Κατά την προετοιμασία του νέου εκτελεστικού του διατάγματος με το οποίο θα επιβληθούν ξανά περιορισμοί στην είσοδο αλλοδαπών στις ΗΠΑ, ο Ντόναλντ Τραμπ υποσχέθηκε ότι το κείμενο θα είναι πολύ πιο δύσκολο να αμφισβητηθεί ενώπιον της δικαιοσύνης από εκείνο που εξέδωσε τον Ιανουάριο.
Ένας τρόπος που η κυβέρνηση του Ρεπουμπλικάνου θα προσπαθήσει να το επιτύχει αυτό, σύμφωνα με ειδικούς σε νομικά θέματα, είναι να το διατυπώσει με πολύ πιο στενούς όρους, ώστε οι Πολιτείες και όλοι όσοι θέλουν να το αμφισβητήσουν να πρέπει να αποδείξουν πως έχουν έννομο συμφέρον (“standing”, locus standi στη νομική ορολογία) και το δικαίωμα να υποστηρίξουν ενώπιον της δικαιοσύνης πως το διάταγμα τους θίγει.
Κατά τους ειδικούς πάντως το νέο διάταγμα, το οποίο κατά μία πηγή προσκείμενη στον Λευκό Οίκο αναμένεται να ανακοινωθεί εντός της ημέρας, είναι απίθανο να μην μπορεί να αμφισβητηθεί στα δικαστήρια.
Τουλάχιστον 25 προσφυγές κατατέθηκαν στα αμερικανικά δικαστήρια εναντίον του αρχικού διατάγματος, το οποίο απαγόρευε προσωρινά την είσοδο στις ΗΠΑ σε πολίτες του Ιράν, του Ιράκ, της Λιβύης, της Σομαλίας, του Σουδάν, της Συρίας και της Υεμένης.
Σε μία υπόθεση, η οποία τελικά οδήγησε στην αναστολή της ισχύος του διατάγματος, η Πολιτεία της Ουάσινγκτον επιχειρηματολόγησε ότι είχε έννομο συμφέρον διότι η απαγόρευση έπληττε κατοίκους της που ζουν και εργάζονται νόμιμα στις ΗΠΑ, κατόχους των λεγόμενων πράσινων καρτών.
Εξαιρώντας τους αλλοδαπούς με άδεια μόνιμης παραμονής από το νέο διάταγμα, κάτι που η αμερικανική κυβέρνηση έχει αφήσει να εννοηθεί πως είναι πιθανό, ο Τραμπ θα κάνει πολύ πιο δύσκολο να αμφισβητηθεί το διάταγμα.
Ο Λάρι Κλέιμαν, ιδρυτής της συντηρητικής οργάνωσης Freedom Watch, έκρινε πως αυτό θα είναι μεγάλο πρόβλημα για όσους θα προσπαθήσουν να ακυρώσουν το διάταγμα διά της δικαστικής οδού. «Αν δεν είσαι πολίτης, ή αν δεν είσαι μόνιμος κάτοικος, δεν έχεις δικαιώματα βάσει του Συντάγματος», εξήγησε ο Κλέιμαν.
Ο Τραμπ επιχειρηματολόγησε ότι η απαγόρευση ήταν απαραίτητη προκειμένου να προστατευθούν οι ΗΠΑ από ενδεχόμενες επιθέσεις τζιχαντιστών. Το μέτρο δίχασε βαθιά τους Αμερικανούς, ενώ καταδικάστηκε από πολλές μεγάλες αμερικανικές εταιρείες και συμμαχικές κυβερνήσεις.
Το πρώτο διάταγμα προκάλεσε χάος στα αεροδρόμια, καθώς σε χιλιάδες ανθρώπους, αρχικά και στους κατόχους πράσινης κάρτας, απαγορεύτηκε προσωρινά να μπουν στις ΗΠΑ. Πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους, όπως και πολλές Πολιτείες, προσέφυγαν στη δικαιοσύνη εναντίον του. Το 9ο ομοσπονδιακό εφετείο, εκδικάζοντας την προσφυγή της Πολιτείας της Ουάσινγκτον, έκρινε ότι το αντιμεταναστευτικό διάταγμα παραβίαζε τα δικαιώματα των πολιτών σε ό,τι αφορά την τήρηση του νόμου και ανέστειλε την ισχύ του. Το εφετείο έκρινε επίσης ότι η Πολιτεία της Ουάσινγκτον είχε έννομο συμφέρον να αμφισβητήσει το εκτελεστικό διάταγμα, απορρίπτοντας τις ενστάσεις του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Ακόμη κι αν εξαιρεθούν οι κάτοχοι πράσινης κάρτας, κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει πως εάν απαγορευτεί η είσοδος του ή της συζύγου του τον θίγει και να προσφύγει στη δικαιοσύνη. Ή ένα πανεπιστήμιο θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι θίγεται από την απαγόρευση, σύμφωνα με άλλους νομικούς ειδικούς.
Το 9ο εφετείο στην απόφασή του τόνισε ότι η Πολιτεία της Ουάσινγκτον θιγόταν ιδίως επειδή στο πολιτειακό πανεπιστήμιο εργάζονται καθηγητές στους οποίους απαγορευόταν η είσοδος για να κάνουν έρευνα ή για άλλους εκπαιδευτικούς σκοπούς. «Η φήμη των πανεπιστημίων εξαρτάται από την επιτυχία της έρευνας των καθηγητών τους», υπογραμμίζεται στην απόφαση.
Αυτό στο οποίο συμφωνούν οι περισσότεροι ειδικοί σε νομικά θέματα πάντως είναι το ότι και για το νέο εκτελεστικό διάταγμα θα υπάρξουν προσφυγές στη δικαιοσύνη.