Πήγαινα ευδιάθετος στην παρουσίαση του βιβλίου της Έλενας Ακρίτα, περπατώντας από το Σύνταγμα μέσω Σταδίου προς τον Ιανό. Προφανώς κοίταζα τα καμένα «Αττικόν» και «Απόλλων» που μεγάλωναν όσο πλησιάζα, όπως και η αηδία γι’ αυτούς που ακόμη δεν τσακίζουν τη γραφειοκρατία που τα διατηρεί ρημαγμένα.
Όσο όμως «ρημαγμένα» είναι κτίρια-σύμβολα της πόλης άλλο τόσο και με δραματικά πιο σπαρακτικά τρόπο οι ρημαγμένοι άνθρωποι είναι αυτοί που δίνουν τον τόνο της Αθήνας.
Έξω από το κλειστό «Εσπέρια» της Σταδίου δύο «οντάδες» αστέγων θυμίζουν μποέμ φοιτητικό δωμάτιο. Είναι όμως άστεγοι κι όχι μποέμ αυτοί που βρίσκουν εκεί τη θαλπωρή κι έχουν φτιάξει τη γωνιά τους.
Η εικόνα του άστεγου με την πλάτη στο δρόμο και στους περαστικούς που διάβαζε το βιβλίο του είναι συγκλονιστική.
Αυτό που κάνουν άλλοι άνθρωποι στην πολυθρόνα, στον καναπέ ή στο κρεβάτι του σπιτιού τους αυτός το κάνει στο βρώμικο πεζοδρόμιο. Γίνεται βορρά στα μάτια των υπολοίπων, που κοιτάμε και … λυπόμαστε, σαστίζουμε, αδιαφορούμε και σίγουρα προσπερνάμε συνεχίζοντας τις ζωές μας!
Έβγαλα το κινητό, μείωσα το βηματισμό και στα κρυφά, γιατί ντρεπόμουν, πήρα τη φωτογραφία. Αν και βγήκε θολή είναι τόσο λαμπερά ξεκάθαρη! Αυτή η πραγματικότητα είναι κοφτερή σαν ξυράφι και μας ματώνει.
Καμία προεκλογική εξαγγελία μάλλον δε θα φτάσει στ’ αυτιά του. Ποιος ξέρει τι ήταν πριν αναγκαστεί να βγει στο δρόμο ως άστεγος.
Τού αρέσει να διαβάζει. Αυτό είναι μια ελπίδα – για τον ίδιο.
Η εικόνα του είναι ένα μήνυμα που μάλλον δε θα βρει παραλήπτες. Οι «παραλήπτες» θέτουν διλήμματα του στιλ Βαρβιτσιώτη: Ή μέτρα για τους αδύναμους ή ανάπτυξη, ή είναι απασχολημένοι με τις καρέκλες τους.