Η ζωή εν τάφω

Οσοι είχαν πιστέψει ότι ο Νυμφίος θα ερχόταν όχι εν τω μέσω της νυκτός αλλά εν τω μέσω του καύσωνος και θα μας απάλλασσε από την πανδημία διαψεύστηκαν οικτρά. Η Covid-19 είναι ακόμη εδώ, παρά τα επιστημονικά βήματα που έχουν σημειωθεί με τα εμβόλια.

Συγκρίνοντας ωστόσο το Πάσχα του ’20 με αυτό του ’21, οι διαφορές είναι εμφανείς. Την περσινή χρονιά οι απανταχού ιθύνοντες ξέροντας καλά ότι η επιβίωση προηγείται της διαβίωσης πόνταραν στην ικανότητα προσαρμογής του ανθρώπινου είδους και άπλωσαν ένα τεράστιο δίχτυ φόβου. Φέτος ο μεγάλος ηττημένος δεν είναι βέβαια ο ιός, αλλά η πίστη γενικώς είτε απέναντι στους πολιτικούς είτε στους επιστήμονες. Οι πολίτες λοιπόν ξεθάρρεψαν και δραπετεύουν άρον άρον

από την πολιορκημένη ελευθερία τους. Ως σύγχρονοι Μεσολογγίτες θα ήθελαν μια έξοδο στις πλατείες ή στα χωριά τους για να οικειοποιηθούν ξανά τον κοινωνικό χώρο που δικαιωματικά τους ανήκει. Σε ένα ασυνείδητο επίπεδο ίσως και για να ακυρώσουν την υπερφίαλη αυταρέσκεια των κυβερνώντων και να τρυγήσουν τους χυμούς της ζωής μεταξύ ουτοπίας και δυστοπίας. Και αφού το λιομάζωμα έχει τελειώσει, ο δε θερισμός και τρύγος αργούν ακόμη, επινοούν άλλους τρόπους απόδρασης. Μεταφέρουν π.χ. φάρμακα και τρόφιμα για φιλανθρωπική οργάνωση, σπεύδουν να επισκευάσουν τα υδραυλικά ή μεταμφιέζονται σε Ντόρα Μπακογιάννη. Απέναντί τους χιλιάδες αστυνομικοί και δεκάδες drones που θα κατασκοπεύουν αν γεύτηκαν την τραγανή πέτσα πάνω από δώδεκα άτομα. Οσοι δεν ταξιδέψουν στο Ντουμπάι ή θα μείνουν στις πόλεις τους θα λιμπίζονται

τα αφράτα τσουρέκια της Θεσσαλονίκης που έχει δικαίωμα να απολαμβάνει μόνον ο πρωθυπουργός. Οι Αθηναίοι αντίθετα θα παρηγορηθούν με τους κακόγουστους κούνελους του Πατούλη που τους εύχονται «Καλό Πάσχα», για να επιβεβαιωθεί ότι οι πολιτικοί ανέκαθεν στερούνταν αισθητικής.

Ολα αυτά είναι όχι μόνο ευτράπελα αλλά και αντιφατικά σχετικά με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης. Κανείς δεν μας εξήγησε γιατί ο ιός θα μεταδίδεται στις 2 Μαΐου και όχι στις 3 που ανοίγει η εστίαση. Φαίνεται σαν να θέλουν να τιμωρήσουν την περιβόητη κοινότητα, αφού η αγελαία συμπεριφορά της φταίει για όλα. Να μην ακούσουν επομένως οι Ελληνες το «Ω γλυκύ μου έαρ» κάτω από τις ανθισμένες νεραντζιές, να μην ασπρίσουν με φρέσκο ασβέστη τα κλειστά τόσο καιρό σπίτια τους.

Τα πάνω από δέκα χιλιάδες θύματα του κορονοϊού ξεπέρασαν

τους νεκρούς των δύο βαλκανικών πολέμων και οδεύουμε ολοταχώς να υπερβούν και αυτούς του αλβανικού μετώπου, από τις ανεπάρκειες της κυβέρνησης που σαν να επαναλαμβάνει κυνικά τα λόγια του Φρόιντ: «Ο καθένας μας χρωστάει στη φύση έναν θάνατο και πρέπει να είναι προετοιμασμένος να εξοφλήσει το χρέος». Ας σταματήσει λοιπόν τους γόους υστερικής σειρήνας κι ας πάψει να υποκρίνεται ότι κινδυνεύουμε μόνο τις ημέρες του Πάσχα.

Το κυλώνειο άγος που πλανιέται εδώ και έναν χρόνο στη χώρα θα βαραίνει επίσης και τους ειδικούς με τις ανακολουθίες τους. Γιατί όλοι μαζί αντικατέστησαν το δίλημμα «τον Ιησούν ή τον Βαραββά» με το «τον Ελληνα ή τον τουρίστα» και αποφάσισαν υπέρ του δευτέρου. Γι’ αυτό και υποψιαζόμαστε ότι τα μόνα που θα αναστηθούν θα είναι τα τριάκοντα αργύρια.

H Χρύσα Κακατσάκη είναι φιλόλογος ιστορικός Τέχνης