Ο Ιάσονας Ψαράκης παίζει και συνθέτει κλασική ινδική και περσική μουσική. Στην Ινδία και τη Μέση Ανατολή άλλωστε έκανε τις μουσικές σπουδές του. Πιστεύει, βέβαια, ότι βάση του υπήρξε η ευρωπαϊκή κλασική μουσική με την κιθάρα, την οποία επίσης σπούδασε από νωρίς. Με καταγωγή από την Κρήτη, γεννήθηκε και έζησε στην Αθήνα μέχρι τα 18 του και μετά έφυγε για τη Λέσβο, όπου άρχισε να πειραματίζεται με άλλα όργανα – μεταξύ αυτών και το ντιτζεριντού, το πνευστό των Αβοριγίνων. «Ο τρόπος που παίζεται το ντιτζεριντού, η διαφραγματική αναπνοή που χρησιμοποιείς, σου ανοίγει το μυαλό» μου λέει κι εγώ τον ρωτάω τι είναι αυτό που έκανε έναν νέο μουσικό αντί π.χ. να μπει σ’ ένα ροκ συγκρότημα, να στραφεί στο συγκεκριμένο είδος μουσικής. Μου απαντάει πως από πολύ μικρός παραθέριζε στη Γαύδο και στα 15 του είδε ένα σιτάρ αφημένο στην παραλία. Αρχισε να βλέπει στον ύπνο του διάφορα θαλάσσια πλάσματα, ιππόκαμπους και τρίτωνες, τα οποία ήταν υποτίθεται η ενσάρκωση των ήχων του σιτάρ. Μέσω ίντερνετ αγόρασε το πρώτο του σιτάρ, ένα πολύ δύσκολο όργανο, αφού –σύμφωνα και με τον μετρ Ραβί Σανκάρ– η μάθησή του ποτέ δεν τελειώνει. Ο Ψαράκης πήρε το σιτάρ του κι έκατσε μόνος του για ένα εξάμηνο στη Γαύδο προκειμένου να εξασκηθεί.
«Εφυγα με το σιτάρ και 30 ευρώ στην τσέπη»
Υστερα πήρε την απόφαση να πάει στην Ινδία μέσω μιας μακράς διαδρομής. «Εφυγα με το σιτάρ στην πλάτη και με 30 ευρώ στην τσέπη. Επαιζα μουσική στους δρόμους σε Τουρκία και Μέση Ανατολή. Στην Τουρκία μπήκα στις συναθροίσεις των δερβίσηδων. Tο ίδιο και στο Ιράν αργότερα, όπου αγάπησα την περσική μουσική» μου αφηγείται. Ναι μεν ακούγονται ρομαντικά όλα αυτά, αλλά πώς τη βγάζεις άφραγκος μ’ ένα όργανο στην πλάτη; Μου απαντάει πως από τη μουσική στον δρόμο όχι μόνο έβγαζε ένα καλό χαρτζιλίκι, αλλά στο τέλος κατάφερε να αγοράσει και τέσσερα άλλα όργανα. Μου εξηγεί ακόμη πως ψάχνοντας μια χορδή για σιτάρ ταξίδεψε από την Αγκυρα μέχρι το νότιο Ιράν: «Ηθελα να πάω και στο Πακιστάν, αλλά δεν μου έδιναν βίζα. Μου ζητούσαν να γυρίσω πίσω στη χώρα μου και να τους φέρω ένα χαρτί που θα έλεγε πως αν έχανα τη ζωή μου εντός Πακιστάν, θα ήταν με δική μου ευθύνη»! Ετσι, γυρνώντας στην Τουρκία ο Ψαράκης συμμετείχε το 2013 στο Mystic Music Festival, μια μάζωξη των μεγαλύτερων μουσικών δασκάλων του κόσμου. «Εκεί γνώρισα τον Ουστάντ Ασίς-Χαν, του είπα πως θέλω να αφιερωθώ στο σιτάρ κι αυτός μ’ έστειλε στην αδερφή του στην Ινδία, την Αμίνα Περέρα. Ο Ασίς-Χαν και η Περέρα είναι τα παιδιά του Αλί Ακμπαρχάν, που υπήρξε δάσκαλος του Ραβί Σανκάρ. Οσο ήμουν στη Μέση Ανατολή αντάλλαζα emails με τον Ασίς-Χαν μέχρι που πήγα και βρήκα την Περέρα στην Καλκούτα. Εκατσα δυο χρόνια μαζί της και κάναμε μαθήματα πέντε φορές τη βδομάδα επί τρεις ώρες χωρίς να την ενδιαφέρει καθόλου το οικονομικό κομμάτι. Ημουν ο μόνος ξένος ανάμεσα σε Ινδούς και έκανα μαθήματα στο σπίτι μ’ έναν αρχαίο τρόπο ινδικής διδασκαλίας που λέγεται “γκουρού μαγκουρούμα”, η δασκάλα δηλαδή είναι η μητέρα σου».
Σ’ αυτά τα τέσσερα χρόνια διαμονής του στην Ινδία ο Ψαράκης σπούδασε σε πανεπιστήμιο της Βεγγάλης ινδική παραδοσιακή μουσική με ειδίκευση στο σιτάρ. Εκανε και παρέες εκεί, αφού η κωμόπολη όπου στεγαζόταν το πανεπιστήμιο ήταν γεμάτη από Ινδούς διανοούμενους, μουσικούς, ποιητές και ζωγράφους.
Στην επικίνδυνη ζώνη της Μέσης Ανατολής
Το 2019 από την Ινδία βρέθηκε στην Αίγυπτο για μια συναυλία διοργανωμένη από τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας. Ακολούθησε μια περιοδεία στην Ελλάδα – αφορμή για να τον ρωτήσω αν όλο αυτό το διάστημα είχε την επιθυμία να μαθευτούν όσα κάνει στη χώρα του. Μου απαντάει πως ερχόταν στην Ελλάδα για συναυλίες ενόσω ζούσε στην Ινδία, αν και θεωρεί πως εξελίχθηκε σκηνικά απ’ το 2018 και μετά. Μιλάει και λίγα μπανγκλαντεσιανά, αφού αυτή η γλώσσα μιλιέται στην Καλκούτα. Στα τέλη του 2023 κυκλοφόρησε το «Astris», ένα άλμπουμ με το Iasi Ensemble που περιέχει δικές του συνθέσεις ενορχηστρωμένες από τον σημαντικό συνθέτη Νικόλα Γκίνη. Συμμετέχουν άλλοι εννέα μουσικοί από Ινδία και Ιράν, ηχογραφημένοι σε διαφορετικά στούντιο ανά τον κόσμο, που τους γνώρισε στα πολλά ταξίδια του, μαζί με τρεις Ινδές τραγουδίστριες κι έναν Πέρση τραγουδιστή. Ο Ψαράκης μιλάει για τους γονείς του: «Κάναμε ελεύθερο κάμπινγκ απ’ όταν γεννήθηκα. Εφτιαχναν κοσμήματα, είχαν ένα βανάκι και τα πουλούσαν. Με στήριξαν στις επιλογές μου, αν και ένιωθαν αγχωμένοι για την περιπλάνησή μου στην επικίνδυνη ζώνη της Μέσης Ανατολής» παραδέχεται. Δεν πιστεύει στη σχέση της κρητικής καταγωγής του με την ινδική μουσική και αποδίδει την έφεσή του στο ότι η μητέρα του, ούσα έγκυος στον Ιάσονα, άκουγε πολύ Ραβί Σανκάρ! Γυρνώντας στον δίσκο του μου λέει πως προσπάθησε να ενώσει την κλασική ινδική με την περσική «σουφική» μουσική δίχως κανένα ελληνικό στοιχείο. «Η μουσική δεν έχει σύνορα και η δική μου περιέχει μνήμες ίσως από κάποιες κλίμακες αρχαιοελληνικής μουσικής. Χρησιμοποίησα συμβολικά ένα μπαγλαμαδάκι κι ένα μπουλγκαρί. Βοήθησε πολύ ο Γκίνης με τον επαγγελματισμό του και τις τρομερές γνώσεις του». Τον ρωτάω, τέλος, αν θα τον βλέπαμε ποτέ σε σύμπραξη με κάποιον Ελληνα έντεχνο καλλιτέχνη. «Σίγουρα θα έπαιζα με τους Χαΐνηδες» απαντά, «αν και αρνήθηκα να συνοδεύσω με το σιτάρ μου την τραγουδίστρια-παίκτρια ενός ριάλιτι. Γενικά όμως δεν θα έλεγα όχι, προκειμένου να μαθευτεί η μουσική αυτή στην Ελλάδα».