Αν ο Αλέξης Τσίπρας δεν είχε αυτήν τη σεµνότητα που αποτελεί ελάττωµα για µια χώρα όπου η εξουσία µεταβιβάζεται από πατέρα σε γιο και από φαµίλια σε φαµίλια, τότε θα έπρεπε να ανακοινώσει την αποχώρησή του µε µόνο µία φράση: «Η Ιστορία θα µε δικαιώσει». Η φράση ανήκει στον Φιντέλ Κάστρο και ήταν αυτή µε την οποία υπερασπίστηκε τον εαυτό του και τις επιλογές του όταν δικαζόταν το 1953, µετά την αποτυχηµένη προσπάθειά του να ανατρέψει τον δικτάτορα Μπατίστα στην Κούβα. Τελικώς ο Φιντέλ κατάφερε να το κάνει έξι χρόνια µετά µε µια ολιγομελή ομάδα οραματιστών, ανάμεσα στους οποίους και ο εκλεκτός της παγκόσμιας ιστορίας Τσε Γκεβάρα.
Ο Αλέξης Τσίπρας είναι στην κρίση της Ιστορίας, όπως όλοι οι πολιτικοί άλλωστε, αλλά οι λογαριασμοί μαζί της δεν έχουν κλείσει. Ο Τσίπρας δεν υπήρξε επαναστάτης όπως ο Φιντέλ ή ο Τσε, αλλά μπήκε στην πολιτική με την αυταπάρνηση, τον ρομαντισμό και κυρίως με την ακράδαντη πίστη ότι οι άνθρωποι μπορούν, έχουν δικαίωμα, δεν είναι ενεργούμενα και κολίγοι μιας ψηφιακής εποχής. Αναμφίβολα υπήρξε «ώριμο τέκνο της οργής» όπως θα έλεγε και ο Βάρναλης, αλλά ταυτόχρονα καταλάβαινε «πώς η ανάγκη γίνεται Ιστορία» όπως θα τραγουδούσε ο Μητροπάνος.
Κανένας δεν έχει περιγράψει την επιτυχία του Τσίπρα όπως ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος επέλεξε μετά την ανακοίνωση της αποχώρησης του πολιτικού του αντιπάλου να κάνει μια δήλωση όχι πολιτικής ευπρέπειας αλλά μικροψυχίας, μικρότητας μικρο… γενικώς. «Εδειξε εκκωφαντική αναποτελεσματικότητα όταν κλήθηκε να χειριστεί τις τύχες του κόσμου» δήλωσε ο πρωθυπουργός, αφού προηγουμένως μίλησε για τοξικότητα και διχασμό που έφερε ο ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμη και την ώρα που αποχωρεί, ο Τσίπρας είναι ένας εχθρός που πρέπει να εκμηδενιστεί, να ισοπεδωθεί, να εξαϋλωθεί. Κι αυτή είναι μια αντιμετώπιση που αποδεικνύει πόσο τον φοβούνται, πόσο τον μισούν και πόσο τον απεχθάνονται, γιατί είναι αυτός που απέδειξε ότι τα προνόμια και η αυθαιρεσία τους ενίοτε μπορούν να απειληθούν.
Αν ο Τσίπρας υπήρξε για τον χώρο της Αριστεράς και τον προοδευτικό κόσμο μια αναλαμπή και υπόσχεση, για τον κόσμο που εκπροσωπεί ο Μητσοτάκης και το σύστημά του υπήρξε φόβος και απειλή που έπρεπε να εξαφανιστεί. Διά παντός και παραδειγματικά. Επειδή όμως το μέγεθος και η ακτινοβολία του δεν ήταν μια κατασκευή ψευτοαριστείας των Χάρβαρντ, έπρεπε να αμαυρωθεί. Ο Τσίπρας ήταν ο μοναδικός πρωθυπουργός που εναντίον του δεν οργανώθηκε πολιτική εκστρατεία μείωσης, αλλά ενορχηστρώθηκε η δολοφονία του προφίλ του σε όλα τα επίπεδα. Κανένας άλλος πολιτικός δεν πορεύτηκε τόσο πολύ στη μοναξιά των επιλογών του, με απέναντί του όλα τα μέσα ενημέρωσης, τα πολιτικά κόμματα, ακόμη και πολλούς άσπονδους συντρόφους του. Αυτοί οι τελευταίοι είναι η χειρότερη κατηγορία εχθρών του, γιατί στην πραγματικότητα δεν είχαν κανένα στοιχείο πολιτικής αντιπαλότητας, παρά μόνο φθόνο και ζήλια στην οποία έδιναν πολιτική επίφαση. Ο Αλμπέρ Καμύ έχει γράψει για την εχθρότητα τέτοιου τύπου: «Μια από τις χειρότερες αιτίες εχθρότητας είναι η λύσσα και η ποταπή επιθυμία να δεις να υποκύπτει αυτός που τολμάει να αντιστέκεται σ’ αυτό που σε συνθλίβει».
Οταν ο Αλέξης Τσίπρας συνεπήρε τα πλήθη και μεταμόρφωσε ένα μικρό κόμμα της Αριστεράς σε κυβερνητικό κόμμα, οι «απέναντι» δεν είχαν ούτε τη δύναμη ούτε καμιά ελπίδα να συγκρουστούν μαζί του. Είχαν προηγηθεί άλλωστε δεκαετίες εξαπάτησης και διαφθοράς που τους καθιστούσαν αναξιόπιστους. Δεν συγκρούστηκαν πολιτικά, το απέφυγαν επιμελώς. Εβαλαν σε εφαρμογή ένα σχέδιο προσωπικής του αμαύρωσης. Κινήθηκαν χρησιμοποιώντας κοινωνικούς αυτοματισμούς και άφησαν τα μέσα ενημέρωσης να τους προωθήσουν. Μιλούσαν για τα κακά αγγλικά του, για τη στάση με την οποία κάθεται στην καρέκλα, για την πορεία που είχε στη ζωή του. Αυτό το συγκριτικό του πλεονέκτημα, το στοιχείο προσωπικής του περηφάνιας, ότι κίνησε από το πουθενά για να εκφράσει τους καταφρονεμένους αυτής της χώρας και όχι τις ελίτ, το εμφάνισαν ως μειονέκτημά του. Το στοιχείο υπεροχής του μετασχηματίστηκε μέσα από μια επιχείρηση προπαγάνδας σε προσωπική του αδυναμία. Δεν είχε τα μεταπτυχιακά που καυχιόταν ο Μητσοτάκης ότι είχε αλλά ούτε την «αστική αυτοπεποίθηση» που εντόπιζε με νόημα ως προσωπική υπεροχή ο Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Ο ίδιος κοινωνικός αυτοματισμός χρησιμοποιείται από την ανάποδη για να αναδειχθεί το μοντέλο Μητσοτάκη σήμερα. Τα διαμορφωμένα γούστα του κόσμου απαιτούν έναν αυτάρεσκο και αυταρχικό πρωθυπουργό, τον οποίο ο κοινωνικός αυτοματισμός εμφανίζει ως αποφασιστικό ηγέτη που χρειάζεται η χώρα.
Ο Αλέξης Τσίπρας μετασχημάτισε το κράτος στη δύσκολη εποχή των μνημονίων. Αφησε 37 δισεκατομμύρια ευρώ στα δημόσια ταμεία, φρόντισε τις ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες και έκανε πράγματα που η ασθενική επικοινωνιακή πολιτική της κυβέρνησής του δεν μπόρεσε να αναδείξει. Οι πολιτικές του αποφάσεις αφορούσαν την κοινωνία και όσους υποφέρουν. Επί των ημερών του η κατασυκοφαντημένη στο θέμα των εθνικών θεμάτων Αριστερά απέδειξε πως η υπεράσπιση της πατρίδας είναι ουσιαστική έννοια και όχι έννοια καπηλείας. Τότε το «Oruç Reis» δεν παρασερνόταν από τον άνεμο. Η πιο πατριωτική κίνηση ήταν η Συμφωνία των Πρεσπών. Με θάρρος και πλήρη επίγνωση του πολιτικού κόστους ο Τσίπρας αποφάσισε να δώσει τέλος στον αέναο και φαύλο κύκλο που διατηρούσαν οι πατριδοκάπηλοι, υπερασπίζοντας θέσεις που υποστήριζαν όλα τα κόμματα, αλλά τις οποίες αρνήθηκαν στη συνέχεια για να προκαλέσουν κόστος στον ίδιο. O Κυριάκος Μητσοτάκης αρνήθηκε τις θέσεις του πατέρα του, της αδερφής του Ντόρας και της κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή και φυσικά τις δικές του μόνο και μόνο για να πλήξει τον Τσίπρα. Σήμερα φυσικά μιλάει στη διεθνή κοινότητα για την εξαίρετη Συμφωνία των Πρεσπών.
Στον Αλέξη Τσίπρα δεν ταιριάζουν αγιογραφίες. Ούτε υπήρξε άγιος ούτε θέλησε να εμφανιστεί ως θαυματουργός Μωυσής, πράγμα που θα μπορούσε εύκολα να κάνει με μερικά δισεκατομμύρια δωρεά σε καναλάρχες και εκδότες. Αντιθέτως, παρά τις ικανότητες και τα χαρισματικά στοιχεία του πολιτικού του χαρακτήρα, δεν επέτρεψε να υπάρχει καν ένα εικόνισμά του για να το προσκυνάνε. Ηταν η εικονοκλαστική του αντίληψη και η σεμνότητά του που επέτρεψαν σε πολλούς εχθρούς και συντρόφους του να τον θεωρούν προσφερόμενο να ποδοπατηθεί.
Ο Μητσοτάκης ήταν από αυτούς που πρωτοστάτησαν στη δολοφονία χαρακτήρα του Τσίπρα. Ηταν η φύση του, η ταξική του αντίληψη και η ιδιοκτησιακή αντίληψη για την εξουσία που τον έκαναν εχθρό του Τσίπρα, χωρίς όρους, όρια και ηθική.
Να θυμίσω μόνο πως όταν ο Τσίπρας πήγαινε για να διαπραγματευτεί με τη Μέρκελ και το ΔΝΤ (για μέτρα που το ίδιο το ΔΝΤ αποκάλεσε αργότερα σκληρά και άδικα) ο Μητσοτάκης είχε δηλώσει ότι είναι σύμφωνος με τα μέτρα που ζητάει το ΔΝΤ και πως οι ιδιωτικοποιήσεις πρέπει να γίνουν επιθετικά αφού πουληθεί η δημόσια περιουσία.
Ο Αλέξης Τσίπρας μπήκε στην πολιτική με μία μηχανή και εν πολλοίς φεύγει με τα ίδια περιουσιακά στοιχεία, εν αντιθέσει με άλλους συναδέλφους του. Φεύγει καβάλα στην παλιά μηχανή, υπερήφανος για όσα έκανε και όσα δεν πούλησε, και θα επιστρέψει όταν κρίνει ότι πρέπει. Είμαι σίγουρος ότι θα γράψει τα δικά του «Hμερολόγια μοτοσικλέτας». Σίγουρα όχι όπως ο Τσε, αλλά το πολιτικό του ταξίδι και η καταγραφή του θα στοιχειώσουν πολλούς.