Το 2023 που φεύγει δεν αφήνει τις καλύτερες εντυπώσεις στα ελληνικά νοικοκυριά. Μάλλον το ακριβώς αντίθετο. Ακρίβεια, πληθωρισμός, υψηλά επιτόκια και χρέος δημιουργούν συνθήκες γενικής ανασφάλειας στο μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού και οι εκτιμήσεις όλων είναι ότι θα συνεχιστούν και το 2024. Η χρονιά του δράκου για το κινεζικό ωροσκόπιο δεν προβλέπεται να φέρει καλύτερες συνθήκες διαβίωσης για τα ελληνικά νοικοκυριά. Τα 428 δισ. ευρώ του δημόσιου χρέους και τα 250 δισ. του ιδιωτικού δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για καλύτερες ημέρες στην οικονομία, όσο κι αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη πανηγυρίζει για τις υποτιθέμενες επιτυχίες της. Είναι φανερό ότι τους πανηγυρισμούς δεν συμμερίζεται ούτε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, που μόνο εχθρό του Μαξίμου δεν μπορεί κανείς να τον πει. Η ακρίβεια που κατατρώει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς θα συνεχιστεί όχι μόνο το 2024 αλλά και το 2025. Οι ανατιμήσεις στα ράφια των σουπερμάρκετ θα είναι της τάξης του 5% με την πρώτη ημέρα λειτουργίας τους τη νέα χρονιά. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αρνείται κατηγορηματικά να πάρει μέτρα για τον περιορισμό της κερδοσκοπίας, αποσκοπώντας στην αύξηση των εσόδων στα κρατικά ταμεία. Είναι από τις λίγες φορές που ενώ το κράτος κερδοσκοπεί απροκάλυπτα η κυβέρνηση όχι μόνο ποιεί την νήσσαν αλλά προπαγανδίζει ότι τα χρήματα επιστρέφουν στους πολίτες μέσω των κάθε λογής pass ή των καλαθιών βοήθειας. Οι διεθνείς οργανισμοί δεν είναι καθόλου αισιόδοξοι για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας το 2024. Και η ελληνική οικονομία ως μια από τις πιο ευάλωτες της ΕΕ βρίσκεται στη δυσκολότερη θέση. Οι πολίτες δεν αναμένεται να δουν τα οικονομικά τους να βελτιώνονται – αντίθετα, το εισόδημά τους θα υποστεί νέα μείωση λόγω του πληθωρισμού. Η χρονιά του δράκου θα κατασπαράξει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς ενώ η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν θα κάνει τίποτε για να το αποτρέψει. Αλλά αυτή την έλλειψη θέλησης θα πρέπει κάποια στιγμή να τη συνειδητοποιήσουν οι ψηφοφόροι.