Η χαρμολύπη της εθνικής

Η χαρμολύπη της εθνικής

H εθνική μπάσκετ πήγε στο Παγκόσμιο Κύπελλο με ένα ασήκωτο «πρέπει» στην καμπούρα της. «Πρέπει να αποδείξετε ότι είστε αντάξιοι της κληρονομιάς, παρόλο που οι θεοί του μπάσκετ θα σας ροκανίσουν τα πόδια και θα σας πιουν το αίμα». Η απώλεια του Μήτογλου δύο μέρες πριν από το τζάμπολ έμοιαζε με χαριστική βολή, αλλά οι νάρκες ξεκίνησαν να σκάνε πολύ νωρίτερα: νοκ άουτ λόγω τραυματισμού ο αίφνης άφαντος Γιάννης Αντετοκούνμπο (με βασανιστική αναμονή μέχρι τον Δεκαπενταύγουστο), εκτός νυμφώνος λόγω κόπωσης οι Σλούκας, Καλάθης, έξω ο Ντόρσεϊ, έξω ο Αγραβάνης, μέσα όλοι κι όλοι έξι έμπειροι (που οι περισσότεροι προέρχονταν από κακή χρονιά) και πέντε άγουροι: Ουόκαπ, Λαρεντζάκης, Παπανικολάου, Παπαπέτρου, Παπαγιάννης, Θανάσης και Λούντζης, Ρογκαβόπουλος, Μποχωρίδης, Μωραΐτης, Χατζηδάκης. Στον κανονικό κόσμο αυτή η ετερόκλητη ενδεκάδα δεν έχει καμία δουλειά στους 16 ενός Μουντομπάσκετ, πόσο μάλλον να διεκδικεί με αξιώσεις θέση στα προημιτελικά. Στη γειτονιά της «επίσημης αγαπημένης», όμως, οι κανόνες είναι διαφορετικοί. Η ομάδα ανασκουμπώθηκε, έδειξε αυταπάρνηση, επιστράτευσε τα διδάγματα της ελληνικής σχολής, ελίχθηκε προσεκτικά ανάμεσα τους σκοπέλους και λύγισε μόνο όταν συνάντησε εμπόδιο υψηλότερο από το μπόι της. Εάν έπαιζε πλήρης, μπορεί να διεκδικούσε μετάλλιο. Με αυτήν τη σύνθεση το άλλοθι ήταν το πολυτιμότερο εφόδιο στις αποσκευές της. Η πανστρατιά που –στα χαρτιά– είχε κηρυχτεί για φέτος αναβάλλεται για το καλοκαίρι του 2024, κύκνειο άσμα για τη γενιά των Παπανικολάου, Καλάθη, Σλούκα και ίσως για τον ίδιο τον 30άρη Γιάννη. Σε κάθε περίπτωση, η περιπέτεια της Μανίλα αφήνει γεύση χαρμολύπης. Η ομάδα άπλωσε με θάρρος τα χέρια για να αγγίξει το ταβάνι της και υπενθύμισε σε αυτήν και αλλήλους τη δυναμική της. Θα πλησίαζε τα όρια του εξωφρενικού να της ζητηθεί κάτι παραπάνω.

Documento Newsletter