«Ήμουν κι εγώ εκεί»: Εικονογραφημένα ταξίδια στα βάθη της ιστορίας

«Ήμουν κι εγώ εκεί»: Εικονογραφημένα ταξίδια στα βάθη της ιστορίας

Η ιστορία πίσω από την παιδική σειρά αφηγημάτων «Ήμουν κι Εγώ Εκεί».

Η Πρωτοχρονιά του 1964 βρίσκει την Ελλάδα σε αναβρασμό. Εξι ώρες πριν από την εκπνοή του 1963 ο υποδιοικητής της Εθνικής Τράπεζας Ιωάννης Παρασκευόπουλος ορκίζεται πρόεδρος της υπηρεσιακής κυβέρνησης ενώπιον του βασιλιά Παύλου (ο οποίος πεθαίνει δύο μήνες μετά) υποσχόμενος να ενεργήσει «εντίμους» και «αδιαβλήτους εκλογάς». Οι πολιτικές αναταράξεις που ακολουθούν προκαλούν ζαλάδες μέχρι σήμερα. Τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων προκαλούν συνωστισμό στα περίπτερα, ενώ στα παντοπωλεία η ζωή συνεχίζεται στους γνωστούς ρυθμούς, με τους μπακάληδες να σημειώνουν στο τεφτέρι τα χρωστούμενα από τους πελτέδες, τις ελιές και τις οκάδες από τα χύμα φασόλια.

O Άλκης (ο Rol) και η άσπρη σκόνη

Τις πρώτες μέρες του όχι και τόσο ευτυχούς νέου έτους ανάμεσα στον παστό μπακαλιάρο και τα σακιά με το αλεύρι πιτσιρικάδες με ξυρισμένα κεφάλια και κοντά παντελονάκια βγάζουν από τις τσέπες και μετράνε δέκα καπάκια Rol που πήραν από τη μάνα τους. Τα δίνουν στον μπακάλη περιμένοντας σε αντάλλαγμα το πρώτο τεύχος του «Ήμουν κι Εγώ Εκεί». Πρόκειται για τη σειρά εικονογραφημένων παιδικών αφηγημάτων που εγκαινιάζει τη «Βιβλιοθήκη του Rol», μια προωθητική ενέργεια της εταιρείας ΒΙΑΝΙΛ, η οποία με αυτό τον τρόπο επιχειρεί να κερδίσει έδαφος στον ανταγωνισμό με αντίστοιχες εταιρείες και να συσφίξει τις σχέσεις της με το καταναλωτικό κοινό προσφέροντας ταυτόχρονα παράθυρο στη γνώση.



Για την ακρίβεια, ο βιομήχανος Έκτωρ Σουρουλίδης, ιδιοκτήτης της ΒΙΑΝΙΛ, ζητάει από τη φιλόλογο, λαογράφο, λογοτέχνιδα και δημοσιογράφο Γεωργία Ταρσούλη να δημιουργήσει μια σειρά βιβλίων για παιδιά 9-12 χρόνων με φόντο την Ιστορία. Η Ταρσούλη, η οποία από το 1937 και για εννέα χρόνια θήτευσε στο Λαογραφικό Αρχείο, είναι ήδη γνωστή από τη συγγραφή παιδικών λογοτεχνημάτων, ενώ έχει τολμήσει στο παρελθόν να διασκευάσει για παιδιά τα έργα του Παπαδιαμάντη. Εχει επίσης την εμπειρία συντάκτριας και αρχισυντάκτριας της «Διάπλασης των Παίδων» (1935-1947), ενώ μέσω της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς, της οποίας είναι ιδρυτικό μέλος (και παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής της, το 1986), έχει ειδικευτεί στα παιδικά λογοτεχνήματα ιστορικού περιεχομένου.

Ήδη από τη δεκαετία του ’50 κυκλοφορούν τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα», τα οποία μαζί με τα «Μικρά Κλασσικά», τον «Μικρό Σερίφη», τον «Μίκυ Μάους» και τον προγενέστερο «Μικρό Ήρωα» έχουν διαμορφώσει ένα κοινό, στρώνοντας τον δρόμο της ανάγνωσης. Σίγουρα όχι με την απαραίτητη αρετή, όπως τα εκδιδόμενα από χριστιανικές αδελφότητες «Η Ζωή του Παιδιού» και «Προς την Νίκην», αλλά ας όψεται η νιότη που, αντί να επιδιώκει να βαδίζει στην ευθεία που οδηγεί στη θεία χάρη, γοητεύεται πάντα από τα φιδογυρίσματα της ζωής.

Το «Ήμουν κι Εγώ Εκεί» περιγράφει μέσα σε οχτώ τεύχη τις περιπέτειες του 15άχρονου Άλκη που έχει αδυναμία στον θείο Πέτρο, πυρηνικό επιστήμονα σπουδαγμένο στις ΗΠΑ, ο οποίος συνδυάζει την επαγγελματική του ιδιότητα με την αγάπη του για την αρχαιολογία.




Σε μια επίσκεψη του Άλκη στο εργαστήριο του θείου του –όπου του δείχνει πώς να κάνει πειράματα ραδιοχρονολόγησης με άνθρακα 14– ένα φιαλίδιο πέφτει στο πάτωμα και η σκόνη χύνεται παντού. Ο θείος Πέτρος ζητάει από τον Άλκη να πλύνει τα χέρια του, όμως εκείνος αντί να τον ακούσει γλείφει τα δάχτυλά του και νιώθει μια γλυκιά ζάλη (κάτι τέτοια κάνανε και οι Beatles και είδαμε πού καταλήξανε). Γοητευμένος από την εμπειρία του ζητάει από τον θείο του και άλλα φιαλίδια. Εκείνος ανυποψίαστος του τα δίνει και το βράδυ ο Άλκης ανακατεύει τη σκόνη με νερό και την πίνει. Κάπως έτσι αρχίζει η περιπλάνησή του στον χωροχρόνο – μαζί και η αναπαραγωγή της all time classic καραμέλας της Ελληνίδας μάνας: «Παιδί μου, πρόσεχε μη σου ρίξουν τίποτε στο ποτό».

Στις επτά ιστορίες που κυκλοφορούν σε οχτώ τεύχη τα κορίτσια και τα αγόρια της εποχής διαβάζουν για τις περιπέτειες του Άλκη στην Αίγυπτο των φαραώ, τη μινωική Κρήτη, στους Αζτέκους την εποχή της αποικιοκρατίας του Κορτές, στους Ούννους του Αττίλα, στην αρχαία Βαβυλώνα, στο Βυζάντιο του Ηράκλειου (δύο τεύχη) και στις εκστρατείες των στρατιών του Αννίβα. Οι ιστορίες ολοκληρώνονται πάντα είτε σε μια κρίσιμη στιγμή είτε όταν ο Άλκης εξοντωμένος από την κούραση αποκοιμιέται και ξυπνάει στο κρεβάτι του.

Η επιτυχία που έχουν τα εικονογραφημένα αυτά αφηγήματα στο παιδικό και ενήλικο κοινό οφείλεται στην εμπεριστατωμένη έρευνα της συγγραφέα για την εκάστοτε ιστορική περίοδο που αφορά όχι μόνο τα μεγάλα γεγονότα, αλλά και την καθημερινή ζωή.

Το ταξίδι στη Ρώμη που ακυρώνεται

Μεταξύ άλλων το αναγνωστικό κοινό μαθαίνει για την ένδυση, τη διατροφή, την αρχιτεκτονική, τη θέση της γυναίκας, τα συμπόσια, τις ταφικές τελετές και το κυνήγι του ιπποπόταμου στην αρχαία Αίγυπτο, τις ανθρωποθυσίες στη θρησκεία των Αζτέκων, τα ταυροκαθάψια στη μινωική Κρήτη μέσα από τα ζωντανά κείμενα της Γεωργίας Ταρσούλη και τις εξαιρετικές εικονογραφήσεις –την επιμέλεια έχει το σχεδιαστικό επιτελείο της εταιρείας ΚΟΥΣΕΝΤΟΣ–, κάποιες από τις οποίες υπογράφουν ο Λευτέρης Λιοκουκουδάκης και ο Αιγυπτιώτης Σταμάτης Βασιλείου, γνωστός ζωγράφος αφισών, γραφίστας και τοπιογράφος στην Αίγυπτο όπου ζούσε έως το 1962 οπότε εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα.

Όλα τα τεύχη (σχήματος 27×20 εκ.) ανοίγουν με έναν δισέλιδο χάρτη της περιόδου που εξετάζεται, διότι κατανόηση της Ιστορίας χωρίς χάρτη δεν νοείται, και μέσα σε 42 σελίδες συνολικά ξεδιπλώνονται οι αφηγήσεις (άλλοτε πλαισιώνονται και από σύγχρονο φωτογραφικό υλικό των μνημείων) που εξακολουθούν να είναι γοητευτικές μέχρι σήμερα. Η εκτύπωση γίνεται στο εργοστάσιο γραφικών τεχνών Ο. Περβολαράκη – Β. Λυκογιάννη με τη μέθοδο φωτο-όφσετ, όπως πληροφορούμαστε από το εσώφυλλο του πρώτου τεύχους.

Στο όγδοο και τελευταίο τεύχος της σειράς υπάρχει ένα γράμμα του Άλκη προς τους αναγνώστες. «Από καιρό ήθελα να σας γράψω δυο λόγια –τουλάχιστον να σας πω ένα ευχαριστώ για την αγάπη που δείχνετε στα βιβλία μου– αλλά (θα το πιστέψετε;) δεν πρόφταινα» ξεκινάει την επιστολή και ενημερώνει το κοινό ότι κι εκείνος πάει σχολείο και πως παρότι είναι πάντα ντυμένος με χλαμύδες, στην πραγματικότητα είναι «ένα παιδί σαν και σας» με πατέρα που δουλεύει στο εργοστάσιο της ΒΙΑΝΙΛ. Στο γράμμα αυτό μαθαίνουμε ότι η Ελλάδα των μέσων της δεκαετίας του ’60 έχει 20.000 παντοπωλεία –γι’ αυτό όταν τελειώνουν τα βιβλία με τις περιπέτειες του Αλκη υπάρχει δυσκολία στον ανεφοδιασμό–, ενώ κλείνει το γράμμα προετοιμάζοντας το έδαφος για το επόμενο βιβλίο που θα είναι ένα ταξίδι στη Ρώμη του Νέρωνα.


Μόνο που, όπως συμβαίνει συχνά, τα ωραία τελειώνουν νωρίς. Ο Άλκης δεν θα επισκεφτεί τη Ρώμη γιατί τα πηγαινέλα του κοστίζουν πολύ στη ΒΙΑΝΙΛ, η οποία βλέπει την προωθητική ενέργεια της ανταγωνιστικής εταιρείας Lever (προσφορά πετσετών) να αποδίδει περισσότερο λόγω χαμηλότερου κόστους από όσο χρειάζεται για να κυκλοφορήσει στην αγορά το «Ήμουν κι Εγώ Εκεί». Έτσι, παρά τη μεγάλη αγάπη με την οποία το κοινό αγκαλιάζει τις εκδόσεις αυτές, η ιστορία τους λαμβάνει τέλος. Μαζί σταματά στο πρώτο κιόλας τεύχος η καινούργια ιδέα που λέγεται «Χθες… σήμερα… αύριο», η οποία θα αποτελούσε μια σειρά βιβλίων με θέμα τις μεγάλες εφευρέσεις της ανθρωπότητας. Τα κείμενα του πρώτου τεύχους της νέας σειράς του Rol (με θέμα την ιστορία του αυτοκινήτου) υπογράφει ο Νίκος Δήμου, ο οποίος την εποχή εκείνη εργάζεται στην ΚΟΥΣΕΝΤΟΣ έχοντας αναλάβει τη διαφημιστική προώθηση των περιπετειών του Άλκη. Αν και το «Ήμουν κι Εγώ Εκεί» σταματά να εκδίδεται νωρίς, βρίσκει τη δική του χρονομηχανή στα παιδικά χέρια, ενώ μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’70 κυκλοφορεί στα καταστήματα μέχρι εξαντλήσεως των αποθεμάτων.

Η Γεωργία Ταρσούλη και «Το καπλάνι της βιτρίνας»

Επειδή είναι καλό να προσεγγίζουμε το έργο ενός δημιουργού αλλά καλύτερο είναι να διευρύνουμε το πλαίσιο, στην έρευνα που κάναμε για το «Ήμουν κι Εγώ Εκεί» και τη Γεωργία Ταρσούλη οδηγηθήκαμε σε μια συνέντευξη που έδωσε το 2016 η Άλκη Ζέη στη Γιούλη Τσάκαλου για την «Athens Voice». Παραθέτουμε τον διάλογο των δύο γυναικών για ένα συμβάν που ίσως να μη θυμούνται πολλοί σήμερα:

Γιούλη Τσάκαλου: Όταν το 1963 βγήκε το «Καπλάνι της βιτρίνας», το πρώτο βιβλίο το οποίο ήταν πολιτικό, πώς το αντιμετώπισαν οι κριτικοί και η κοινωνία ολόκληρη; Βέβαια ήταν το κίνημα των Λαμπράκηδων, μετά ήρθε η χούντα. Αλλά εκείνη την εποχή πώς το είδαν αυτό το βιβλίο;

Άλκη Ζέη: Οι κριτικοί έγραψαν ότι είναι ένα βιβλίο που δεν είναι για παιδιά, δεν πρέπει να πάει στα σχολεία και να μην το διαβάσουν. Επίσης η Γεωργία Ταρσούλη έγραψε δεκαπέντε σελίδες στο υπουργείο Παιδείας λέγοντας ότι το βιβλίο είναι εναντίον της θρησκείας, της οικογένειας και της πατρίδας. Μόνο η Έλλη Αλεξίου έγραψε δυο καλά λόγια, οι δε φίλοι αριστεροί με δυσκολία το έδιναν στα παιδιά τους. Η δικαιολογία ήταν επειδή είχαν περάσει αυτοί τόσα «γιατί να μπλέκουμε τα παιδιά μας σε αυτά τα πράγματα;». Και από το ’63 που πρωτοεκδόθηκε το βιβλίο κυκλοφόρησε κανονικά μετά το ’78 επειδή η χούντα το απαγόρευσε. Εν τω μεταξύ πήρε βραβείο στην Αμερική και δεν κυκλοφορούσε στην Ελλάδα. Όταν πήγα έξω κατάλαβα ότι δεν ήταν πολιτικό βιβλίο και όλοι έλεγαν ότι είναι ένα βιβλίο με αναφορές στην Ιστορία, γιατί γι’ αυτούς η δικτατορία ήταν ιστορία, δεν ήταν πολιτικό φαινόμενο.




Info

Μπορείτε να κατεβάσετε τα PDF από τα οκτώ τεύχη του «Ημουν κι εγώ εκεί» από το link https://tarsouliimounkiegoekei.blogspot.com/

Documento Newsletter