Η ζωή με τον HIV

Η ζωή με τον HIV

«Είναι σχεδόν όπως πολλές άλλες ανίατες ή χρόνιες παθήσεις. Υπάρχουν_x000D_
όμως κάποια ζητήματα στην καθημερινότητά σου τα οποία δεν είναι ίδια για όλους_x000D_
τους ανθρώπους που έχουν τον ιό HIV. Oλα εξαρτώνται από τον άνθρωπο, τον_x000D_
οργανισμό και την ψυχολογία». 

Με αυτά τα λόγια περιγράφει ο 38άχρονος Γιάννης τα βασικά χαρακτηριστικά, ξεκαθαρίζοντας από την αρχή της συζήτησης ότι «το να έχεις τον ιό του HIV δεν σημαίνει ότι πάσχεις από AIDS. Συνδέονται αλλά και δεν συνδέονται ταυτόχρονα. Σήμερα αυτό που βιώνουμε πολλοί είναι ότι χάρη στη βελτίωση και των επιστημών της υγείας και της φαρμακευτικής επιστήμης και με τη θεραπεία που λαμβάνουμε καθημερινά μπορούμε να καθυστερήσουμε πάρα πολύ να νοσήσουμε από το AIDS».

Oντας γκέι και ενεργός σεξουαλικά από μικρή ηλικία, εξεταζόταν εδώ και πολλά χρόνια συστηματικά για αφροδίσια νοσήματα συμπεριλαμβανομένου του συγκεκριμένου ιού. Πριν από έξι χρόνια διαγνώστηκε θετικός στον HIV. Αν και πλήρως ενημερωμένος, παραδέχεται ότι τις πρώτες μέρες στενοχωρήθηκε και πανικοβλήθηκε, προσπαθώντας όμως να κρατήσει την ψυχραιμία του.

«Οι δικοί μου άνθρωποι ωστόσο το πρώτο πράγμα που αισθάνθηκαν, το ένιωθα, ήταν λύπη και οίκτος. Ηταν χαρακτηριστικό και το είχα διαβάσει ότι είναι κρίσιμο να μη φτάσεις στο σημείο να παρηγορείς εσύ τους άλλους ανθρώπους αντί εκείνοι εσένα» λέει διηγούμενος τις πρώτες αντιδράσεις του περίγυρού του. «Κάπως έτσι μπήκα σ’ αυτή την περιπέτεια» προσθέτει.

Διαπόμπευση και φόβος για όλους τους ασθενείς

Βρισκόμασταν στις αρχές του 2012 όταν τα γεγονότα με τη διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών ανέδειξαν περισσότερο από κάθε άλλη φορά το κοινωνικό στίγμα με το οποίο περιβάλλεται η συγκεκριμένη ασθένεια. Υπενθυμίζεται ότι 27 γυναίκες συνελήφθησαν σε επιχείρηση-σκούπα της αστυνομίας με την κατηγορία ότι «εκδίδονταν και μετέδιδαν τον ιό του HIV/AIDS». Στη συνέχεια υποχρεώθηκαν σε εξετάσεις και δημοσιοποιήθηκαν τα στοιχεία και οι φωτογραφίες τους. Η διαπόμπευση βασίστηκε στην υγειονομική διάταξη 39Α για τον «περιορισμό της διάδοσης λοιμωδών νοσημάτων» του υπουργού Υγείας Ανδρέα Λοβέρδου η οποία καταργήθηκε για λίγο τον Μάιο του 2013 από την υφυπουργό Υγείας Φωτεινή Σκοπούλη, μέχρι να αναλάβει έναν χρόνο μετά αρμόδιος υπουργός ο Αδωνης Γεωργιάδης ο οποίος την επανέφερε. Τελικά απόσυρθηκε οριστικά τον Απρίλιο του 2015.

Οι κατηγορίες στη συνέχεια κατέπεσαν και τέσσερα χρόνια μετά υπήρξε πλήρης αθώωση, ωστόσο η διαπόμπευση, η πολιτική ευθύνη γι’ αυτή την επιλογή –λίγες μέρες μάλιστα πριν από τις εκλογές–, ο κανιβαλισμός και η δίψα για αίμα από μερίδα των ΜΜΕ –κάτι που εμφανίστηκε ξανά στη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου– ανέδειξαν την εχθρικότητα και το στίγμα που μπορεί να περιβάλλουν την ασθένεια. «Η βλάβη που μας έγινε θα κυνηγάει αιώνια εμάς και τα παιδιά μας» έγραψε μεταξύ άλλων στο τελευταίο σημείωμά της προτού δώσει τέλος στη ζωή της η Κατερίνα, μια από 27 οροθετικές.

«Αρχικά ένιωσα φόβο, έπειτα θλίψη και τελικά θυμό σε σχέση με το ελληνικό κράτος. Για τις γυναίκες αυτές μόνο αγάπη» απαντά ο Γιάννης για το πώς βίωσε τα γεγονότα εκείνης της περιόδου.

«Το κοινωνικό ζήτημα είναι πολύ ισχυρό. Υπάρχει τεράστια άγνοια. Tο πώς εμφανίστηκε ο ιός HIV, δηλαδή ότι δήθεν ξεκίνησε από περιθωριοποιημένες ομάδες. Κι αυτό ακολουθείται μέχρι σήμερα. Πώς γίνεται το 2018 να υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να κατανοήσουν ή επιλέγουν να μην ξέρουν το πώς κολλάς αυτό τον ιό! Για κάποιους ένας οροθετικός είναι δημόσιος κίνδυνος. Κάτι το οποίο φυσικά γνωρίζουμε ότι δεν ισχύει» εξηγεί ο 38άχρονος.

Διηγείται δυσκολίες που μπορεί να αντιμετωπίζει ένας οροθετικός στην καθημερινότητά του, όπως οι συχνές εξετάσεις στις οποίες πρέπει να υποβάλλεται και πώς αυτές κάποιες φορές είναι δύσκολο να τις δικαιολογήσεις στη δουλειά σου.

«Η ζωή ενός οροθετικού, ακόμη κι αν είναι λειτουργικός στη δουλειά του, έχει απαιτήσεις. Υπάρχουν περαιτέρω αναλύσεις που πρέπει να κάνει και ψυχανάλυση και όλα αυτά κοστίζουν» λέει. Μάλιστα λόγω της κρίσης τα τελευταία χρόνια υπάρχει ζήτημα κάποιες φορές με την έγκαιρη παραλαβή φαρμάκων αλλά και με κάποιες εξετάσεις σε δημόσια νοσοκομεία.

«Βρέθηκαν κι άλλοι στο κοντινό μου περιβάλλον»

Ο ίδιος ανήκει στην κατηγορία αυτών που εξαρχής ο οργανισμός τους αντέδρασε άμεσα στη θεραπευτική αγωγή. Εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα, χωρίς να έχει αντιμετωπίσει κάποιο εμπόδιο. Aυτό όμως σχετίζεται και με το ότι δεν το έχει γνωστοποιήσει στο επαγγελματικό περιβάλλον του. «Είμαι ανοιχτά ομοφυλόφιλος, δεν το κρύβω, ωστόσο το ζήτημα της οροθετικότητας εξηγείται σε πολύ πιο κλειστό κύκλο απ’ ό,τι η σεξουαλικότητα».

Ωστόσο, όπως λέει, τον βοήθησε πολύ όταν διαπίστωσε πως αρκετοί απ’ όσους το ανακοίνωσε είναι οροθετικοί. «Βρήκα ανθρώπους από το κοντινό μου περιβάλλον που δεν είχαν μοιραστεί κάτι, αλλά στο άκουσμα ότι είμαι κι εγώ, ουσιαστικά με βοήθησαν πάρα πολύ».

Και οι φόβοι; Υπάρχουν φόβοι που περνούν απ’ το μυαλό του; «Ο μεγαλύτερός μου φόβος είναι να μην εκθέσω τον σύντροφό μου σε κάτι τέτοιο. Οσες προφυλάξεις και να πάρεις πάντα υπάρχει αυτή η μικρή, απειροελάχιστη πιθανότητα να συμβεί κάτι και να επηρεάσεις έναν άλλον άνθρωπο».

Η οροθετικότητα είναι κατάσταση η οποία, όπως οποιαδήποτε άλλη ασθένεια, δεν χρειάζεται ούτε κάποιο στίγμα να τη συνοδεύει αλλά ούτε το υπερβολικό νοιάξιμο που κάνει τον πάσχοντα να παρανιώθει άρρωστος. Γιατί το σημαντικότερο που έχει να κάνει ένας οροθετικός για τον εαυτό του, όπως λέει κι ο Γιάννης, είναι «να αγαπήσει τον εαυτό του και τη ζωή ξανά».

INFΟ

Τα πραγματικά στοιχεία του «Γιάννη» βρίσκονται στη διάθεση της εφημερίδας

Ετικέτες

Documento Newsletter