Ετσι έγινε. Ηρθε στη Γη να διδάξει με τον λόγο και την πράξη του το δικαίωμα όλων στο ψωμί, στην ελευθερία και τη δικαιοσύνη. Αγάπησε αλλά και πάλεψε με όλες του τις δυνάμεις. Πέταξε έξω από τον ναό με το μαστίγιο τους εμπόρους. Εστρεψε την οργή του –ουαί υμίν– στους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, τους υποκριτές και τους ελάχιστους που εκμεταλλεύονται τον μόχθο αλλά και την πίστη των πολλών. Γονάτισε μπροστά στη Μαγδαληνή, για να πλύνει τα πόδια της γυναίκας, άγγιξε απαλά με το χάδι του τα παιδιά, υπερασπίστηκε τον μισητό ξένο, τον καλό Σαμαρείτη. Και τον πότισαν οι εξουσιαστές ψυχών και σωμάτων χολή και όξος, του φόρεσαν ακάνθινο στεφάνι, τον κρέμασαν επί ξύλου.
Οι εξουσιαστές, ναι. Οι άπληστοι που ευκολότερα περνάει η κάμηλος από την τρύπα της βελόνας παρά εκείνοι από τη μεγάλη πόρτα της αγάπης. Οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι που ορκίζονται στον λόγο και τον νόμο του Θεού, αλλά πάνω απ’ όλα βάζουν την κοιλιά και την εξουσία τους. Και όταν εκείνος αμφισβήτησε την εξουσία της κοιλιάς τους και την κοιλιά της εξουσίας τους, εκείνοι τον συκοφάντησαν και τον παρέδωσαν στη φονική άγνοια του όχλου και στις λόγχες των Ρωμαίων. Με τα τριάντα αργύρια αγόρασαν τη συνείδηση του Ιούδα για να τους τον παραδώσει. Και να παγώσουν έτσι κάθε ελπίδα, κάθε προσδοκία, κάθε πνοή ελευθερίας, κάθε δυνατότητα να αλλάξουμε τον κόσμο στα μέτρα των ονείρων μας.
Κάθε μέρα τον σταυρώνουν στο πρόσωπο όσων εκμεταλλεύονται και εξαπατούν. Ετσι που ο κόσμος μας να μην είναι κατ’ εικόνα και ομοίωσή του. Αλλά κατ’ εικόνα και ομοίωση του Αννα, του Καϊάφα και των Ρωμαίων τους. Η δικαιοσύνη όμως που υπήρξε το σώμα και το αίμα του σταυρώνεται και ανασταίνεται. Πάλι και πάλι. Δεν πεθαίνει όσο ζουν οι άνθρωποι
Αυτό κάνουν και σήμερα. Κάθε μέρα τον σταυρώνουν στο πρόσωπο όσων εκμεταλλεύονται και εξαπατούν. Κάθε μέρα επαναλαμβάνουν την υποκρισία τους, γονυκλισίες και εκμετάλλευση, λιβάνι και δεσμά, δοξαστικά και ικρίωμα. Εχουν ανακηρύξει ιερή την ατομική ιδιοκτησία που μίσησε. Δικαίωμα τους δύο χιτώνες, που είπε να μοιράσουν. Δικά τους όλα τα ψωμιά του γάμου της Κανά. Εκτός νόμου τους φτωχούς που αγάπησε. Και υπεράνω του νόμου την απληστία που κατήγγειλε. Ετσι που ο κόσμος μας να μην είναι κατ’ εικόνα και ομοίωσή του. Αλλά κατ’ εικόνα και ομοίωση του Αννα, του Καϊάφα και των Ρωμαίων τους. Των εμπόρων που λυμαίνονται τον ναό της δικαιοσύνης μας.
Η δικαιοσύνη όμως που υπήρξε το σώμα και το αίμα του σταυρώνεται και ανασταίνεται. Πάλι και πάλι. Δεν πεθαίνει όσο ζουν οι άνθρωποι. Το δακτυλικό της αποτύπωμα το αναγνωρίζουμε στα οδοφράγματα του Παρισιού, τα χειμερινά ανάκτορα της Πετρούπολης, στη μάχη της Μαδρίτης, στον Δεκέμβρη της Αθήνας. Ο δικός της σφυγμός δίνει ζωή στον πόλεμο κατά της απληστίας, των τεράτων του χρήματος, των τραπεζών και των funds που θυσιάζουν εκατομμύρια ζωές εν ονόματι των κερδών τους. Και σ’ αυτή την αναμέτρηση, όσο κι αν προσπαθούν να τον φέρουν στα μέτρα του καθεστώτος τους, αυτός βρίσκεται στις δικές μας γραμμές: ο Ιησούς, ένας δικός μας!