕ ΓΣΕΕ: Κάθε πέρσι και καλύτερα για την εργασία στην Ελλάδα

Τη δραματική επιδείνωση της θέσης των εργαζομένων από το 2010 μέχρι σήμερα σε όρους μέσου και κατώτερου μισθού, υπερεργασίας, εργασίας τα Σαββατοκύριακα, αγοραστικής δύναμης, κάλυψης από συλλογικές συμβάσεις και επισφάλειας στην εργασία, κατέγραψε η ετήσια έκθεση για την οικονομία και την εργασία του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ.  

Όπως ανέφερε η έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ που δόθηκε στη δημοσιότητα την περασμένη Παρασκευή, η Ελλάδα έχει τη χειρότερη επίδοση ως προς την ποιότητα της απασχόλησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ταυτόχρονα έχει καταγράψει το υψηλότερο ποσοστό υποβάθμισης της εργασίας σε σχέση με το 2010.

Ο δείκτης ποιότητας της απασχόλησης της Συνομοσπονδίας των Ευρωπαϊκών Εργατικών Συνδικάτων, που ενσωματώνει βασικούς δείκτες/στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ, εμφάνισε το 2019 τη χώρα μας στην τελευταία θέση ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Επιπλέον, ήταν το μόνο κράτος-μέλος που παρουσίασε τόσο μεγάλη πτώση στον δείκτη ποιότητας της απασχόλησης. Συγκεκριμένα, μεταξύ 2010 και 2019 ο δείκτης μειώθηκε στην Ελλάδα κατά 11,45%, στην Πορτογαλία κατά 3,21%, στην Κύπρο κατά 1,96% ενώ σε όλα τα υπόλοιπα κράτη-μέλη υπήρξε βελτίωση.

Πρωτιά στην υπερεργασία στην ΕΕ

Ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους η ποιότητα της απασχόλησης είναι τόσο χαμηλή στην Ελλάδα έχει να κάνει με τον εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας. Η διάρκεια της τυπικής εβδομαδιαίας εργασίας είναι η υψηλότερη στην ΕΕ και η τρίτη υψηλότερη αν συνυπολογίσουμε την Τουρκία, το Μαυροβούνιο, τη Σερβία και τη Βόρεια Μακεδονία. Παράλληλα, αναφέρει η έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, η Ελλάδα έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό απασχολουμένων που εργάζονται με παρατεταμένο ωράριο, δηλαδή από 49 ώρες και άνω, μετά την Τουρκία, και το υψηλότερο ποσοστό μισθωτών στην ΕΕ που εργάζονται Σάββατο και Κυριακή. Η διευρυμένη χρήση υπερεργασίας φέρνει την αγορά εργασίας της Ελλάδας πιο κοντά στο πρότυπο των βαλκανικών χωρών, αναδεικνύοντας το αναπτυξιακό χάσμα της με τις χώρες της Ευρωζώνης.

Μείωση μέσου μισθού σε σχέση με το 2010

Η Ελλάδα υπήρξε επίσης το μοναδικό κράτος-μέλος της ΕΕ στο οποίο ο μέσος μισθός μειώθηκε σε σχέση με το 2010, ενώ κατά τη διάρκεια της πανδημίας υπήρξε περαιτέρω επιδείνωσή του (πτώση 11% κατά τον πρώτο χρόνο της πανδημίας το 2020). Η απόκλιση του μέσου μισθού από αυτόν του μέσου όρου της Ευρωζώνης είναι ακόμα πιο σημαντική αν συνυπολογιστεί ότι στα κράτη-μέλη της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων υπάρχει ισχυρή σύγκλιση, γεγονός που καθιστά την Ελλάδα μια ειδική περίπτωση παλινδρόμησης της κοινωνικής ευημερίας.

Ειδική περίπτωση παλινδρόμησης της κοινωνικής ευημερίας

Η Ελλάδα είναι επίσης το μόνο κράτος-μέλος στο οποίο για το ίδιο διάστημα υπήρξε απώλεια της αγοραστικής δύναμης του μέσου μισθού και ταυτόχρονα του κατώτατου μισθού. Οι εξελίξεις αυτές φέρνουν την αγοραστική δύναμη των μισθωτών πιο κοντά στην αντίστοιχη των μισθωτών στα κράτη-μέλη της ανατολικής Ευρώπης. Το ίδιο ισχύει και για το ποσοστό κάλυψης των συλλογικών διαπραγματεύσεων, το οποίο αποκλίνει σημαντικά από τα ισχύοντα στη βόρεια, την κεντρική και τη δυτική Ευρώπη. Ο κατώτατος μισθός βρίσκεται κάτω από το όριο της απόλυτης φτώχειας.

Βαρύτατες υπήρξαν τέλος, οι επιπτώσεις της πανδημίας στους εργαζομένους, σημειώνει η έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, καθώς οδήγησαν σε άνευ προηγουμένου μειώσεις του χρόνου εργασίας οι οποίες αύξησαν δραματικά την επισφάλεια πολλών θέσεων εργασίας. «Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι όλα τα ευρήματά μας για τα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα δείχνουν ότι αυτή απέχει σημαντικά από το να εξασφαλίσει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης και απασχόλησης στους εργαζομένους», τονίζεται στην έκθεση.

Αύξηση κατά 160 χιλ. των οικονομικά ανενεργών

Ειδικώς το τέταρτο τρίμηνο του 2020, που υιοθετήθηκαν εκτεταμένα περιοριστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας, υπήρξε μια παράλληλη μείωση της απασχόλησης και της ανεργίας, λόγω της αύξησης του αριθμού των ατόμων σε αναστολή εργασίας και ο αριθμός των οικονομικά μη ενεργών εκτινάχθηκε, με τη διαφορά σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019 να υπερβαίνει τα 160 χιλ. άτομα. «Τα ποσοστά ανεργίας και υποαπασχόλησης του εργατικού δυναμικού είναι από τα υψηλότερα στην Ευρωζώνη (ελαφρώς χαμηλότερα από τα αντίστοιχα της Ισπανίας). Το ίδιο ισχύει για το ποσοστό απασχόλησης, το οποίο είναι πολύ χαμηλό ως προς τον μέσο όρο της Ευρωζώνης αλλά και ως προς τους στόχους της Ατζέντας Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ», τονίζεται στην έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ.

Το ΙΝΕ ΓΣΕΕ ζητά αύξηση κατώτατου μισθού και προστασία εργασιακών δικαιωμάτων

Κλείνοντας την έκθεσή το ΙΝΕ ΓΣΕΕ, επαναφέρει την πρότασή του για ουσιαστική αύξηση του κατώτατου μισθού και άμεση επαναφορά του στα 751 ευρώ, δηλαδή στα επίπεδα του 2010,  καθώς και για την προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων, των οποίων την τελική κατάλυση επιχειρεί η κυβέρνηση της ΝΔ με τον νέο της εργατικό κώδικα. «Ρόλο κλειδί στην ανάκαμψη της οικονομίας το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα έχει η ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών. Για να συμβεί αυτό, είναι αναγκαία η δέσμευση της οικονομικής πολιτικής στην αύξηση της παραγωγικής και της ποιοτικής απασχόλησης και στη θεσμοθέτηση ενός κατώτατου μισθού αξιοπρεπούς κατώτατου μισθού.

Είναι επίσης πολύ σημαντικό να προστατευτούν θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα σχετικά με τα νόμιμα και τα ανώτατα όρια του χρόνου εργασίας, την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία, την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων εργασίας. Η καθυστέρηση όσον αφορά την πλήρη ανάκαμψη της απασχόλησης και των εισοδημάτων θα επιβραδύνει τη δυναμική που θα επιφέρει η απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας», καταλήγει η ετήσια έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ.

Ετικέτες