Μετά από έναν επιτυχημένο κύκλο παρουσιάσεων επί σκηνής μερικών από τις συνεντεύξεις του δημοσιογράφου Αλέκου Λιδωρίκη με προσωπικότητες του 20ου αιώνα, στο θέατρο-μπαρ Faust με τίτλο «8 πρόσωπα ζητούν Δημοσιογράφο-Αλέκος Λιδωρίκης – Οκτώ Συναντήσεις» ο κύκλος φτάνει στο τέλος του μεθαύριο Δευτέρα 06/05 με την παρουσίαση των συνεντεύξεων με τον Λουίτζι Πιραντέλο και την Μέριλιν Μονρόε.
Προηγήθηκαν οι δραματοποιημένες συνεντεύξεις του Αλέκου Λιδωρίκη με τη Ζωζώ Νταλμάς, τον Μπενίτο Μουσολίνι, τον Φράνκλιν Ρούσβελτ, τον Έλβις Πρίσλεϊ, την Μαρλέν Ντίτριχ και τον Ζαν Κοκτό.
Στην παράσταση της Δευτέρας στο ρόλο της Μέριλιν Μονρόε η ηθοποιός Θεοδώρα Τζήμου, του Λουίτζι Πιραντέλο ο Μάνος Βακούσης και του Αλέκου Λιδωρίκη ο Πέρης Μιχαηλίδης.
Τους ηθοποιούς συνοδεύουν επί σκηνής ο Γιώργος Καλκάνης στο πιάνο και η Δάφνη Πανουργιά στο τραγούδι, ενώ η παραγωγή έγινε σε συνεργασία του FAUST Bar-Theatre-Arts, με τη Ζωζώ Λιδωρίκη, την Κίρκη Καραλή και τον Πλάτωνα Ανδριτσάκη.
Η είσοδος είναι ελεύθερη και η παράσταση αρχίζει στις 9:00 μμ.
Στα 60 χρόνια της δημοσιογραφικής του καριέρας ο Λιδωρίκης συνομίλησε με τις σημαντικότερες προσωπικότητες του 20ου αιώνα. Μουσολίνι, Ρούζβελτ, Μακάριος, Αϊζενχάουερ. Αλλά και Παλαμάς, Κρισναμούρτι, Μητρόπουλος, Πρίσλεϊ. Με τη χαρακτηριστική του ευγένεια και οξυδέρκεια, ο Λιδωρίκης καταφέρνει όχι απλώς να εντοπίσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε προσωπικότητας, αλλά και να τα διασυνδέσει με το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο έδρασε καθένας από αυτούς τους σπουδαίους πολιτικούς, καλλιτέχνες και πνευματικούς δημιουργούς.
Ακολουθεί μέρος της συνέντευξης της Μ. Μονρόε στον Α. Λιδωρίκη:
Ποιό είναι το συναίσθημα που νιώσατε όταν ξαφνικά γνωρίσατε τέτοια ασύλληπτη επιτυχία:
Ακούω απαλή, συρτή, μελωδική τη νεανική φωνή:
—Ίλιγγος! απαντά. Κάτι που σε ζαλίζει και σε αναταράζει και προσπαθείς να κρατήσεις την ισορροπία σου, για να μη χαθείς μέσα στο ξεφρένιασμα της φαντασίας σου, που τρέχει πια με καλπασμό προς τα πιο τρελά, τα πιο τολμηρά όνειρα…
Σωπαίνει, με κοιτάζει και ύστερα χαμηλώνει λίγο τα μάτια της…
Εκείνη τη στιγμή δεν είναι η Μέριλιν Μονρόε. Είναι ένα κοριτσάκι! Αυτό είναι το μυστικό της. Μια θηλυκότητα αραχνοΰφαντη, μια μελετημένη προκλητικότητα που τη στολίζουν αγγελικά φτερά! Είναι τάχα μια μάσκα αθωότητας στο πρόσωπο του Βελζεβούλ;
Ο,τι κι αν είναι, η Μέριλιν το παριστάνει θαυμάσια…
—Σε τι, κυρίως, οφείλεται κατά τη γνώμη σας η θυελλώδης, η θριαμβευτική επιτυχία σας;
Η Μέριλιν χαμηλώνει πάλι τα μάτια της.
—Λένε… ότι το κορμί μου έπαιξε τον κυριότερο ρόλο… Εγώ νομίζω και κάτι άλλο με βοήθησε πολύ. Κάτι πού αγωνίστηκα να το αποκτήσω. Η προσωπικότητά μου !
—Είσαστε ευτυχισμένη τώρα; Βρήκατε στη ζωή αυτό που θέλατε;
—Όχι,…μουρμουρίζει με μια μικρή δόση πικρίας…και καθώς την κοιτάζω έκπληκτος προσθέτει:
—Δηλαδή δεν είμαι απόλυτα ευτυχισμένη. Θα ήθελα να είχα περισσότερο καιρό στη διάθεσή μου για να διαβάζω, για να μπορέσω να αισθανθώ ποια μπορεί να ‘ναι η βαθύτερη σοφία του ανθρώπου…
—Για να την κάνετε τι;
—Να! κάτι σαν φόρεμα της δικής μου της ψυχής. Να νιώσω το γιατί υπάρχω, γιατί πρέπει να υπάρχω, ώστε να οδηγηθώ προς τα που θα ‘πρεπε ν’ αναζητήσω το τέλειο, το μεγάλο πάθος…
—Πέστε μου κάτι για τον έρωτα… Ο θρύλος λέει ότι τον βρήκατε στο πρόσωπο του Τζόε Ντι Μάτζιο ,του διάσημου παίχτη του μπέιζ μπολ.
—Ο Τζόε είναι περίφημο παιδί. Τον αγαπώ πολύ. Βρίσκω πως έχει μοναδικά προσόντα και θα γινόταν ο καλύτερος σύζυγος, για οποιαδήποτε όμως άλλη γυναίκα εκτός από μένα!
—
Δηλαδή, τι εννοείτε;
—Εννοώ ότι είναι τόσο περήφανος και τόσο εγωιστής σαν άντρας, που δεν θα ανεχόταν να είναι ο σύζυγος της
«Μις Μονρόε».
—Ώστε έχετε απελπισθεί ότι θα βρείτε το μεγάλο πάθος;
—Δεν έχω απελπισθεί καθόλου. Κρατάω ορθάνοιχτα τα μάτια μου και διαρκώς το αναζητώ. Υπάρχει; Αν ναι, και κάποτε συναντηθούμε, θα θυσιάσω τα πάντα, αλλά θα απαιτήσω και από
«εκείνον» να κάνει το ίδιο…
—Θα θυσιάζατε και τη σταδιοδρομία σας ακόμα;
—Κι αυτήν ακόμα.
—Πιστεύετε σε ό,τι λέτε;
—Πιστεύετε ότι λέω ψέματα; μου λέει μ’ ένα χαμόγελο.
—Ώστε στον έρωτα πρέπει να είναι κρυμμένο αυτό το πάθος;
—Που αλλού; Μονάχα ένας άλλος άνθρωπος –ούτε τα πλούτη, ούτε οι δόξες, ούτε οι θρίαμβοι της ματαιοδοξίας– μπορεί να μεταδώσει το ρίγος της αγάπης. Και όταν λέω αγάπη δεν εννοώ μονάχα αυτήν που κρύβεται μέσα σε μαξιλάρια βελουδένια και κάτω από κουνουπιέρες δαντελένιες!
—Πού είναι το εμπόδιο, το κάτι που μοιάζει κάπως εφιαλτικό, για την εκπλήρωση των πόθων σας;
—Μια άγνωστη, μια απίθανη σκιά…, απάντησε σαν σκεπτική. Ένας παράδοξος μαύρος γίγας, που έρχεται μέσα σε ώρες σκέψης ή ονείρου και βάζει φραγμό στην αισιοδοξία μου. Ζητάω πάρα πολλά; Μα όχι… Αντίθετα, κουράζομαι με όσα έχω,… και όταν κοιτάζω σαν παραξενεμένη όλα
όσα με περιβάλλουν και δοκιμάζω να μιλήσω σ’ αυτά, στον εαυτό μου, αισθάνομαι μια ερημιά, μια απέραντη σιγή… Νιώθω πως είμαι μόνη μέσα σ’ έναν μεγάλο κόσμο, που με πλησιάζει με δώρα, πολλά δώρα στα χέρια του… Κι όταν όλα τα δώρα αυτά αδειάζουν μπρος μου… μοιάζουν σαν ένα τίποτα… Κανένας δεν τα χαίρεται μαζί μου… Και ούτ’ εγώ η ίδια… Και οι πόθοι μένουν πόθοι… Δεν είναι κάτι θλιβερό αυτό;
Βουρκώνουν ελαφρά τα μάτια της και λέει με χαμόγελο:
—Εσείς οι Έλληνες πιστέψατε πολύ στο πεπρωμένο… Εγώ τους Έλληνες τους αγαπώ πολύ… Και σε όσα κείμενά τους διάβασα σε μετάφραση, αλλά και σαν ανθρώπους με σάρκα και οστά! Αλλά το Πεπρωμένο γράφεται συνήθως μ’ ένα πικρό μελάνι. Τουλάχιστον για όσους τολμούν να αισθάνονται τι λείπει, για να μη μπορεί ο άνθρωπος ν’ αγκαλιάσει τη λέξη ευτυχία…
Μια ακόμα ερώτηση για να… γλυκάνει η ατμόσφαιρα:
—Τι θέλετε να «πω» σ’ όλους αυτούς –τους άντρες– που ονειρεύονται μια ώρα… τρυφερότητας μαζί σας;
Σουφρώνει ελαφρά τα χείλη. Τα μάτια σπιθίζουν πονηρά:
—Πέστε τους ότι, αν δεν μπορούν να κάνουν κάτι το σοφό , δηλαδή να περιορισθούν στο να θαυμάζουν και να απολαμβάνουν τη γυναικούλα ή τη φιλενάδα τους, που ασφαλώς θ’ αξίζει κάτι, τότε… Τότε ας κλείσουνε τα μάτια τις ώρες που είναι… τρυφεροί μαζί τους και ας συλλογίζονται εμένα!
Η Μέριλιν πιστεύει ότι ο γάμος είναι ευλογημένη υπόθεση όταν κανένας βρει το ένα και μοναδικό πρόσωπο της ζωής του. Η επιθυμία της είναι να κάνει μερικές εξαιρετικές ταινίες και έπειτα ν’ αποσυρθεί για να κάνει… παιδιά. Θεωρεί ως πιο μεγάλο καλλιτέχνη τον Τσάρλι Τσάπλιν και θαυμάζει ιδιαίτερα την Μπέτι Ντέιβις. Της αρέσει η κινέζικη μαγειρική και λατρεύει επίσης τα στρείδια και τα ποδαράκια των βατράχων !
Όταν με αποχαιρετάει, προσθέτει χαμογελαστά:
—Ξέρετε ότι οι Έλληνες μ’ αρέσουνε πάρα πολύ; …
Τα μάτια χαμηλώνουν πάλι:
—Γνώρισα μερικούς….
Απομακρύνεται… κι εγώ ενθυλακώνω με εύλογη υπερηφάνεια το φιλοδώρημα για την περιούσια φυλή μας!
(Χόλιγουντ, 1954)