Ηρωες του 1821 – Η ζωή και η δράση του αρματολού Διαμαντή Ολύμπιου Νικολάου

«Δεν θά ιδώ τήν γην τής γεννήσεώς μου ελευθερωμένην…»

Μια ιστορία από το ΄21

Από τον συνεργάτη Θωμά Καραγκιοζόπουλο λάβαμε και δημοσιεύουμε το ακόλουθο άρθρο, συνεργασία με την ευκαιρία της επετείου της 25ης Μαρτίου. Παρά το γεγονός πως αναφέρεται σε μια ατομική περίπτωση – του Διαμαντή Ολύμπιου – ανασυνθέτει με διαφωτιστικό τρόπο τον επαναστατικό αγώνα που ξεκίνησε πριν από 199 χρόνια.

Ο Διαμαντής Νικολάου Ολύμπιος (1790- 19 Ιανουαρίου 1856), γνωστός ως Καπετάν Διαμαντής ή Διαμαντής Ολύμπιος, ήταν αρματολός από την Πιερία, γόνος μεγάλης οικογένειας αρματολών.Γεννήθηκε στη Ράδιανη/Ρυάκια Πιερίας. Ο Διαμαντής Νικολάου Ολύμπιος ήταν ο πρωτότοκος γιος του μεγάλου αρματολού και γενάρχη της οικογένειας Νικολάου Ραδιανιώτη Ολύμπιου, γνωστότερου ως Νικολάου Κατερινιώτη Ολύμπιου. Το «Ραδιανιώτης» προέρχεται από τον τόπο καταγωγής της οικογένειας, τη Ράδιανη Πιερίας. Το «Κατερινιώτης» προστέθηκε αργότερα λόγω του ότι το αρματολίκι του Νικολάου Ραδιανιώτη ήταν η περιοχή της Κατερίνης. Το «Ολύμπιος» μαρτυρά τον τόπο δράσης των αρματολών που ήταν η ευρύτερη περιοχή του Ολύμπου. Ο Διαμαντής Νικολάου Ολύμπιος είχε αδερφούς τον Κωνσταντίνο (1800-1854) και τον Χαρίση (1810-1858;) που ήταν ετεροθαλής (από άλλη μητέρα). O Δήμος Νικολάου Ολύμπιος (ή Ψαροδήμος) ήταν πρώτος ξάδελφός του, όπως γράφει σε μία έκθεσή του και ο ίδιος ο Ψαροδήμος. Ο καπετάν Διαμαντής υπήρξε γαμπρός μιας άλλης θρυλικής οικογένειας της Πιερίας, των Λαζαίων. Νυμφεύτηκε την Μεταξία, με την οποία απέκτησαν δύο γιους (τον Ιωάννη και τον Ξενοφώντα) και τρεις κόρες (από τις οποίες επέζησε μόνο η Ασπασία).

Η δράση του Διαμαντή Νικολάου

Κύριο σημείο δράσης του Διαμαντή Νικολάου ήτανοι ορεινοί όγκοι του Βερμίου, του Ολύμπου και των Πιερίωντόσο πριν από το 1821 όσο και μετά την έκρηξη της Επανάστασης. Διαδέχθηκε τον πατέρα του στο αρματολίκι της Κατερίνης. Τον Ιούνιο του 1821 έλαβε μέρος στην εξέγερση της Κασσάνδρας. Μαζί με τον αδερφό του Κώστα πρωτοστάτησε στον ξεσηκωμό της Νότιας Μακεδονίας και στις 8 Μαρτίου 1822 έλαβε μέρος στις φονικότατες μάχες κατά των Τούρκων στον Κολινδρό, την Καστανιά και τη Μηλιά. Στη συνέχεια κλείστηκε στην πολιορκημένη Νάουσα και μετά την καταστροφή της πόλης (13 Απριλίου 1822) κατέφυγε στην Εύβοια. Εκεί, ο Αρειος Πάγος (η τοπική διοίκηση που προήλθε από τη Συνέλευση των Σαλώνων τον Νοέμβριο του 1821 και ήταν σώμα αντίστοιχο με τη Γερουσία της Δυτικής Χέρσου Ελλάδας και την Πελοποννησιακή Γερουσία με σκοπό να ενισχύσει την Επανάσταση στη Στερεά, την Εύβοια και τη Θεσσαλία· τυπικά διαλύθηκε με ψήφισμα της Β’ Εθνοσυνέλευσης τον Απρίλιο του 1823), μετά από εισήγηση του Υπουργού Πολέμου Χριστόφορου Περραιβού λόγω της γενναιότητας και της στρατιωτικής του ικανότητας του Νικολάου, τον διόρισε (Σεπτέμβριος 1822)αρχηγό των Επαναστατών της Εύβοιας αναθέτοντάς του τη διεύθυνση του αγώναμε έδρα το Ξηροχώρι (σήμερα Ιστιαία). Στο δυναμικό του διέθετε 1800 άνδρες,τους λεγόμενους «Ολύμπιους», αλλά και άνδρες από τη Μακεδονία και Θεσσαλία και με τους αρματολούς από την Πιερία Γεώργιο και Αθανάσιο Συρόπουλο (μέλη της Φιλικής Εταιρείας), τον αδερφό του Κωνσταντίνο, τον ξάδερφό του Δήμο Νικολάου, τον Μήτρο Λιακόπουλο, τον Κωνσταντίνο Μπίνο.

Τον Ιούνιο του 1823 είκοσι χιλιάδες (20.000) Οθωμανοί υπό την αρχηγία του Γιουσούφ Περκόφτσαλη πασά εισβάλλουν στην Εύβοια. Ο Διαμαντής Νικολάου αντιμετώπισε μόνος του, ως επικεφαλής σώματος χιλίων διακοσίων (1.200) αγωνιστών, με επιτυχία και παρά τα εμπόδια των ντόπιων αρχηγίσκων τους επιτιθέμενουςστη βόρεια Εύβοια. Διεξάγονται φονικές μάχες στα στενά του Μαντουδίου από όπου βγαίνει νικητής. Στη συνέχεια επικρατεί στη Μάχη των Βρυσακίων, στη Χερσόνησο της Λιχάδας, ελέγχει το φρούριο Καράμπαμπα στη Χαλκίδα,καθώς και όλη τη βόρεια Εύβοια. Το νησί της Εύβοιας αγωνίζεται έως τα τέλη Ιουνίου 1823, ενώ παράλληλα ο Διαμαντής στέλνει 800 άνδρες του ως βοήθεια στο στρατόπεδο των Τρικέρων Μαγνησίας, όπου είχαν εγκατασταθεί Ελληνες αγωνιζόμενοι με επικεφαλής τους Τσιάμη Καρατάσιο και Αγγελή Γάτσο, αχώριστους συντρόφους του Διαμαντή.

Εμφύλια σύγκρουση

Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου (1823-1825)-γιατί ακόμη και στηνπροσπάθεια της εθνεγερσίας είχαμε και εμφύλιο- ως και την περίοδο της Αναρχίας (1831-1832) ο Διαμαντής Νικολάου κράτησε αυστηρή ουδετερότητα.Κάποια στιγμή, ο διορισμός του ως αρχιστράτηγου προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στους ντόπιους οπλαρχηγούς στην Ανατολική Στερεά και Εύβοια. Η κατάσταση εκτραχύνθηκε το 1823 όταν, παρά τη συνεχή απειλή των Τούρκων, ο Νικόλαος Κριεζώτης (μετά από επιστολές που του έγραψε ο Οδυσσέας Ανδρούτσος) κινήθηκε εναντίον του προκαλώντας εμφύλιες διαμάχες. Ο Διαμαντής συνέτριψε τους εσωτερικούς αντιπάλους του στις διάφορες εμφύλιες συγκρούσεις, καθώς εξακολουθούσε να έχει την υποστήριξη της κυβέρνησης και του Ιωάννη Κωλέττη. O Οδυσσέας Ανδρούτσος ενοχλήθηκε με την προαγωγή του Διαμαντή σε στρατηγό. Επιδίωκε να είναι αυτός στρατιωτικός ηγέτης της Ανατολικής Ελλάδος. Αντιπολιτεύεται και πολεμά τη νόμιμη κυβέρνηση, τον Άρειο Πάγο. Στέλνει στο Ξηροχώρι Ευβοίας (νυν Ιστιαία) τους Ευβοείς οπλαρχηγούς Τομάρα, Χαλκιά, Βερούση. Αυτοί λεηλατούν, προχωρούν σε ωμότητες, σκοτώνουν. Η γυναίκα του Διαμαντή Ολύμπιου οριακά απέφυγε την αιχμαλωσία, σε αντίθεση με τα παιδιά του και πολλούς συγγενείς και φίλους που δεν κατάφεραν να γλιτώσουν.

Μοναχική πορεία

Μετά την καταστροφή του Πύργου των Λαζαίων στην Άνω Μηλιά Πιερίας κατευθύνθηκε προς το Βέρμιο, για να εκδικηθεί για τον θάνατο των συντρόφων του από τα Πιέρια. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στη Σκιάθο, όπου αντιμετώπισε με επιτυχία την επίθεση του Τουρκικού στόλου. Στις 9 Οκτωβρίου 1823 συμμετέχει στη νικηφόρα μάχη της Σκιάθου κατά του Ναυάρχου του Σουλτάνου Μεχμέτ Χιουσρέφ Πασά (ο λεγόμενος Τοπάλ). Εκεί διακρίνεται, ενώ με τους Λιακόπουλο, Μπίνο, Δήμο Νικολάου και τους Συρόπουλους αγωνίζονται να διασώσουν από τη λιμοκτονία τριανταπέντε χιλιάδες (35.000) γυναικόπαιδα προσφύγων που είχαν καταφύγει και έμεναν αβοήθητα στις βόρειες Σποράδες, παλιό καταφύγιο Μακεδόνων αρματολών. Εκεί είχαν συγκεντρωθεί όλοι όσοι κατάφεραν να γλιτώσουν μετά την αποτυχία των επαναστάσεων στη Νάουσα και την περιοχή του Ολύμπου και των Πιερίων (Απρίλιος-Μάιος 1822). Από εκεί τον Ιανουάριο του 1824 ξεκίνησε πειρατική δράση εναντίον του κόλπου της Θεσσαλονίκης και της Χαλκιδικής (Κασσάνδρα και Συκιά), καθώς και στην περιοχή των Τεμπών και Πλαταμώνα, με σκοπό αφενός να απασχολεί στρατιωτικά τους Τούρκους και αφετέρου να εξασφαλίσει πόρους για τη επιβίωση των Θεσσαλομακεδόνων που βρίσκονταν εγκατεστημένοι στα νησιά των Βορείων Σποράδων, καθώς η εκεί κατάσταση ήταν απελπιστική.

Δυστυχώς, όλες οι παραπάνω προσπάθειες του Διαμαντή Νικολάου δεν είχαν συμμετοχή από τους ντόπιους κατοίκους, ίσως από τον φόβο των αντεκδικήσεων από τους Τούρκους και υπολογίζοντας ότι υστερούν αριθμητικά σε άνδρες και υλικό έναντι των Τούρκων. Οι μόνοι που προσέτρεξαν στον αγώνα του Διαμαντή ήταν οι Μακεδόνες των βόρειων Σποράδων, οι οποίοι ήταν επόμενο να τολμήσουν μια ανοιχτή σύγκρουση, καθώς ήθελαν να διεκδικήσουν πίσω τις περιοχές τους. Μετά την οριστική εξουδετέρωση της Επανάστασης στην Εύβοια το 1824 και έχοντας γίνει μισητός στον λαό της περιοχής, επέστρεψε στην περιοχή του Ολύμπου και έπαψε για κάποιο διάστημα να ασχολείται με τις πολεμικές επιχειρήσεις.

Αυτό που αξίζει να αναφερθεί εδώ είναι ότι σε αντίθεση με τους κατοίκους της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου, οι Θεσσαλομακεδόνες έμειναν μακριά από τις επαναστατικές δράσεις και προσπάθειες που οργανώνονταν στην νότια Ελλάδα και δεν υπήρχε η ανησυχία στους Οθωμανούς τοπάρχες και στους κοτζαμπάσηδες της περιοχής ότι θα αντιμετωπίσουν οργανωμένη αντίσταση από τον ντόπιο πληθυσμό. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπήρχαν Μακεδόνες αγωνιστές που δεν σκέφτονταν να εκδηλώσουν κάποια αντίσταση, ίσως περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία. Μην ξεχνάμε πως πολλοί είχαν καταφύγει πρόσφυγες στις βόρειες Σποράδες, από όπου και επιχειρούσαν άτακτες κυρίως επιθέσεις, αλλά και πολλοί άλλοι είχαν καταφύγει στη νότια Ελλάδα, έχοντας στο μυαλό τους να φτάσει η επανάσταση μέχρι τα βόρεια.

Στις 03 Νοεμβρίου 1827 συμμετέχει μαζί με τον αδελφό του Κώστα σε μυστική σύσκεψη πολλών οπλαρχηγών που γίνεται στην Μονή του Αγίου Διονυσίου στον Όλυμπο (η Μονή Διονυσίου υπήρξε για αρκετό καιρό κατά τη διάρκεια της επανάστασης κέντρο μυστικών επαφών των Μακεδόνων καπεταναίων, έως ότου το αντιληφθούν οι Οθωμανοί το φθινόπωρο του 1828, οπότε και λεηλάτησαν και ουσιαστικά εξαφάνισαν το μοναστήρι. Η μαρτυρία για την πράξη αυτή αναφέρεται σε επιστολή του Διαμαντή Ολυμπίου προς τον Στρατάρχη Δημήτριο Υψηλάντη στις 10 Οκτωβρίου 1828, από τον οποίο ζητάει στήριξη απέναντι στη δράση των Οθωμανών).Με μυστική εντολή της κυβέρνησης και σημαντική δύναμη Ολυμπίων επανέρχεται στον Ολυμπο κάνοντας ψευτοσυμφωνίες με τους Οθωμανούς και έχοντας ως άμεσο στόχο την προστασία του υπόδουλου Ελληνισμού της νοτιοανατολικής Μακεδονίας.

Ο Καποδίστριας ως ελπίδα

Ο ερχομός του Ι.Καποδίστρια στην Ελλάδα στις 7 Ιανουαρίου 1828 έδωσε νέα προοπτική επιτυχίας του αγώνα και πολλές ελπίδες απελευθέρωσης του βόρειου Ελληνισμού.Τον Ιανουάριο του 1828 μετέβη στο Ναύπλιο για την ορκωμοσία του Ιωάννη Καποδίστρια. Μετά την ενημέρωση για την κατάσταση που υπάρχει στην περιοχή του Ολύμπου και της Θεσσαλίας, η νέα κυβέρνηση συνέστησε σώμα Θεσσαλομακεδόνων. Ο Καποδίστριας επέτρεψε τελικά τη διεξαγωγή επιχειρήσεων στη Μακεδονία, αλλά δεν προσέφερε κάποια ενίσχυση. Σε δύο αναφορές που υπογράφουν 30 συμμετέχοντες αγωνιστές, ζητούν να ενισχυθούν υλικά και να τους στείλει η Κυβέρνηση έναν επικεφαλής αξιοσέβαστο απ’ όλους. Παράλληλα, ζητούν τον Δημήτριο Υψηλάντη ως Γενικό Αρχηγό και τον Βαυαρό φιλέλληνα συνταγματάρχη Ηeideck ως διευθυντή των πραγμάτων. Ο τελευταίος απαντά θετικά να αναλάβει δράση και να τους συνδράμει με όποιον τρόπο μπορεί, ενώ η κυβέρνηση συνέστησε υπομονή, καθώς το ζήτημα των τελικών συνόρων του υπό δημιουργία Ελληνικού κράτους ήταν υπό διαπραγμάτευση και δεν υπήρχε στον ορίζοντα το ενδεχόμενο επέκτασης των δράσεων βορειότερα. Παράλληλα, ο Καποδίστριας συμβουλεύει τον Διαμαντή να περιμένει τη συνδρομή των Μεγάλων Δυνάμεων, αν υπάρξει, ενώ με τους Οθωμανούς να διατηρήσουν προς το παρόν καλές σχέσεις. Τελικά, οι προσπάθειες του Διαμαντή και των άλλων Μακεδόνων χωρίς την υποστήριξη της Κυβέρνησης δεν έφεραν κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα στην Πιερία με αποτέλεσμα να ξεσπάσουν φοβερά αντίποινα των Τούρκων κατά των ντόπιων κατοίκων. Έτσι, πολλά γυναικόπαιδα μεταφέρθηκαν εκ νέου στις Βόρειες Σποράδες.

Με τους συναγωνιστές του αξιωματικούς, σωματάρχες στις 11 Μαρτίου 1828 ο Διαμαντής Νικολάου βρίσκεται στον Δαμαλά Τροιζηνίας κατά την ορκωμοσία των τριών πρώτων χιλιαρχιών του τακτικού στρατού (τον βαθμό του χιλίαρχου, στα πλαίσια της σκόπιμης συμπεριφοράς της Διοίκησης της εποχής, με πολλή ευκολία τον μοίραζε μαζί με άλλα ανώτατα αξιώματα και με μεγαλύτερη ευχέρεια τα αφαίρεσε ύστερα, όταν πια δεν είχε ανάγκη τις πολύτιμες υπηρεσίες των αγωνιστών· αυτό, μάλιστα, παρατηρήθηκε πολύ συχνά στις περιπτώσεις των Μακεδόνων οπλαρχηγών που οι ιδιαίτερες πατρίδες τους δεν κατόρθωσαν από την αρχή να ελευθερωθούν, οπότε και βρέθηκαν στο περιθώριο).

Το 1829 όπως φαίνεται σε καταγραφή παροίκων της Σκοπέλου (02 Απριλίου 1829) βρίσκεται με την οικογένειά του στη Σκόπελο. Τον Ιούλιο του 1829 εκπροσωπεί τους Θεσσαλομακεδόνες αγωνιστές στην Δ’ Εθνοσυνέλευση Άργους και προσφέρει στον Καποδίστρια την πληρεξουσιότητά τους. Ο Καποδίστριας με επιστολή του τον ευχαριστεί, αλλά του δηλώνει πως δεν μπορεί να την χρησιμοποιήσει και του συνιστά, όπως και προηγουμένως, να διατηρήσουν καλές σχέσεις με τους Τούρκους ελπίζοντας σε μελλοντική μεταβολή των πραγμάτων. Ο Διαμαντής προσπάθησε να συνθηκολογήσει με τους Τούρκους, προκειμένου να ανακτήσει το παλιό του αρματολίκι, χωρίς αποτέλεσμα, καθώς οι Τούρκοι τον είχαν από παλιά επικηρύξει και το 1830 έστειλαν ισχυρές δυνάμεις για να συλλάβουν αυτόν και τον Μιχάλη Πετσάβα. Το 1831 βρίσκεται στη Σκόπελο, βάσει εγγράφου που απέστειλε στις 5 Σεπτεμβρίου 1831 στον Ναύαρχο Ανδρέα Μιαούλη, στους Λάζαρο και Γεώργιο Κουντουριώτη και στον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο που βρίσκονταν στην Ύδρα. Ο Διαμαντής συνέχισε τη δράση του στη φρουρά Φθιώτιδας και Βοιωτίας με την αποστολή να εξουδετερώσει τα ληστρικά σώματα που λυμαίνονταν την περιοχή μετά την ίδρυση του Ελληνικού κράτους.

Η Διοικητική Επιτροπή του 1826

Η Διοικητική Επιτροπή της Ελλάδος ορίστηκε ως Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδας από την Γ΄ Εθνοσυνέλευση, στις 12 Απριλίου 1826, ενώ απαρτιζόταν από έντεκα μέλη, τα οποία εκλέχθηκαν από την Εθνοσυνέλευση. Τα μέλη της είχαν πλήρεις αρμοδιότητες διοίκησης του ελλαδικού χώρου.Στις 9 Ιανουαρίου 1832 η Διοικητική Επιτροπή που σχηματίστηκε μετά τη διάλυση της Διοικητικής Επιτροπής του 1831, επαινεί τους οπλαρχηγούς Γεώργιο Δυοβουνιώτη, Διαμαντή Νικολάου, Γεώργιο Βάγια, Μήτρο Τριανταφύλλου και Βασίλειο Μπούζγο για τον πατριωτικό τους ζήλο. Πάλι στις 13 Ιανουαρίου 1832 η Επιτροπή με επιστολής της εξαίρει την πατριωτική δράση των Διαμαντή Νικολάου, Θεόδωρου Ζιάκα, Μ. Κατζαρού, Κ. Λιακατά, Γ. Μάνταλου, Θ. Μπιζιώτη και Γ. Μαντζαρόπουλου. Ταυτόχρονα πληροφορείται ότι ο στασιαστής οπλαρχηγός Ιωάννης Μαμούρης κατόρθωσε να προσεταιριστεί ορισμένους στρατιώτες της Κυβερνήσεως και αναθέτει στους παραπάνω αγωνιστές να τους επαναφέρουν στους κόλπους των εθνικών στρατευμάτων.

Τα τελευταία χρόνια

Στο 1832 εγκαταστάθηκε στο Αχλάδι Φθιώτιδας. Μετά την αποστρατεία του 1836 αγωνιζόταν, όπως όλοι οι πρόσφυγες του αγώνα, να επιβιώσει με μια πενιχρή σύνταξη, κατάληξη που είχαν οι περισσότεροι αγωνιστές της επανάστασης. Στα μετά τα 1836 χρόνια ο Διαμαντής Νικολάου πηγαίνει στη Λαμία, την Αθήνα, αλλά και τη Θεσσαλονίκη, όπου συναντάται με άλλους ηγέτες του αγώνα. Στη Θεσσαλονίκη, μάλιστα, συναντήθηκε με τον Θανάση Συρόπουλο, χιλίαρχο του αγώνα -του οποίου απόγονοι ζουν μέχρι σήμερα στη Ράδιανη/Ρυάκια Πιερίας- με σκοπό να πετύχουν με γνωριμίες και μέσω της διπλωματικής οδού απελευθέρωση μιας αδερφής των Συροπουλαίων που είχε αιχμαλωτισθεί το 1822 στη Νάουσα. Στις 16 Ιουνίου 1844 με απόφαση του Βασιλιά Οθωνα διορίζεται, τιμής ένεκεν, γερουσιαστής στο σώμα της Γερουσίας, τίτλο που έφερε ως τον θάνατό του. Το 1846 και συγκεκριμένα στις 10 Μαρτίου βρίσκεται στην Αμαλιάπολη Μαγνησίας, όπως φαίνεται από έγγραφο-βεβαίωση παροχής υπηρεσιών στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821 του αγωνιστή Αντωνίου Χαδούλη Ολύμπιου που προσυπογράφει ο ίδιος ο Καπετάν Διαμαντής Ν. Ολύμπιος.

Επιστολή προς τη Γερουσία

Το 1853 ο Διαμαντής Νικολάου προσβάλλεται από φυματίωση, ασθένεια ανίατη έως το 1949. Ο ίδιος άντεξε ως το 1856. Στις 30 Δεκεμβρίου 1855, λίγες ημέρες πριν φύγει από τη ζωή έγραψε μια επιστολή προς τον φίλο του Γερουσιαστή Δημήτριο Χατζίσκο στην Αθήνα. Η επιστολή έφτασε στο κοινοβούλιο στα μέσα Ιανουαρίου 1856 και ενώ ο Ολύμπιος είχε αποβιώσει. Ωστόσο, η ιδιόχειρη επιστολή διαβάστηκε στη Γερουσία και καταγράφηκε στα πρακτικά της στις 19 Ιανουαρίου 1856, όπου αναγγέλθηκε ουσιαστικά ο θάνατος του ήρωα.

Η επιστολή γράφει:

Αχλάδι τήν 30 Δεκεμβρίου 1855.

Πρός τόν Κύριον Δ. Χατζίσκον Γερουσιαστήν.Εις Αθήνας.

Αδελφέ!

Σας γράφω διά χειρός μου· τό πάθος του στήθους μου προώδευσεν εις τόν ανώτατον βαθμόν, καί ογλίγωρα σάς αποχαιρετώ· μήν νομίσητε ότι εφοβήθην τόν θάνατον· όχι, καθότι είμαι εξήντα τεσσάρων ετών. Λυπούμαι όμως τά εξής· πρώτον δέν λυπούμαι τόσον πολύ διά τήν σύζυγόν μου καί ανήλικα τέκνα μου, ελπίζω εις τόν κοινόν πατέρα των Ελλήνων τόν Σεβαστόν Βασιλέα Όθωνα, καί εις τήν υπεράσπισιν των φίλων, νά μή τά ααφήσουν να δυστυχούν. Το δεύτερον με λυπεί πολύ, δέν θά ιδώ αυτόν τόν μέγαν πόλεμον αποπερατωμένον· τό τρίτον μέ λυπεί κατάκαρδα, δέν θά ιδώ τήν γην τής γεννήσεώς μου ελευθερωμένην, όπου εχύθησαν τόσα αίματα εξ αιτίας μου, όπου εσήκωσα τήν επανάστασιν, (γνωστόν, προσέθηκεν ο αγορεύων, ότι ο Διαμαντής Ολύμπιος ήτο είς των εταιριστών και των διεγειράντων τήν Θεσσαλίαν κατά τόν αγώνα τού 1821) δέν είμαι εις κατάστασιν νά γράψω περισσότερα.

Ο αδελφός σου

ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΟΛΥΜΠΙΟΣ.

Στις 16 Ιουνίου 1865 η χήρα,πλέον, σύζυγος του Διαμαντή Νικολάου και θυγατέρα του εθνομάρτυρα Δήμου Λάζου, αρματολού της Μηλιάς έγραφε προς την επιτροπή των Θυσιών και Αγώνων του Υπουργείου των Στρατιωτικών τα εξής: «…εδυνάμεθα και άλλα έγγραφα να προσάγομεν αλλ’ επειδή είναι πάρα πολύ γνωστόν το άσμα του Διαμαντή Νικολάου Ολυμπίου εις την Επιτροπήν και εις πάντας, δεν θέλομεν να επιβαρύνομεν την Επιτροπήν με πλήθος εγγράφων». Η ίδια εννοούσε ένα γνωστό κλέφτικο ιστορικό τραγούδι του Διαμαντή που αναφέρεται στο εξαίρετο ιστορικό γεγονός της μάχης της Καστανιάς-Κολινδρού 28-29 Μαρτίου 1823, της φονικότερης σε Πιέρια και Ολυμπο κατά την εθνεγερσία του 1821. Οπως θα σημειώσουν ο Σπυρίδων Τρικούπης, πρωθυπουργός της επανάστασης και ο Ιωάννης Βλαχογιάννης, χωρίς τον Διαμαντή Ολύμπιο Νικολάου επανάσταση στα Πιέρια, τον Ολυμπο και το Βέρμιο θα ήταν αδύνατο να εκδηλωθεί.

Τα θεμέλια της οικίας του Καπετάν Διαμαντή Νικολάου υπάρχουν ακόμη και σήμερα στο χωριόΡάδιανη/Ρυάκια Πιερίας, όπου υπάρχει ανδριάντας του ήρωα.

Βιβλιογραφία – Πηγές:

• Ανέκδοτα έγγραφα και άγνωστα στοιχεία για κλεφταρματολούς και για την επανάσταση (1821-1822) στη Μακεδονία και ιδιαίτερα στον Όλυμπο

• Αρχειακό Ξεφύλλισμα, Ελληνική επανάσταση και συγκρότηση του Ελληνικού Κράτους, Ακαδημία Αθηνών, επιστολές του Διαμαντή Νικολάου κατά το 1832

• Δεκατέσσερα έγγραφα των αγωνιστών Νικολάου-Ολυμπίου

• Ιωάννης Καποδίστριας, Επιστολαί Ι. Α. Καποδίστρια, Κυβερνήτου της Ελλάδος, Τ. 4, Αθήνησιν, 1843, ΦΣΑ 2655

• Παπαδόπουλος, Σ. (1965),«Μακεδονικά σύμμεικτα», Μακεδονικά, 6 (1), 152-172

• Πρακτικά των Συνεδριάσεων Της Γερουσίας – Περίοδος Δ – Σύνοδος Γ, 19/01/1856

Ο Θωμάς Καραγκιοζόπουλος είναι υποψήφιος Διδάκτωρ Νεοελληνικής Φιλολογίας Ε.Κ.Π.Α.