Ιδιωτικά βίτσια, δημόσιες αρετές

Ιδιωτικά βίτσια, δημόσιες αρετές

Οσοι παρακολούθησαν το περασμένο καλοκαίρι την παράσταση «Πέρσες» στην Επίδαυρο διαθέτουν το προνόμιο να κατανοήσουν σε βάθος τα τεκταινόμενα στον θεατρικό χώρο, με αποκορύφωμα όσα έρχονται στο φως για τον τέως διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου.

Ο Αισχύλος δεν προσεγγίζει τη ναυμαχία της Σαλαμίνας ως ιστορικός για να ανακρούσει ένα επινίκιο σάλπισμα για τον θρίαμβο των Ελλήνων. Επιλέγει τη ματιά του φιλόσοφου που στοχάζεται πάνω στα όρια της δύναμης και της εξουσίας, καθώς και στην έννοια της ύβρεως που διασαλεύει την ηθική τάξη. «Οταν ανθίζει η ύβρις μεστώνει το στάχυ της πλάνης και τότε θερίζεις θέρος δακρύων» προειδοποιεί το φάντασμα του Δαρείου που ανεβαίνει στον πάνω κόσμο για να αποκαταστήσει την κοσμολογική ισορροπία.

Ο Λιγνάδης αντίθετα ταυτίστηκε με την αλαζονεία του Ξέρξη, παραβλέποντας ότι το πέπλο προστασίας που του είχαν απλώσει οι ισχυροί προστάτες του μπορεί από τη μια στιγμή στην άλλη να γίνει σουρωτήρι από τις καταγγελίες και τα εις βάρος του δημοσιεύματα.

Αν ωστόσο η άνοδος και η πτώση, η δόξα και το όνειδος, τα εξαίσια και τα χαμερπή προσιδιάζουν σε τραγικό ήρωα, η διαχείριση της υπόθεσης από την προϊσταμένη του Λίνα Μενδώνη παραπέμπουν στην ταύτιση με την πολιτική και πελατειακή παθογένεια. Δεν φτάνει που τον διόρισε χωρίς διαγωνισμό αλλά με κριτήριο τον καριερίστικο αμοραλισμό και τα ιδιωτικά βίτσια που γίνονται δημόσιες αρετές, αλλά μάλλον δεν έχει ακουστά και τη θεωρία του Παβλόφ για τα γρήγορα αντανακλαστικά. Οσο οι ψίθυροι μετατρέπονταν σε κραυγές εκείνη συμπεριφέρθηκε σαν τους ζηλωτές κάθε κομματικής σέχτας, που συγκαλύπτει και απεκδύεται των

ευθυνών της, φορώντας τον μανδύα μιας νομικίστικης αμεροληψίας. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που ευθυγραμμίζεται με την οίηση του Ξέρξη, χωρίς να νοιάζεται πραγματικά για τον πολιτισμό. Οι Μυκήνες δεν κάηκαν, απλώς τσουρουφλίστηκαν˙ η Ακρόπολη δεν τσιμεντώθηκε απλώς ευαισθητοποιήθηκε, για τα ΑμεΑ˙ είναι θρασύς ο Ξαρχάκος και οι καλλιτέχνες που ζητούν μέτρα στήριξης. Στο μεταξύ παραμένει ακέφαλο το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και τσιμουδιά για διεθνή διαγωνισμό. Η υπουργός Πολιτισμού μόλις με ενάμιση χρόνο θητείας κατάφερε να κολλήσει πολύ περισσότερα ένσημα αποτυχίας ακόμη και από τον μακροβιότερο ομόλογό της Ευάγγελο Βενιζέλο. Πέτυχε όμως την περιβόητη εξωστρέφεια, αφού την προηγούμενη βδομάδα και οι «New York Times» ασχολήθηκαν με τους λανθασμένους χειρισμούς της.

Το αποκαρδιωτικό εύρημα σε πρόσφατη έρευνα της Prorata είναι ότι το 90% των ερωτηθέντων πιστεύει πως δεν θα δικαιωθούν δικαστικά τα θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης ή κακοποίησης. Καμία ωστόσο δημοσκοπική εταιρεία δεν καταδέχτηκε να καταλήξει σε στατιστικά συμπεράσματα αν είναι περισσότερες οι καταγγελίες ή οι φωνές από τον καλλιτεχνικό χώρο που αναμεταδίδουν το σύνθημα «Μενδώνη, παραιτήσου».

«Και πια επεμβαίνει ο Δίας τιμωρός στους υπερφίαλους συλλογισμούς και πράξεις των ανθρώπων» γράφει ο Αισχύλος. Ας ελπίσουμε ότι ο εισαγγελέας που θα αντικαταστήσει τον Δία θα έχει διαβάσει Μοντεσκιέ και θα ξέρει τη διάκριση μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας. Διαφορετικά, ο κόσμος δεν θα τελειώσει με έναν λυγμό αλλά μ’ ένα αμήχανο γέλιο για την ψευδεπίγραφη δημοκρατία, ίδιας αισθητικής με το γύψινο ομοίωμα του Παρθενώνα στην παράσταση των «Περσών».

H Χρύσα Κακατσάκη είναι φιλόλογος ιστορικός Τέχνης

Documento Newsletter