Η Τζένη Καρέζη γράφει για τη ζωή της

Σήμερα, Παρασκευή 26 Ιουλίου, συμπληρώνονται 32 χρόνια από τον θάνατο της Τζένης Καρέζη. Την θυμόμαστε μέσα από τις σελίδες του βιβλίου της «Τετράδια ζωής».

Στο αυτοβιογραφικό βιβλίο που εκδόθηκε το 1993, λίγο καιρό δηλαδή μετά τον θάνατό της, η ηθοποιός διατρέχει περιόδους της ζωής της από τα παιδικά της χρόνια στη Θεσσαλονίκη μέχρι την εποχή της ωριμότητας. Οι πρώτες καταγραφές είναι από την Κατοχή, τότε που μόλις πέντε χρόνων βρισκόταν καθηλωμένη στο κρεβάτι γιατί ήταν άρρωστη και άκουγε τις βόμβες να πέφτουν και τους ανθρώπους γύρω της να τρέχουν και να κλαίνε.

Τότε ήταν που αντιλήφθηκε ότι η τέχνη μπορούσε να της προσφέρει παρηγοριά. Συγκεκριμένα, την ημέρα που η μητέρα της για να την καθησυχάσει της έβαλε στο γραμμόφωνο να ακούσει την Ενάτη του Μπετόβεν. «Και το δωμάτιο γεμίζει μάγια. Κάτι ήχοι απίστευτοι και η ομορφιά και η ευτυχία να εισβάλλουνε ξαφνικά από παντού. Πού είναι η απελπισία, πού ο τρόμος; Πού οι πανικόβλητοι άνθρωποι; Πού πήγε όλη αυτή η τρομάρα; Πώς έγινε; Τι έγινε; Το όμορφα που είναι όλα! Να τα λοιπόν τα παραμύθια. Να τα τα πριγκιπόπουλα, οι πριγκιπέσες και οι μάγισσες» γράφει.

Κάπως έτσι μεγαλώνοντας ανακάλυψε το σινεμά. Όταν επέστρεφε στο σπίτι της έπειτα από κάποια ταινία ξεχνούσε τα προβλήματά της, τους γονείς της που υπέφεραν στη μεταξύ τους σχέση, τη δική της κακή σχέση με τον πατέρα της. Και απομονωνόταν στο δωμάτιό της όπου έστηνε ολόκληρες ιστορίες, σαν αυτές που πρωταγωνιστούσε η Μπέτι Ντέιβις και άλλες μεγάλες ντίβες της εποχής.

Μνήμη των παιδικών της χρόνων (όλη η αφήγηση που αφορά αυτή την περίοδο εναλλάσσεται από το τρίτο στο πρώτο πρόσωπο) είναι και η ημέρα που οι Γερμανοί συγκέντρωσαν τους Εβραίους στην πλατεία Αριστοτέλους. Μαζί με τους ενήλικες ήταν και παιδιά, οι συμμαθητές της και μαθητές της μητέρας της που ήταν δασκάλα. «Αργότερα, όταν διάβαζα γι’ αυτή την εφιαλτική σύναξη στην πλατεία Αριστοτέλους, έλεγα πάντα: “Γιατί μάνα, γιατί εκείνο το βράδυ δε με πήρες και μένα μαζί σου; Θα ’βλεπα, θα ’ξερα. Θα καταλάβαινα έτσι πιο πολλά”. Δεν πήρανε όμως τα παιδιά, δεν πήρανε κανένα παιδί. Και συνεχίσαμε την άλλη μέρα τα μαθήματά μας», σημειώνει.

Αναφέρεται στα πρώτα χρόνια στο θέατρο, την επιτυχία που ήρθε πολύ νωρίς και πολύ εύκολα. «Στον χώρο μας τα πιο δύσκολο δεν είναι να αντέξεις την αποτυχία, είναι να αντέξεις την επιτυχία» γράφει. Σε άλλο σημείο εξηγεί πώς έβλεπε το θέατρο: «Τίποτα δεν πρέπει να γίνεται στη σκηνή μονάχα για να γίνει. Πρέπει όλα να δικαιολογούνται. Και μέσα μας και σε σχέση με τους άλλους. Δεν παίζουμε για να παίζουμε. Ζούμε, κατανοούμε, αισθανόμαστε, πάσχουμε και γελάμε, και πάντα προσπαθούμε να καταλάβουμε τα πρόσωπα του έργου. Μονάχα έτσι θα μπορέσουμε να τα ερμηνεύσουμε».

Όσο για τα πρόσωπα του θεάτρου, πιο συγκεκριμένα το παρασκήνιο, το έβρισκε αρκετά ομιχλώδες. «Κυκλοφορεί μια γενική θολούρα. Όλα λίγο πολύ είναι συγκεχυμένα και αξεδιάλυτα. Υπάρχει μια τάση “ματσοποίησης” και ποδοσφαιροποίησης. Υπάρχει επίσης και μια τάση αδικαιολόγητου και περίεργου συντεχνιακού σνομπισμού. Ένας πνευματικός πρωτογονισμός ίπταται, υπερίπταται, έρπει, επικάθεται και γενικά διαχέεται στην ατμόσφαιρα».

Μεταξύ των στιγμών που καταγράφει είναι και τα ταξίδια της με τον Κώστα και τον Κωνσταντίνο Καζάκο στην Ταϊλάνδη, την Ιαπωνία, ενώ σημειώνει τις σκέψεις και για την περίοδο που επισκέφτηκε τη Σοβιετική Ένωση. Το βιβλίο της δεν αποτελεί μια βιογραφία η οποία περιλαμβάνει τους μεγάλους σταθμούς της πορείας της ή τις συζητήσεις με τους συναδέλφους. Δεν αποκαλύπτει κρυφές ιστορίες στο κοινό, δεν αναφέρεται καν στην πολιτικοποίησή της. Κυρίως είναι μια αποτίμηση επιλεγμένων στιγμών από τις οποίες απουσιάζει επίσης εντελώς οποιαδήποτε αναφορά στην κινηματογραφική της καριέρα.

Η Καρέζη στα «Τετράδια ζωής» επιχειρεί να αποτυπώσει στο χαρτί την ουσία της προσωπικότητάς της. Σαν μια προσπάθεια ουσιαστικής επικοινωνίας με το κοινό, πρωτίστως όμως με τον ίδιο της τον εαυτό. «Η φιλία είναι για μένα ιερό πράγμα» γράφει και εξηγεί πως με το πέρασμα του χρόνου έμαθε να επιλέγει πολύ προσεκτικά τους φίλους της. Συγκεκριμένα: «Δεν έχει κανένα νόημα να κάνεις παρέα με ανθρώπους από τους οποίους δεν έχεις τίποτα να πάρεις. Εγώ χρειάζομαι ανθρώπους που να μου αρέσει να τους ακούω να συζητάνε. Να συζητάνε με πάθος για ποίηση, για πολιτική, για λογοτεχνία, για κινηματογράφο, για θέατρο. Και να γεμίζει το σπίτι φωνές, γνώση, πάθος και απόψεις. Ανθρώπους ξύπνιους και καλλιεργημένους, που ξέρω ότι μου λένε την αλήθεια, ακριβώς γιατί δεν έχουνε κανένα λόγο να μου πούνε ψέματα. Και εγώ την αλήθεια τη λατρεύω. Όποιος απομακρύνεται από την αλήθεια οδεύει προς το θάνατο. Τον όποιο θάνατο. Γιατί υπάρχουνε πολλοί».

Info

Το βιβλίο «Τετράδια ζωής» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη

Διαβάστε επίσης:

Ο Μονομάχος ΙΙ στο Docville που κυκλοφορεί την Κυριακή με το Documento

Η… Cuba libre του Αρμάντο Κριστόμπαλ Πέρες

Γιολάντα Μαρκοπούλου: Μεταφέρουμε στη σκηνή τις αγωνίες των προσφύγων

Ετικέτες