Η Βρετανία των συσσιτίων

Η φτώχεια απλώνεται ανησυχητικά σε όλο και ευρύτερα στρώματα της βρετανικής κοινωνίας.

Όλο και περισσότεροι Βρετανοί καταφεύγουν στις τράπεζες τροφίμων για να τα βγάλουν πέρα. Η τάση προϋπήρχε της κρίσης που έφερε ο κορονοϊός, η πανδημία όμως έχει επιταχύνει τον ρυθμό με τον οποίο εξαθλιώνονται οι πολίτες.

Πίσω από τη λάμψη του πολυδιαφημισμένου ραντεβού των επτά πιο πλούσιων χωρών στο Κάρμπις Μπέι της Κορνουάλης παίχτηκε ένα άλλο έργο που δεν συγκέντρωσε τα φώτα της δημοσιότητας. Οι σημαντικότεροι άνθρωποι του κόσμου προστατεύονταν από ορδές χιλιάδων πρακτόρων ασφαλείας και αστυνομικούς. Πολλοί από αυτούς δεν επέλεξαν να φάνε το συσκευασμένο πρωινό που προβλεπόταν, με αποτέλεσμα να περισσέψουν.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα του βρετανικού Τύπου, τα περισσεύματα –περί τις 3.000 μερίδες– υπολογίζονται σε επτά διόλου ευκαταφρόνητους τόνους. Αυτοί κατέληξαν σε μια τράπεζα τροφίμων στην Κορνουάλη. Πολλά από τα επιδόρπια έχουν ήδη μοιραστεί σε τοπικά σχολεία και καταφύγια αστέγων, ενώ τα υπόλοιπα έχουν φυλαχτεί σε ψυγεία για κατανάλωση σε μεταγενέστερο χρόνο.

Τάση αύξησης

Ακόμη και πριν από την κρίση του κορονοϊού οι τράπεζες τροφίμων χρησιμοποιούνταν με ανησυχητικούς ρυθμούς. Σύμφωνα με στοιχεία του Trussell Trust, που διατηρεί ένα δίκτυο 1.200 τραπεζών τροφίμων, πάνω από 1,9 εκατομμύριο πακέτα διανεμήθηκαν το έτος μέχρι τον Μάρτιο του 2020, σημειώνοντας αύξηση 18% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ μέχρι τον Απρίλιο του 2021 διένειμαν 2,5 εκατ. πακέτα, το 1 εκατομμύριο για παιδιά. Κάθε πακέτο περιέχει αρκετό φαγητό για τρία γεύματα την ημέρα για τρεις ημέρες: διανεμήθηκαν δηλαδή περίπου 23 εκατομμύρια γεύματα! Ωστόσο τα πακέτα που διένειμαν δέκα χρόνια πριν ήταν μόλις 60.000…

Στη Βρετανία πάνω από 900.000 πολίτες χρειάστηκε να χρησιμοποιήσουν τη βοήθεια μιας τράπεζας τροφίμων πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας. Αυτό αντιπροσωπεύει το 2,5% του συνόλου των νοικοκυριών της χώρας για το διάστημα 2019-20. Ορισμένοι άνθρωποι στην αρχή του 2020 ζούσαν με μόλις £248 τον μήνα κατά μέσο όρο, μετά την αφαίρεση του κόστους για τη στέγαση.

Η πείνα, σύμφωνα με το Trussell Trust, δεν έχει να κάνει τόσο με την έλλειψη φαγητού όσο με τους πολίτες που δεν έχουν αρκετό εισόδημα για τα βασικά, με το ποσό αυτό να πρέπει να καλύψει τα έξοδα θέρμανσης, λογαριασμούς δημόσιων υπηρεσιών, δημοτικούς φόρους, φαγητό και άλλα χρειώδη. Στην έκθεσή του για την κατάσταση της πείνας για το 2021 προέκυψε ότι το 95% των ανθρώπων που απευθύνθηκαν σε αυτό από τον Μάρτιο του 2019 έως τον Μάρτιο του 2020 για βοήθεια ζούσε σε πλήρη εξαθλίωση, χωρίς την ικανότητα να εξασφαλίσει τροφή και στέγη.

Ούτε καν επίδομα

Μέχρι τον Ιούνιο του 2020, εννιά στα δέκα νοικοκυριά που ζήτησαν βοήθεια ήταν υπερχρεωμένα, ενώ έξι στα δέκα είχαν ληξιπρόθεσμες οφειλές σε δημόσιες υπηρεσίες και απλήρωτα δάνεια. Όμως το ποσοστό που ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα είναι ότι σχεδόν οι μισοί (47%) από τους ωφελούμενους των τραπεζών τροφίμων χρωστούσαν στο υπουργείο Εργασίας. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν δικαιούνται κανένα επίδομα!

Η διευθύντρια του Trussell Trust Εμα Ρέβι σε συνέντευξή της στον «Guardian» είπε ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να κάνει προτεραιότητά της την εξάλειψη της φτώχειας. Η Ρέβι απαρίθμησε τους λόγους για την αυξανόμενη εξάρτηση από τις τράπεζες τροφίμων: χρόνια παγώματος επιδομάτων και παροχών που δεν παρακολουθούν το κόστος ζωής, σημαντική μείωση της αξίας των παροχών σε πολίτες παραγωγικής ηλικίας, ενώ οι αιτούντες των πέντε εβδομάδων πρέπει να περιμένουν προτού λάβουν την καθολική πίστωση, «ωθώντας τους στο χρέος και σε τράπεζες τροφίμων».

«Γνωρίζουμε ότι για την πλειονότητα των ατόμων που έρχονται η κύρια πηγή εισοδήματος είναι το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και αυτό που μας λένε είναι ότι “δεν αρκεί να καλύψουμε τα βασικά”» δήλωσε χαρακτηριστικά.

Οι αριθμοί της κατάρρευσης του κράτους πρόνοιας

Η φιλανθρωπική οργάνωση Church Action on Poverty μελετώντας στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας οδηγήθηκε στα παρακάτω συμπεράσματα:

• Tο 43% των νοικοκυριών με καθολική πίστωση «αντιμετωπίζει χαμηλή ή πολύ χαμηλή επισιτιστική ασφάλεια – πάνω από πέντε φορές σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο του 8% σε όλα τα νοικοκυριά.

• Tο 26% των νοικοκυριών που παίρνουν επιδόματα έχει πολύ χαμηλή επισιτιστική ασφάλεια – περισσότερο από έξι φορές πάνω από τον εθνικό μέσο όρο του 4% για όλα τα νοικοκυριά. Τα επιδόματα των οποίων οι δικαιούχοι αντιμετωπίζουν χαμηλά ή πολύ χαμηλά επίπεδα επισιτιστικής ασφάλειας ήταν τα εξής:

• Υποστήριξη εισοδήματος (36%).

• Επίδομα ατόμων που αναζητούν εργασία (37%).

• Επίδομα στήριξης απασχόλησης (31%).

Επίσης, ένα στα τέσσερα νοικοκυριά που λαμβάνουν επίδομα κεφαλής οικογένειας και περισσότερα από ένα στα πέντε νοικοκυριά που λαμβάνουν επίδομα προσωπικής ανεξαρτησίας είναι επισιτιστικά επισφαλή.

Από τα στοιχεία προκύπτει επίσης ότι ορισμένες κοινωνικές ομάδες αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα επισιτιστικής ανασφάλειας:

• Το 31% των νοικοκυριών με μέλη σε ηλικία εργασίας που ζουν σε κοινωνική στέγη βιώνει επισιτιστική ανασφάλεια, σε σύγκριση με μόλις το 3% των νοικοκυριών με ιδιόκτητα σπίτια.

• Το 29% των μονογονεϊκών νοικοκυριών.

• Το 25% των νοικοκυριών με έναν ή περισσότερους άνεργους ενήλικες κάτω από την ηλικία συνταξιοδότησης.

• Το 19% των νοικοκυριών με έναν ή περισσότερους ενήλικες με αναπηρία κάτω από την ηλικία συνταξιοδότησης.

• Το 19% των μαύρων νοικοκυριών, σε σύγκριση με το 8% του γενικού πληθυσμού.