Η βουγονία του Λάνθιμου και ο μύθος της «άσπιλης» Ακρόπολης

Η βουγονία του Λάνθιμου και ο μύθος της «άσπιλης» Ακρόπολης
Τελετουργία της Βουγονίας κατά τα «Γεωργικά» του Βιργιλίου (Λυών 1517, άγνωστου δημιουργού)

Το ΚΑΣ αρνήθηκε στον Γιώργο Λάνθιμο την άδεια γυρισμάτων στην Ακρόπολη με την αιτιολογία ότι οι σκηνές του φιλμ «Βugonia» είναι ασύμβατες με τους συμβολισμούς της. Η Ιστορία όμως μαρτυρά το αντίθετο.

Η πρόσφατη άρνηση έκδοσης άδειας γυρισμάτων στην Ακρόπολη για την ταινία «Βugonia» του Γιώργου Λάνθιμου προκάλεσε μεγάλη συζήτηση, με έμφαση στο σκεπτικό της απόφασης του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) πως «οι σκηνές που προτείνεται να κινηματογραφηθούν στον μνημειακό χώρο είναι ασύμβατες με τους συμβολισμούς που εκπέμπει και τις αξίες που προβάλλει η Ακρόπολη και ιδιαιτέρως ο Παρθενώνας, ως ένα οικουμενικό μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς».

Τα μέλη του ΚΑΣ δεν είχαν κανέναν ενδοιασμό να περιγράψουν δημόσια την κινηματογραφική σκηνή που θα γυριζόταν, παραβιάζοντας τους όρους εμπιστευτικότητας του σεναρίου που τους είχε υποβληθεί. Οπως δεν είχαν και καμία συστολή –ως παντογνώστες που είναι ασφαλώς– να αντιπροτείνουν άλλους χώρους κατάλληλους για τα γυρίσματα, να κάνουν ρεπεράζ στην ταινία του Λάνθιμου. Το μόνο που δεν έκαναν ήταν αυτό που τους αντιστοιχούσε: να εξηγήσουν την «ασυμβατότητα» που διαπίστωσαν, να ονοματίσουν τους συμβολισμούς και τις αξίες της Ακρόπολης που θεωρούν ότι προστατεύουν με την απόφασή τους.

Θα έκριναν πως είναι περιττό. Προφανώς. Ολοι αντιλαμβάνονται άλλωστε ότι η απόφαση αυτή αποκαλύπτει πως παραμένει κυρίαρχη μια στρεβλή και αποστειρωμένη ανάγνωση της Ακρόπολης, η οποία εκλαμβάνεται μονοδιάστατα ως σύμβολο ενός ιδεατού, ένδοξου και αμόλυντου αρχαιοελληνικού παρελθόντος, ανυψωμένου στο βάθρο μιας ιερότητας, καλυμμένου με ένα πέπλο άσπιλης καθαρότητας και λαμπρής μνημειακότητας.

Ο αιματοβαμμένος Βράχος

Κι όμως, τα μέλη του ΚΑΣ –τουλάχιστον οι αρχαιολόγοι– γνωρίζουν καλά πως η Ακρόπολη δεν υπήρξε ποτέ ένας τόπος απαλλαγμένος από βία, θυσία και θάνατο, πραγματικό και συμβολικό. Σύμφωνα με τη μυθολογία μάλιστα, ο Ερεχθέας, ο ιδρυτής της πόλης των Αθηνών, εκείνος που θυσίασε την ίδια του την κόρη για να νικήσει στον πόλεμο τον Εύμολπο, τον γιο του Ποσειδώνα, είναι θαμμένος ακριβώς εκεί, εντός των τειχών της Ακρόπολης, στα θεμέλια του Ερεχθείου. Οι νεκροί μπορεί να μην ανήκουν στην πόλη, αλλά σε μια πράξη ύψιστου συμβολισμού η αρχή αυτή παραβιάζεται για τον ιδρυτή της.

Ο Ερεχθέας άλλωστε είναι εκείνος που έδωσε την πολιουχία στην Αθηνά και καθιέρωσε τη γιορτή των Παναθηναίων, κορυφαία στιγμή των οποίων είναι ο σφαγιασμός στον Παρθενώνα δεκάδων ζώων προς τιμήν της Αθηνάς. Ειδικά κατά τα Μεγάλα Παναθήναια αναφέρεται πως τελούνταν πολυάριθμες θυσίες, με σπουδαιότερη την εκατόμβη (ἑκατόν + βοῦς), δηλαδή τη θυσία εκατό βοδιών.

Η ίδια η λατρεία της θεάς Αθηνάς ήταν λοιπόν κάθε άλλο παρά αναίμακτη, ενώ η πομπή της θυσίας καλύπτει μεγάλο τμήμα στη ζωφόρο του Παρθενώνα, θέμα της οποίας –κατά την κρατούσα άποψη– είναι ακριβώς η πομπή των Παναθηναίων.

Σύμφωνα πάντως με την αρχαιολόγο Τζόαν Μπρέτον Κόνελι, η πομπή της ζωφόρου του Παρθενώνα δεν είναι καν αυτή των Παναθηναίων του 5ου π.Χ. αιώνα. Αντίθετα, όπως υποστηρίζει στο βιβλίο της «Το αίνιγμα του Παρθενώνα» (εκδ. Πατάκη, μτφρ. Κ. Σέρβη), το τελετουργικό που εικονίζεται στις πλάκες της και κορυφώνεται στο ανατολικό τμήμα πάνω από την είσοδο του ναού είναι αυτό της θυσίας της κόρης του Ερεχθέα. Μια συμβολική ανθρωποθυσία λοιπόν στον «Ιερό» Βράχο;

Στην Ακρόπολη άλλωστε μεταξύ πολλών άλλων αιματηρών θυσιών καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους τελούνταν και τα Διιπόλεια, όπου τιμώμενη θεότητα ήταν ο Δίας Πολιεύς. Η γιορτή ονομαζόταν και Βουφόνια, καθώς κατά την τελετή γινόταν ένας «φόνος βοδιού» και όχι μια συνηθισμένη θυσία. Σύμφωνα με την παράδοση, την εποχή του Ερεχθέα κάποιο βόδι έφαγε τις προσφορές όταν γιορτάζονταν τα Διονύσια κι ένας ιερέας το σκότωσε. Επειδή τότε απαγορεύονταν οι θυσίες ζώων, έψαξαν για τον δράστη και, καθώς αυτός το είχε σκάσει, καταδίκασαν τον πέλεκυ που έκανε τον φόνο. Στα Βουφόνια λοιπόν, την αναπαράσταση τρόπον τινά αυτής της παράδοσης, έχουμε μια θεσμοθετημένη συλλογική άρνηση ευθύνης, μια τελετουργική υποκρισία. Αυτό ακριβώς που θυμίζει και η απόρριψη της σκηνής του Λάνθιμου: ο θάνατος –και μάλιστα στη μορφή του φόνου– υπάρχει, αλλά, επισήμως, κάνουμε πως δεν τον βλέπουμε.

Μελετώντας εξάλλου τα Βουφόνια, ο καθηγητής Τζέρεμι ΜακΙνερνι κατέληξε πως οι διαμορφώσεις στον φυσικό βράχο που συνδέονται με το ιερό του Διός Πολιέως δεν σχετίζονται με κάποιον μεταγενέστερο στάβλο για τα βόδια του Δία, όπως έχει προταθεί, αλλά αποτελούν ρηχά χαντάκια σχεδιασμένα για την απομάκρυνση του αίματος και των υπολειμμάτων από τη θυσία και πως το συγκεκριμένο σφαγείο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί όχι μόνο για την τελετή των Διιπολείων, αλλά και για τις πολλές σφαγές που τελούνταν κατά τη γιορτή των Παναθηναίων, όταν έρεαν ρυάκια από αίμα.

Θάνατος πέρα από τον μύθο

Πέρα από τον μύθο και τις αιματηρές θυσίες ζώων, από την ιστορία του Βράχου της Ακρόπολης δεν λείπουν φυσικά και οι πραγματικοί θάνατοι ανθρώπων. Το επιβεβαιώνουν οι ανασκαφές που έφεραν στο φως ταφές από τα προϊστορικά μέχρι τα χριστιανικά χρόνια. Το μαρτυρούν τα αιματηρά γεγονότα που συνέβησαν εκεί:

Το 86 π.Χ. οι ρωμαϊκές λεγεώνες του Σύλλα σφαγιάζουν τους κατοίκους της Αθήνας. Οι δρόμοι σε ολόκληρη την πόλη, συμπεριλαμβανομένης της Ακρόπολης, βάφονται με αίμα και γεμίζουν πτώματα.

Το 1687, με τον βομβαρδισμό του Παρθενώνα από τον Μοροζίνι, τριακόσιοι Τούρκοι βρίσκουν τον θάνατο και τα πτώματά τους παραμένουν άταφα για τρεις μέρες.

Εκατοντάδες είναι οι νεκροί, Ελληνες και Οθωμανοί, άντρες και γυναίκες, μαχητές αλλά και θύματα της πείνας, που θάφτηκαν πρόχειρα σε ρηχά ορύγματα στην Ακρόπολη και παρέμειναν για δεκαετίες εκεί, μετά την πολιορκία του Βράχου το 1822 από τους Ελληνες και το 1826-7 από τους Οθωμανούς που ανακατέλαβαν την οχυρή θέση.

Ολα αυτά τα γνωρίζουν, ασφαλώς, τα μέλη του ΚΑΣ. Οπως γνωρίζουν και για τη δολοφονία του Οδυσσέα Ανδρούτσου, του ήρωα της μάχης στο Χάνι της Γραβιάς, που βρέθηκε νεκρός από χέρια ελληνικά τα ξημερώματα της 5ης Ιουνίου 1825 στο λιθόστρωτο πλάτωμα μπροστά στον ναό της Απτέρου Νίκης. Είχε προηγηθεί ένας μήνας φυλάκισής του στον διπλανό ενετικό πύργο, ο οποίος –τι ειρωνεία– γκρεμίστηκε αργότερα, στο πλαίσιο «κάθαρσης» του βράχου από τα μεταγενέστερα της κλασικής εποχής κτίσματα… Οπως γνωρίζουν και για το εκτεταμένο μουσουλμανικό νεκροταφείο στα ριζά του βράχου της Ακρόπολης, που ξεκινούσε μπροστά ακριβώς από τα Προπύλαια.

Ο θάνατος είναι λοιπόν παρών στην Ακρόπολη σε όλη την ιστορική διαδρομή της. Εμπεριέχεται σε αυτήν. Και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά. Γιατί η Ακρόπολη, όσο κι αν θέλουν κάποιοι να το λησμονούν, είναι τόπος μνήμης και τραύματος, είναι προϊόν της Ιστορίας. Και η Ιστορία έχει σώμα με πληγές, σημάδια, αίματα ξεχασμένα. Γιατί η Ιστορία είναι ζωή και θάνατος ταυτόχρονα, αλληλένδετα και αξεδιάλυτα.

Στην Ακρόπολη όλα αυτά ανιχνεύονται, σε πείσμα μιας ανιστορικής προσέγγισης που θέλει τα πάντα να θαφτούν κάτω από την αστραφτερή λευκότητα του μαρμάρου – εσχάτως και κάτω από τσιμέντο. Γιατί η Ακρόπολη της Ιστορίας ήταν ζωντανή, με πραγματικούς ανθρώπους που αιμορραγούσαν και πονούσαν, που έσφαζαν (αλλά και σφάζονταν), που πέθαιναν. Δεν ήταν ένα νεκρό μνημείο, αποκαθαρμένο από… μιαρούς και μιάσματα, παραδομένο στον αδηφάγο τουρισμό και στην οικονομική εκμετάλλευση.

Η πομπή τής κάθε άλλο παρά αναίμακτης θυσίας προς τιμήν της θεάς Αθηνάς καλύπτει μεγάλο τμήμα στη ζωφόρο του Παρθενώνα, ενώ απεικονίζεται και σε αμφορείς

Από τον θάνατο γεννιέται ζωή

Ο Λάνθιμος δίνει στη νέα ταινία του τον μυστηριώδη τίτλο «Βugonia». Περί τίνος πρόκειται και τι κατάλαβε το ΚΑΣ σχετικά; Αγνοώντας το πραγματικό σενάριο, θα περιοριστούμε στη σημειολογία της λέξης. Bugonia λοιπόν είναι η μεταγραφή στα λατινικά της αρχαιοελληνικής λέξης βουγονία (βοῦς + γονή), λέξη που περιγράφει μια μυθική – και ανεφάρμοστη στην πραγματικότητα– τελετουργία, βασισμένη στην πεποίθηση ότι οι μέλισσες μπορούν να δημιουργηθούν αυθόρμητα μέσα από το σώμα μιας νεκρής αγελάδας.

Λεπτομερή περιγραφή της πρακτικής αυτής συναντούμε στο τέταρτο βιβλίο των «Γεωργικών» του Βιργιλίου. Ο Αρισταίος, γιος του Απόλλωνα και της Νύμφης Κυρήνης, χάνει όλες του τις μέλισσες από πανούκλα. Πουθενά στον κόσμο δεν υπάρχει πια μουσική. Απελπισμένος ο μελισσοκόμος προσφεύγει στη μάνα του και τελικά στον Πρωτέα για να μάθει πώς μπορεί να ξαναγεννηθεί το μελίσσι του. Εκείνος του αποκαλύπτει το μυστικό: οι νέες μέλισσες θα γεννηθούν από τη σάρκα πεθαμένων βοδιών αν αυτό εκτεθεί στον ήλιο.

Ο Αρισταίος ακολουθεί τις οδηγίες. Και «…ξάφνου ἐκεῖ ἕνα θάμασμα, ποῦ κι’ ἂν τὸ λὲς ξενίζεις, παρατηροῦν οἱ θυσιαστές: μὲς στῶν βωδιῶν τὰ σπλάχνα τὰ νερουλά, ἐμπουμπούριζαν ἀπ’ ὅλην τὴν κοιλιά τους οἱ μέλισσες, κι’ ἀπ’ τὰ πλευρὰ τὰ τσακισμένα ἐβράζαν, Κ’ ἐσηκονόνταν σύγνεφο τεράστιο στὸν ἀέρα, κ’ ἐμαζευόνταν στὲς κορφές τῶν δέντρων κι’ ἀπ’ τοὺς κλάδους τοὺς λυγεροὺς σὰν τὰ τσαμπιά τοῦσταφυλιοῦ ἐκρεμῶνταν» (Βιργιλίου, Γεωργικά, IV, 552-558, μετάφραση Κωνσταντίνου Θεοτόκη).

Η βουγονία, ένα αρχετυπικό γεωργικό θέμα που παρά τον ανεφάρμοστο πυρήνα της επανέρχεται ως αληθινή σε κείμενα μέχρι και μετά τα μεσαιωνικά χρόνια, περικλείει συμβολικά τη ζωή και τον θάνατο, τον μαρασμό και την αναζωογόνηση, το εφήμερο του μόχθου και τη δημιουργική δύναμη της τέχνης. Αν υποθέσουμε πως τη σημειολογία αυτή την υιοθετεί ο Λάνθιμος στην ταινία του, τότε η Ακρόπολη κάθε άλλο παρά ασύμβατη είναι για τα γυρίσματά της. Εκτός κι αν ασύμβατο είναι για το ΚΑΣ αυτό ακριβώς: να ξαναϊδωθεί η Ακρόπολη ως αυτό που ήταν, ως έδαφος της Ιστορίας, της συνύπαρξης ζωής και θανάτου, ως τόπος τραύματος και βίας, μεταμόρφωσης και αναγέννησης, ως χώρος της θυσίας που γεννά την ελπίδα. Ισως γιατί αυτό που φοβούνται περισσότερο δεν είναι τα πτώματα, αλλά οι μέλισσες που κυοφορούνται μέσα τους.

Documento Newsletter