Μάρτιος του 1997 στην Αλβανία. Είναι σε εξέλιξη ένας ιδιόμορφος εμφύλιος που ξεκίνησε όταν ο κόσμος χάνει τα χρήματά του μέσω μιας κομπίνας που είχε τις ευλογίες της κυβέρνησης Σαλί Μπερίσα. Τα πλήθη έχουν εισβάλει σε στρατόπεδα και αποθήκες στρατιωτικού υλικού και έχουν εξοπλιστεί. Εκατοντάδες χιλιάδες Αλβανοί κατέχουν από καλάσνικοφ έως αντιαρματικούς εκτοξευτήρες.
Ο Κώστας Βαξεβάνης φέρνει στη μνήμη του αυτές τις συγκλονιστικές στιγμές που έζησε μαζί με τον εμβληματικό φωτορεπόρτερ που έφυγε από κοντά μας, πριν από 22 χρόνια στη σπαρασσόμενη γειτονική χώρα.
Γράφει στην προσωπική του σελίδα στο Facebook:
«Δεκάδες πέφτουν νεκροί κάθε μέρα από ανταλλαγή πυρών και ατυχήματα στη χρήση των όπλων. Η κυβέρνηση κινητοποιεί το στρατό, ενώ υπάρχουν πληροφορίες για πιθανή χρήση χημικών όπλων ενάντια σε διαδηλωτές και «αντάρτες». Οι δυτικές κυβερνήσεις αποφασίζουν την εκκένωση των Πρεσβειών τους.
Με το Γιάννη Μπεχράκη περπατάμε στην παραλία του Δυρραχίου. Προσπαθούμε να φτάσουμε στην προβλήτα του λιμανιού γιατί υπάρχουν πληροφορίες ότι τα Ελληνικά ΟΥΚ θα φτάσουν για να πάρουν μέρος στην επιχείρηση εκκένωσης. Δίπλα μας δεκάδες άνθρωποι οι περισσότεροι με παιδιά, κατευθύνονται στο λιμάνι ελπίζοντας πως θα καταφέρουν να φύγουν από την περιοχή μαζί με τους διπλωμάτες. Μπροστά μερικοί ένοπλοι κραδαίνουν τα όπλα. Κοιταζόμαστε με το Γιάννη και κάνουμε πως δεν τους βλέπουμε. Ξαφνικά ακούγεται μια ισχυρή βουή. Ελικόπτερα πλησιάζουν στην παραλία και αρχίζουν να προσγειώνονται. Οι έλικες έχουν δημιουργήσει μια δίνη άμμου που μας μαστιγώνει.
Ο Γιάννης προσπαθεί να σηκώσει τη φωτογραφική μηχανή. Σε ελάχιστα λεπτά τα ελικόπτερα έχουν προσγειωθεί. Αμερικανοί κομάντος πετιούνται από το εσωτερικό τους και αρχίζουν να μας σημαδεύουν. Οι ένοπλοι Αλβανοί που είναι μπροστά μας, πετούν τα όπλα και σηκώνουν ψηλά τα χέρια. Η άμμος μπαίνει στα μάτια, στα ρουθούνια, στα ρούχα παντού. Δεν μπορούμε να ανασάνουμε. Ο Γιάννης σηκώνει το μαντήλι που φορούσε στο λαιμό ως τη μύτη και συνεχίζει να φωτογραφίζει. Το πλήθος μας σπρώχνει και προσπαθεί να φτάσει στα ελικόπτερα. Κάποιοι προτάσσουν τα παιδιά που κρατούν στην αγκαλιά ζητώντας βοήθεια από τους πεζοναύτες.
Σε μερικά λεπτά η εκκένωση έχει πραγματοποιηθεί. Την άλλη μέρα δημοσιεύονται οι φωτογραφίες. Ο Γιάννης είναι ο μόνος που έχει το θέμα αλλά αυτό σχετίζεται με το ότι βρεθήκαμε τη σωστή ώρα στο σωστό σημείο από τύχη έστω. Αυτό που απεικονίζει όμως δεν είναι από τύχη. Σε ένα καρέ υπάρχουν οι κομάντος, οι ένοπλοι που παραδίνονται, ο πατέρας που προσπαθεί να περάσει με το παιδί του, το ελικόπτερο και οι κόκκοι της άμμου που τρυπάνε την εικόνα. Ακόμη και τώρα που βλέπω τη φωτογραφία νομίζω πως θα φυσήξω τη μύτη μου και θα βγει άμμος. Α ρε Γιάννη.»