Η παρουσίαση μιας είδησης ή γνώμης από διαπλεκόμενα ΜΜΕ ή άλλα κέντρα διαμόρφωσης ψευδολογιών με τρόπο υπερβολικό, καθώς επίσης και τα εξόφθαλμα ψεύδη που διασπείρονται στην κοινωνία εξωθούν την κοινή γνώμη στη χλεύη και την ειρωνεία άλλοτε εις βάρος του Μέσου και άλλοτε του ίδιου του δημοσιογράφου, προτείνοντας δηκτικά… Βραβείο Πούλιτζερ.
Κι όμως στην πραγματικότητα δεν χωρούν ειρωνεία και δηκτικότητα, καθώς το όνομα του Πούλιτζερ μαζί με αυτό του εκδότη Γουίλιαμ Χερστ συνδέεται άμεσα με τον κίτρινο Τύπο.
Ο Πούλιτζερ, πριν «εκβιάσει» με δωρεές και χορηγίες το Πανεπιστήμιο Κολούμπια που απονέμει το γνωστό βραβείο έντυπης δημοσιογραφίας, υπήρξε ο ανενδοίαστος εκδότης της εφημερίδας «New York World», που άλλαξε τη θεματολογία της δημοσιεύοντας καθημερινές ιστορίες χυδαίου περιεχομένου και ωμού τρόμου προκειμένου να προκαλέσει την κοινή γνώμη, αυξάνοντας έτσι τις πωλήσεις της. Το 1885 o Πούλιτζερ προσέλαβε τον δημιουργό κόμικ Ρίτσαρντ Φέλτον Αουτκολτ, ο οποίος θεωρείται από τους πρωτοπόρους της ένατης τέχνης. O Αουτκολτ τον Φεβρουάριο του 1895 παρουσίασε για πρώτη φορά στη «New York World» το διάσημο κόμικ στριπ «Κίτρινο παιδί», που στην ουσία θεμελίωσε τον κίτρινο Τύπο. Αυτός ο χαρακτήρας ήταν ένα ατίθασο αγόρι με μεγάλη απήχηση στο ενήλικο αναγνωστικό κοινό της εποχής λόγω του χυδαίου τρόπου έκφρασης, του λαϊκισμού αλλά και των ρατσιστικών μηνυμάτων που περνούσε.
Ο Αουτκολτ λίγο αργότερα προσλήφθηκε στην εφημερίδα του εξίσου ακραίου με τον Πούλιτζερ και ανταγωνιστή του, Χερστ, συνεχίζοντας τη δημοσίευση ιστοριών του «Κίτρινου παιδιού». Ο Χερστ μάλιστα, ως συνεργάτης και υποστηρικτής της ναζιστικής Γερμανίας, μέσα από την προπαγάνδα της εφημερίδας του κατάφερε να πείσει εκατομμύρια για ανύπαρκτες σφαγές και εκτελέσεις στην Ουκρανία από Σοβιετικούς. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο εκδοτών και
οι περιπέτειες του «Κίτρινου παιδιού», το οποίο κυκλοφορούσε και στις δύο εφημερίδες ταυτόχρονα, συνεχίστηκαν με απίστευτα, φοβερά δημοσιεύματα, που αποσπούσαν τεράστιο μερίδιο αναγνωστικού κοινού και πρόσφεραν μεγάλα ποσά στα ταμεία των εκδοτών. Ο αθέμητος ανταγωνισμός και ο μεγάλος εκδοτικός πόλεμος βέβαια είχαν ως θύμα την αλήθεια και έθεσαν τις βάσεις για τις μεθόδους προπαγάνδας και κιτρινισμού.
Η σημερινή δημοσιογραφική ατμόσφαιρα αξίζει όσο ποτέ άλλοτε μια «αναγνώριση», καθώς ο Τύπος ακολουθεί τακτικές όμοιες με εκείνες στην Αμερική. Στην αρένα της εκδοτικής επικράτησης το ίδιο το κράτος, ως οικονομικός αιμοδότης καταχρεωμένων συγκροτημάτων, ελπίζει μόνο σε λίγο ακόμη χρόνο ζωής. Ο εκφυλισμός της ενημέρωσης είναι γνωστός εδώ και χρόνια, αλλά κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι βρισκόταν σαν τη γάτα Ιμαλαΐων στη γωνία. Ο κιτρινισμός της ενημέρωσης έκανε αφενός τους αναγνώστες πιο δύσπιστους, αφετέρου όμως πιο ικανούς όχι μόνο να διαμορφώνουν γνώμη για ζητήματα που απασχολούν τη δημόσια σφαίρα, αλλά και να απαιτούν ευπρεπή ενημέρωση. Ο αναγνώστης διαθέτει εκείνα τα εργαλεία ώστε να μπορεί να διακρίνει τη σκανδαλοθηρία από την πραγματική αποκάλυψη οικονομικών και πολιτικών σκανδάλων. Η ποιότητα, η μαχητικότητα, το κύρος, η καλλιέργεια και η κοινωνική ευαισθησία εκείνων που διοικούν και εργάζονται σε ένα Μέσο συνεκτιμώνται από το σύγχρονο αναγνωστικό κοινό, το οποίο μάλιστα είναι ταυτόχρονα και πιο αυστηρό στην κριτική του.
Τα μέσα της προπαγάνδας και του κίτρινου Τύπου μπορεί να διαθέτουν κρατικό χρήμα για να επιβιώνουν, όμως έχουν κριθεί από την κοινωνία. Σε τελευταία ανάλυση, η κοινωνία γνωρίζει ότι η απόκρυψη της αλήθειας είναι πιο δαπανηρή διαδικασία από την αποκάλυψή της. Οσο επιμελώς κεκαλυμμένος και αν είναι, ο κιτρινισμός πάντα θα αποκαλύπτεται ως η εκφυλιστική ωχρά κηλίδα της δημοσιογραφικής στρέβλωσης και η χαμέρπεια και ασχημοσύνη της ενημέρωσης στην Ελλάδα, που πράγματι δικαιούται Βραβείο Πούλιτζερ.
Ο Ευάγγελος Κωνσταντέλος είναι ακαδημαϊκός – εικαστικός