Ιάσων Μαρμαράς: «Να κάνεις αυτό που σε συγκινεί χωρίς συμβιβασμούς»

Ιάσων Μαρμαράς

Ιδρυτής και µουσικός διευθυντής της Σχολής Μελωδών του Αγίου Παύλου και υπεύθυνος για το εκπαιδευτικό της πρόγραµµα και για τους µηνιαίους Αναγεννησιακούς Εσπερινούς της χορωδίας της σχολής στην Αγγλικανική Εκκλησία του Αγίου Παύλου.

Τώρα ο Ιάσων Μαρµαράς ετοιµάζεται για τη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής, όπου µε τη Σχολή Μελωδών του Αγίου Παύλου θα ερµηνεύσουν τους «Θρήνους του προφήτη Ιερεµία».

Ποια είναι η προσωπική σας διαδροµή στον χώρο της µουσικής;

Αρχισα µικρός το πιάνο και είχα την τύχη να κάνω µάθηµα µε τον Γιώργο Πατεράκη στο Κλασσικό Ωδείο Χολαργού. Εκεί δίδασκε ιστορία της µουσικής ο κιθαρίστας και θεορβίστας Νίκος Παναγιωτίδης. Μέσω του Νίκου ήρθα σε επαφή µε το τσέµπαλο, µε το µπάσο κοντίνουο και γενικότερα µε το ρεύµα της παλαιάς µουσικής, το οποίο µε µάγεψε από την πρώτη στιγµή. Μετά τα πρώτα µαθήµατα τσέµπαλου µε τη ∆άφνη Κοκκώνη έφυγα για το Βασιλικό Κονσερβατόριο της Χάγης στην Ολλανδία, όπου σπούδασα τσέµπαλο µε τον Φάµπιο Μπονιτσόνι και αργότερα µε τον Τον Κόουπµαν, καθώς και µπαρόκ τραγούδι µε τους Μάικλ Τσανς, Τζιλ Φέλντµαν, Πέιτερ Κόι.

Εµεινα έκπληκτος όταν ανακάλυψα τους Αναγεννησιακούς Εσπερινούς στην Αγγλικανική Εκκλησία του Αγίου Παύλου. Θα θέλατε να µας µιλήσετε γι’ αυτούς και για το έργο που επιτελείτε εκεί µε τους Cantores Sancti Pauli;

Η κύρια έµπνευσή µου για το εγχείρηµα της Scholae Cantorum προήλθε από δύο πηγές: µία εβδοµάδα µαθητείας στο καλοκαιρινό εργαστήρι της Cappellae Pratensis, όπου ήρθα για πρώτη φορά σε ουσιαστική επαφή µε την αναγεννησιακή σηµειογραφία, και µερικούς µήνες µαθητείας ως βοηθός του Μάικλ Χέντλι, µουσικού διευθυντή του καθολικού ναού του Αγ. Νικολάου στο Αµστερνταµ, όπου διοργανώνει µηνιαίους χορωδιακούς εσπερινούς. Από τη σύµπτυξη των δύο ιδεών, της πολυφωνίας από παλαιά σηµειογραφία και της πρακτικής των εσπερινών που έχει τόσο ισχυρή θέση στην αγγλικανική παράδοση, προήλθε η Scholam Cantorum µας στην Αθήνα. Η ιδέα είναι ότι για να πλησιάσει κανείς την αναγεννησιακή χορωδιακή πρακτική –αν θέλετε, την εµπειρία του αναγεννησιακού χορωδού– θα πρέπει να τραγουδάει αυτήν τη µουσική στο πλαίσιο για το οποίο γράφτηκε: µέσα στην ακολουθία και µε τα µέσα που είχαν στη διάθεσή τους οι τότε τραγουδιστές, τις πάρτες της µετρικής σηµειογραφίας.

Το αποτέλεσµα είναι µαθήµατα ανάγνωσης αναγεννησιακής σηµειογραφίας αλλά και γενικά της θεωρίας και πράξης της αναγεννησιακής µουσικής (Collegium Sancti Pauli), µια χορωδία που ασχολείται κατά κύριο λόγο µε τους εσπερινούς (Cappella Sancti Pauli) και ένα σχήµα των πιο πεπειραµένων και ικανών µελών µας που τραγουδούν στις συναυλίες και ως πρωτοστάτες στους εσπερινούς µας (Cantores Sancti Pauli).

Θα ήθελα να σηµειώσω ότι οι εσπερινοί αποτελούν και πεδίο διερεύνησης ενός άλλου ενδιαφέροντός µου, της µη συναυλιακής µουσικής εµπειρίας τόσο για το κοινό όσο και για τους µουσικούς.

Ο µέσος όρος θεωρεί παράδοξο ένας µουσικός να στρέφεται στην παλαιά µουσική, την οποία απορρίπτει δίχως να έχει ακούσει. Πιστεύω ότι η ευθύνη βαρύνει κι εσάς τους ίδιους που δεν επιχειρήσατε µουσικούς «συγκρητισµούς» προκειµένου να πείσετε τον κόσµο να σας ακούσει.

Πιστεύω ότι είναι τόσο πιθανό να απορρίψει κάνεις την παλαιά µουσική χωρίς να την έχει ακούσει όσο είναι και για την κλασική µουσική γενικά. Αναφορικά µε τους µουσικούς συγκρητισµούς, σίγουρα υπάρχουν (όπως από τη L’Arpeggiata της Christina Pluhar ή, από την απέναντι όχθη, από τον Στινγκ µε τα τραγούδια του Dowland). Προσωπικά πιστεύω ότι πρέπει κανείς να κάνει στη µουσική αυτό που αγαπάει και τον συγκινεί χωρίς συµβιβασµούς και οµολογώ ότι οι συγκρητισµοί –κατά κανόνα– δεν µε συγκινούν τόσο.

«∆ίχως µνήµη δεν µπορούµε να έχουµε πολιτισµό» είπε σε µια αποστροφή των λόγων του κάποτε ο Γιόρντι Σαβάλ. Η µνήµη αυτή αφορά και τη µουσική ή µήπως κατά κύριο λόγο αφορά τη µουσική;

Σε καµία περίπτωση δεν θα έλεγα ότι η µουσική έχει προνόµιο σε σχέση µε το απόφθεγµα αυτό. Για µένα η µουσική είναι ένα µέσο για να ερχόµαστε σε επαφή µε τα λεπτότερα κοµµάτια της ψυχής µας (του ψυχισµού µας, αν θέλετε), να συγκινούµαστε σε έναν κόσµο που ίσως µας µαθαίνει ότι η εγκράτεια είναι σηµαντικότερη από την ελευθερία του συγκινείσθαι. Μπορεί κανείς να ελπίζει ότι όταν τελείται αυτή η λειτουργία της ενθαρρύνει τον πολιτισµό µε την ευρεία του έννοια.

Η παλαιά µουσική βρίσκεται έξω από τον ιστορικό χωροχρόνο του µέσου Ελληνα. Νιώθετε ότι το γρηγοριανό µέλος, ας πούµε, ή η µουσική των τροβαδούρων συνδέεται µε ένα αόρατο νήµα µε τη µουσική της καθ’ ηµάς Ανατολής;

Σίγουρα µιλάµε για παραδόσεις που προέρχονται από την ίδια αυτοκρατορία, οπότε σε κάποιο βαθµό και για κοινές ρίζες. Οσο για το βυζαντινό και το ρωµαϊκό µέλος, η δισκογραφική δουλειά του Ensemble Organum του Marcel Pérès µε τον αείµνηστο Λυκούργο Αγγελόπουλο είναι ένα εξαιρετικό σηµείο έναρξης για κάποιον που ενδιαφέρεται γι’ αυτές τις συγκρίσεις.

Ετοιµάζεστε να ερµηνεύσετε διαφορετικές µουσικές εκδοχές του κειµένου «Οι θρήνοι του προφήτη Ιερεµία», εκδοχές που δίνουν το περίγραµµα της ελισαβετιανής Αγγλίας. Θα θέλατε να µας µιλήσετε για το έργο και τη δική σας προσέγγιση;

Τα έργα –οι πεντάφωνοι θρήνοι των Τόµας Τάλις και Ρόµπερτ Ουάιτ– είναι από τα οµορφότερα του 16ου αιώνα. Το σπαρακτικό ποιητικό κείµενο περικυκλώνεται από σπαρακτικότερες διαφωνίες και την πυκνή αντίστιξη των επιφανέστερων συνθετών της Αγγλικής Μεταρρύθµισης. Η χαρακτηριστικότερη επιλογή µας είναι αυτή της ιστορικής προφοράς. Στα αγγλικά και τα αγγλολατινικά σπανίζει ακόµη και στα σοβαρότερα σύνολα αναγεννησιακής µουσικής λόγω της στρυφνότητάς της. Ωστόσο είναι ακριβώς ο ήχος που µπορεί να αποδώσει καλύτερα τον απόκοσµο θρήνο µιας Αγγλίας που σπαράζει µέσα στον διχασµό.

INFΟ

«Incipit lamentacio»

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών,

6 Μαρτίου στις 20.30

Ετικέτες