Φαντάζει δύσκολο αλλά φαίνεται ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την παρουσία του στη Βουλή την περασμένη Τετάρτη μάλλον έπιασε τον προσωπικό πολιτικό του πάτο. Δεν είναι το ύφος χιλίων καρδιναλίων που είχε ούτε ότι μπροστά σε μια αδιανόητη καταστροφή που έπληξε τη χώρα εξαπέλυε πυρά σε σύσσωμη την αντιπολίτευση.
Ολα αυτά δεν προκαλούν εντύπωση. Είναι άλλωστε η προσφιλής πρακτική του πρωθυπουργού να μην αναλαμβάνει –διαχρονικά– καμία ευθύνη. Ή ακόμη και όταν το κάνει –όπως στην προκειμένη περίπτωση, που ζήτησε συγγνώμη– αυτό να φαντάζει υποκριτικό, αν συνυπολογιστούν οι πράξεις του και τα υπόλοιπα λεγόμενά του. Στο πλαίσιο αυτό, φαντάζει αναμενόμενη η προκλητική του δήλωση όπου επιτιθέμενος στην αξιωματική αντιπολίτευση ανέφερε χαρακτηριστικά: «Δεν έχω δει στέλεχός σας το οποίο να μην έχει υποστηρίξει τη δικαιολογημένη οργή των κατοίκων, οι οποίοι σε κάθε φωτιά θέλουν ένα ελικόπτερο πάνω από το χωριό τους».
Μια δήλωση αδιανόητη, αφού, όπως καταγγέλλουν σήμερα στο Documento δήμαρχοι της βόρειας Εύβοιας, η καταστροφή που έπληξε την περιοχή θα μπορούσε να ήταν σημαντικά πιο περιορισμένη αν υπήρχαν περισσότερα επίγεια και εναέρια πυροσβεστικά μέσα. Ή αν υπήρχε καλύτερος κρατικός συντονισμός και όχι κρατική ανικανότητα. Ουδόλως απασχολεί κάτι τέτοιο τον πρωθυπουργό βέβαια, αφού προκειμένου να υπερασπιστεί τον εαυτό του δεν διστάζει ακόμη και να λοιδορήσει τους πυρόπληκτους.
Και όμως, δεν ήταν αυτό το χειρότερο που ειπώθηκε από τον Κυρ. Μητσοτάκη. Μπροστά σε μια ανυπολόγιστη εθνική καταστροφή, που άφησε πίσω της περισσότερα από 1,2 εκατ. στρέμματα καμένης γης, χιλιάδες καμένα ζώα, εκατοντάδες καμένα σπίτια και επιχειρήσεις και χιλιάδες ανθρώπους σε οικονομικό αδιέξοδο επειδή έχασαν τη δουλειά τους, ο πρωθυπουργός έσπευσε να αποδείξει ότι δεν είναι μόνο ανάλγητος, είναι και τυμβωρύχος.
Η κατάπτυστη τοποθέτηση στη Βουλή
Και αυτό γιατί προχώρησε στην εξής… μνημειώδη τοποθέτηση: «Ούτε σήμερα έχετε καταλάβει τι έγινε στο Μάτι. Εσείς που στήνατε επικοινωνιακό σόου με τους υπουργούς και λέγατε στους πυρόπληκτους: “Τι να τα κάνετε τα 2.000 εωρώ;”. Σας ασκήσαμε κριτική για το άθλιο επικοινωνιακό σόου που στήσατε ενώ γνωρίζατε ότι υπήρχαν νεκροί. Ποτέ δεν ζητήσατε συγγνώμη, δεν έχετε ούτε σήμερα καμία ενσυναίσθηση. Ο λαός θα θυμάται πως στη μια τραγωδία μετρούσαμε στρέμματα και στην άλλη φέρετρα».
Το πρώτο που αξίζει να αναφερθεί είναι ο αισχρός παραλληλισμός με τα καμένα στρέμματα και τα φέρετρα. Μια δήλωση που –προφανώς– αναδημοσιεύτηκε με πηχυαίους τίτλους από τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ. Μια δήλωση που αναδεικνύει τον ξεκάθαρο στόχο του Κυρ. Μητσοτάκη να μη συγκριθούν οι καταστροφικές πυρκαγιές επί των ημερών του με την ανείπωτη τραγωδία που έπληξε το Μάτι το 2018. Αυτός είναι προφανώς και ο λόγος που σε αρκετές περιπτώσεις στις φετινές πυρκαγιές δινόταν προληπτικά εντολή εκκένωσης, με αποτέλεσμα πολλά χωριά να αφεθούν στο έλεος της φωτιάς και τελικά να καούν. Αυτονόητα πιστώνεται στην κυβέρνηση ότι σε μια τόσο εκτεταμένη καταστροφή η χώρα δεν θρήνησε θύματα, πέραν του εθελοντή Βασίλη Φιλώρα. Δεν γίνεται όμως η χώρα να αποκτήσει αποκλειστικά και μόνο «κουλτούρα εκκενώσεων», όπως χαρακτηριστικά δήλωσε στη Βουλή ο πρωθυπουργός.
Αυτό που δεν χρειάζεται επίσης η χώρα είναι έναν πρωθυπουργό ο οποίος προκειμένου να αναρριχηθεί στην εξουσία αλλά και να παραμείνει σε αυτή περιφέρει σαν λάφυρα πολιτικού οφέλους τα θύματα από την τραγωδία στο Μάτι. Τρία χρόνια μετά οι συγγενείς των θυμάτων εξακολουθούν να ακούνε δηλώσεις εργαλειοποίησης των νεκρών τους. Δεν είναι ζήτημα πολιτικής αντιπαράθεσης. Ετσι κι αλλιώς είναι δεδομένες οι πολιτικές και υπηρεσιακές ευθύνες για την τραγωδία στο Μάτι.
Οπως δεδομένη είναι και η αναλγησία του πρωθυπουργού, ο οποίος προβαίνει σε αυτές τις δηλώσεις, αλλά προχώρησε στην αναβάθμιση των κατηγορουμένων για το Μάτι στελεχών της πυροσβεστικής και στον διορισμό στη θέση του γενικού γραμματέα Προστασίας του Πολίτη του αποπεμφθέντος από τον ΣΥΡΙΖΑ από τη θέση του πρώην αρχηγού της αστυνομίας Κωνσταντίνου Τσουβάλα, ο οποίος βέβαια δεν κατηγορείται για την υπόθεση. Ακόμη όμως και να μην ίσχυε αυτό, είναι ντροπή για τον πρωθυπουργό να σκυλεύει νεκρούς απλώς για να καλύψει τις αυτονόητες πολιτικές του ευθύνες.
Ακόμη μεγαλύτερη ντροπή είναι η φρικαλέα περιγραφή του μηνύματος μιας γυναίκας, το οποίο διάβασε ο πρωθυπουργός. Ανέφερε συγκεκριμένα ο Κυρ. Μητσοτάκης: «Εσείς τρία χρόνια μετά το Μάτι πώς απαντάτε σε αυτή την κυρία; “Αν έψαχνες τη μητέρα σου μέρες και έκλαιγες από πάνω της χωρίς να το καταλάβεις, γιατί είχε τη μορφή κούτσουρου, αν έβλεπες το δέρμα των γειτόνων σου να λιώνει από το θερμικό φορτίο, αν είχες δει αγκαλιασμένα απανθρακωμένα παιδιά, αν έδινες DNA για να δεις αν είναι ο άνθρωπός σου μέσα στη σακούλα, αν σκούπιζες πτώματα από τον δρόμο, θα καταλάβαινες τη σημασία της εκκένωσης. Μη γράφετε ό,τι σας έρθει στο κεφάλι, σας διαβάζουν και Ματιώτες”».
Πολιτική τυμβωρυχία
Μια αδιανόητα ανατριχιαστική και αχρείαστη περιγραφή για την τραγωδία στο Μάτι, την οποία ο πρωθυπουργός διάβασε απλώς προκειμένου να στρέψει την κουβέντα αλλού και όχι στη φετινή καταστροφή που προκάλεσαν οι πυρκαγιές. Το ακόμη χειρότερο όμως είναι ότι πρόκειται για μια περιγραφή η οποία, μολονότι προφανώς βασίζεται σε πραγματικά περιστατικά, δεν είναι πραγματική. Οπως αποκάλυψε «Η Αυγή», συντάκτρια του επίμαχου μηνύματος είναι η φωτογράφος Μαρία Κουτρουμπή, κόρη της ζωγράφου Εύας Αναγνώστου. Το μήνυμα που διάβασε ο πρωθυπουργός το ανάρτησε η φωτογράφος στις αρχές Αυγούστου του 2021.
Μόνο που η μητέρα τής Μαρίας Κουτρουμπή –ευτυχώς– ζει. Πρόκειται, όπως αναγράφεται στο επίμαχο δημοσίευμα, για ζωγράφο «η οποία είναι εξαιρετικά ενεργή και πολύ γνωστή σε πολιτικούς κύκλους και σύμφωνα με πληροφορίες οικεία και στο περιβάλλον του Κυριάκου Μητσοτάκη, πράγμα που σημαίνει ότι ο πρωθυπουργός γνώριζε ότι ήταν χυδαία τυμβωρυχία η ανάγνωση του μηνύματος στη Βουλή». Δεν υπάρχουν λέξεις για να χαρακτηρίσουν το πολιτικό θράσος του πρωθυπουργού.
«Ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού»
Απέναντι στα όσα υποστήριξε ο πρωθυπουργός όμως υπάρχει η σκληρή πραγματικότητα, όπως αυτή παρουσιάστηκε στο Documento από δημάρχους της βόρειας Εύβοιας. «Υπήρχε ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού. Δεν υπήρχε κατάλληλος αριθμός εναέριων και επίγειων μέσων για να αντιμετωπιστεί αυτή η φωτιά. Σύμφωνα με τον στόχο που είχε η πυροσβεστική υπηρεσία, για να αντιμετωπιστεί αυτή η φωτιά χρειάζονταν 180-220 οχήματα, αλλά ήρθαν συνολικά 52 οχήματα» δήλωσε στο Documento ο δήμαρχος Μαντουδίου-Λίμνης-Αγίας Αννας Γιώργος Τσαπουρνιώτης.
Αναφορικά με τα εναέρια πυροσβεστικά μέσα που επιχειρούσαν στην περιοχή τις κρίσιμες ημέρες της καταστροφικής πυρκαγιάς στη βόρεια Εύβοια ο Γ. Τσαπουρνιώτης ανέφερε: «Μερικές ημέρες δεν είχαμε καθόλου, άλλες πετούσαν για δυο τρεις ώρες το πρωί και μετά καθόλου ή πετούσαν μόνο το απόγευμα. Γενικότερα οι επίγειες και εναέριες δυνάμεις ήταν ελάχιστες γι’ αυτήν τη φωτιά». Αναφορικά με τη δήλωση του πρωθυπουργού στη Βουλή ότι «σε κάθε φωτιά οι κάτοικοι θέλουν ένα ελικόπτερο πάνω από το χωριό τους», ο δήμαρχος σχολίασε: «Δεν ξέρω τι είπε ο πρωθυπουργός, αυτά ας τα κρίνει ο λαός. Θεωρώ ότι η όλη διαχείριση ήταν ανεπαρκής από την Πολιτική Προστασία. Από εδώ και πέρα, ζητάμε από το κράτος να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Εφόσον δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στο πριν, τουλάχιστον να ανταποκριθεί στο μετά».
Σχετικά με τον μέχρι στιγμής απολογισμό του ολέθρου που άφησε πίσω της στον δήμο η καταστροφική πυρκαγιά, ο Γ. Τσαπουρνιώτης ανέφερε ότι «έχουν γίνει 718 αυτοψίες σε κτιριακές υποδομές του δήμου και συνεχίζεται η καταγραφή. Εχουν καταστραφεί σχεδόν ολοσχερώς περίπου 330 σπίτια και επιχειρήσεις. Μόνο στον δήμο κάηκαν περίπου 3.000 ζώα, κυρίως αιγοπρόβατα αλλά και μοσχάρια. Σύμφωνα με την εκτίμηση του δασαρχείου, οι καμένες εκτάσεις υπολογίζονται σε 320.000 στρέμματα, αριθμός που ενδεχομένως απέχει κάπως από την πραγματικότητα, αφού εμείς εκτιμούμε ότι κάηκαν περίπου 350.000-360.000. Εχουμε περίπου 33 χωριά και οικισμούς –μερικοί οικισμοί ανήκουν σε άλλες κοινότητες– που έχουν καεί ολοσχερώς. Πολλοί είναι αυτοί, όπως ρητινοκαλλιεργητές, ελαιοπαραγωγοί, άνθρωποι που εργάζονταν στον τουρισμό, κτηνοτρόφοι και μελισσοκόμοι που έχασαν το βιος τους. Είναι ενδεικτικό ότι μόνο στον δήμο μας κάηκαν περίπου 4.000 μελίσσια».
«Μέρος των κατοίκων θα εγκαταλείψει την περιοχή»
Επίσης, ο δήμαρχος αναφέρει ότι «δύο σχολεία του δήμου έχουν καεί ολοσχερώς και ένα έχει μερικές ζημιές. Ενα γήπεδο είναι ολοσχερώς καμένο, ενώ ακόμη τρία έχουν μερικές ζημιές. Είναι αυτονόητο ότι ένα μέρος των κατοίκων θα εγκαταλείψει την περιοχή. Ηδη κάποιοι σκέφτονται τη φυγή, ενώ τρεις νέοι άνθρωποι που κάηκαν είτε τα σπίτια είτε οι επιχειρήσεις τους έχουν φύγει».
Επομένως ο δήμαρχος ζητάει μεταξύ άλλων από την κυβέρνηση «άμεσα δεκαετές κοινωφελές πρόγραμμα για όλους τους ρητινοκαλλιεργητές, μη επιστρεπτέες προκαταβολές για όλες τις επιχειρήσεις για τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο αφού χάθηκε η σεζόν, επιδότηση των θέσεων εργασίας που χάθηκαν για τουλάχιστον δύο τρία χρόνια και αναδασμοί, να δούμε και τι ευδοκιμεί στην περιοχή αφού αυτό είναι κάτι που δεν έγινε ποτέ. Είναι πάρα πολλές οι προτάσεις, απλά αυτά πρέπει να γίνουν οπωσδήποτε. Θεωρώ όμως ότι πρωταρχικό ρόλο θα παίξει ο οδικός άξονας της βόρειας Εύβοιας, ο οποίος είναι της εποχής της δεκαετίας του ’60 και του ’70. Είναι η ώρα η κυβέρνηση και το κράτος αν θέλει πραγματικά να βοηθήσει τη βόρεια Εύβοια να δώσει λύση στο ζήτημα του οδικού δικτύου, ώστε να αναγεννηθεί η περιοχή τουλάχιστον τουριστικά».
«Η καταστροφή θα μπορούσε να είναι πιο περιορισμένη»
«Η καταστροφή είναι τεράστια. Είναι αρχικά περιβαλλοντική, έχει άμεσες οικονομικές επιπτώσεις γιατί χάθηκαν οι ζωές των ανθρώπων, ενώ υπάρχουν οι μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες κοινωνικές επιπτώσεις που μεταφράζονται σε δημογραφικό πρόβλημα και ουσιαστικά ισοπέδωση» δήλωσε στο Documento ο δήμαρχος Ιστιαίας-Αιδηψού Ιωάννης Κοντζιάς. «Εχουν χαθεί εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα δάσους, δεκάδες χιλιάδες στρέμματα καλλιεργήσιμης έκτασης και εκατοντάδες άνθρωποι έχασαν τη δουλειά τους για πάντα. Αναφέρομαι στους ρητινοσυλλέκτες και τους δασεργάτες, το επάγγελμα των οποίων μάλλον θα χαθεί για πάντα, αφού δεν θα μπορέσουν να μάθουν τη δουλειά στα παιδιά τους, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να στηριχτεί οικονομικά η “ορεινή” κοινωνία της περιοχής μας» σημειώνει.
Η επόμενη μέρα, όπως εκτιμά ο δήμαρχος, «είναι δύσκολη, χρειάζεται πολύ σοβαρός σχεδιασμός. Τα άμεσα ζητήματα, όπως τα αντιπλημμυρικά έργα, θα τα παλέψουμε. Ηδη δουλεύουν τα μηχανήματα στα ποτάμια. Το κράτος πρέπει να δει τι θα γίνει και με τα αντιδιαβρωτικά έργα στις κορυφές και τις πλαγιές. Αυτό που κυρίως έχει σημασία δεν είναι το αύριο, αλλά το μεθαύριο. Τι θα γίνει στον τόπο ύστερα από 30-40 χρόνια».
Πρόκειται για μια καταστροφή «που προφανώς θα μπορούσε να είναι πιο περιορισμένη. Θα μπορούσε να μην υπήρχε καν καταστροφή αν έσβηνε η φωτιά από την αρχή της. Στην περιοχή μας επιχειρήσεις κατάσβεσης τις κρίσιμες ώρες θα μπορούσαν να είχαν περιορίσει κατά πολύ την καταστροφή. Εχω γνώση για το τι μιλάω. Ημουν παρών μαζί με ανθρώπους με τους οποίους παλέψαμε να σβήσουμε τη φωτιά χωρίς την παρουσία και τη βοήθεια των πυροσβεστικών δυνάμεων την ώρα που έπρεπε».
«Επικίνδυνη και εγκληματική ανικανότητα»
«Είναι μακριά από τη λογική μου να βάλω στο τραπέζι δόλο, σχέδια οικονομικά και συμφέροντα, ότι κάποιος συνωμότησε εναντίον της βόρειας Εύβοιας» λέει ο Ι. Κοντζιάς και συνεχίζει: «Θα μιλήσω όμως για αυτό που αποδείχτηκε: μια αδυναμία έως επικίνδυνη και εγκληματική ανικανότητα συντονισμού και πυρόσβεσης μιας πυρκαγιάς τέτοιου μεγέθους. Δεν με αφορούν οι απαντήσεις που δίνονται ότι υπήρχαν πολλές φωτιές. Με αφορά ο τόπος μου. Και ο τόπος μου κάηκε γιατί δεν είχαμε πυροσβεστικές δυνάμεις την ώρα που έπρεπε. Και όταν τις είχαμε υπήρχε πολύς καπνός και δεν μπορούσαν να επιχειρήσουν. Αν όμως τις πρώτες ημέρες είχαμε περισσότερα επίγεια και εναέρια πυροσβεστικά μέσα σαφέστατα και θα υπήρχε καλύτερο αποτέλεσμα».
Σχετικά με τις εκκενώσεις των οικισμών, ο δήμαρχος σχολίασε ότι «είτε εκκενώσεις είτε όχι η πυρκαγιά θα προχωρήσει. Αν εκκενώσεις όμως και δεν μείνουν άνθρωποι πίσω να προστατεύσουν τα χωριά, τότε αυτά θα καούν. Αυτό που κάναμε –μετά το χωριό της Κόκκινης Μηλιάς όπου δεν υπήρχαν πυροσβεστικές δυνάμεις να προστατεύσουν το χωριό μετά την εντολή εκκένωσης– ήταν να δίνουμε εντολή εκκένωσης κατόπιν εισήγησης της πυροσβεστικής. Αμέσως έλεγα όμως στους κατοίκους να μείνουν για να παλέψουμε να σώσουμε το χωριό. Γι’ αυτό δεν είχαμε πολλές καμένες κατοικίες στον δήμο. Τα χωριά μας δεν κάηκαν επειδή μείναμε μέσα. Και μείναμε συνειδητά».
Ολη αυτή η καταστροφή, όπως εκτιμά, «σαφέστατα οφείλεται σε μια διαχρονική παθογένεια. Αλλά εμείς μιλάμε για τη συγκεκριμένη καταστροφή και για το συγκεκριμένο αποτέλεσμα». Εφόσον, σημειώνει ο δήμαρχος Ιστιαίας-Αιδηψού, η κυβέρνηση «υλοποιήσει τις δεσμεύσεις της, αφενός για τα άμεσα μέτρα στήριξης της κοινωνίας, να μπουν τα χρήματα στους λογαριασμούς των δημοτών και να στηριχτεί ο κλάδος των συλλεκτών με πενταετή απασχόληση στο δάσος, αυτό είναι κάτι που θα ηρεμήσει την κοινωνία, ώστε να μην έχουμε οξύ κοινωνικό και δημογραφικό πρόβλημα. Στον τουρισμό νομίζω ότι μπορούμε να έχουμε μια καλή προσπάθεια ώστε να σταθούμε στα πόδια μας του χρόνου. Αυτό που με απασχολεί είναι πώς θα δούμε ολιστικά την ανασυγκρότηση της βόρειας Εύβοιας. Εμείς μείναμε όρθιοι, σαφέστατα δεν θα το βάλουμε κάτω γιατί αγαπάμε τον τόπο μας και έχουμε την υποχρέωση να στηριχτούμε σε αυτά που σώσαμε, επειδή σώσαμε πράγματα. Κι έτσι να μείνουμε όρθιοι και ζωντανοί στον τόπο μας».
«Κληθήκαμε να σβήσουμε μια φωτιά μόνοι μας»
Τον ασκό του Αιόλου αναφορικά με τις κατηγορίες που εξαπέλυσε στο περιφερειακό συμβούλιο εναντίον της κυβέρνησης και της ετοιμότητας του κρατικού μηχανισμού είχε ανοίξει προ ολίγων ημερών ο περιφερειάρχης Στερεάς Ελλάδας Φάνης Σπανός. Μπορεί το εν λόγω «γαλάζιο» στέλεχος να οδηγήθηκε σε διευκρινιστική δήλωση των καταγγελιών του –προφανώς έπειτα από πίεση του Μεγάρου Μαξίμου–, όμως όσα δήλωσε αναδεικνύουν την κατάσταση που επικρατούσε τις κρίσιμες ημέρες της πυρκαγιάς, όταν και δινόταν σύμφωνα με τον Φ. Σπανό εντολή μη κατάσβεσης.
Και αυτό διότι ο Φ. Σπανός ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «υπήρχε εντολή μη κατάσβεσης», καθώς και πως «κληθήκαμε να σβήσουμε μια φωτιά μόνοι μας. Χωρίς αεροπλάνα, χωρίς ελικόπτερα, χωρίς επίγεια πυροσβεστικά μέσα, με πάρα πολλές περιπτώσεις που μαρτυρούν αμέτρητοι συμπολίτες μας ότι τα λιγοστά επίγεια μέσα είχαν εντολή μη κατάσβεσης. Σε πείσμα αυτών των εντολών πολλοί ηρωικοί πυροσβέστες δούλεψαν, αλλά ήταν δική τους πρωτοβουλία».
Ο περιφερειάρχης Στερεάς Ελλάδας ανέφερε ακόμη ότι «αμέτρητες φορές φωνάξαμε, κραυγάσαμε, γίναμε γραφικοί ενδεχομένως. Οι μπουλντόζες δεν σβήνουν τις φωτιές μόνες τους. Οι φωτιές δεν σβήνονται με μηχανήματα, πριόνια και κλάρες». Παράλληλα, επέρριψε ευθύνες στην Πολιτική Προστασία, αφού συμπλήρωσε ότι «η Πολιτική Προστασία έπραξε ως έπραξε. Φέρει ευθύνες και αυτές οι ευθύνες –το έχουμε πει με όλη τη δύναμη της φωνής μας– πρέπει να αναζητηθούν… Προσωπικά είχα πάντα την αίσθηση και τα προηγούμενα χρόνια και με άλλες κυβερνήσεις και γενικούς γραμματείς Πολιτικής Προστασίας ότι για να συνεννοηθεί ένας υπουργός με έναν περιφερειάρχη δεν χρειάζεται να παρεμβάλλεται μια κάμερα. Ωσπου κι αυτό ενδεχομένως να έγινε απαραίτητο».
Στη διευκρινιστική του δήλωση ο Φ. Σπανός ανέφερε ότι «ουδέποτε ισχυρίστηκα ότι δεν ήθελαν να σβήσουν τη φωτιά ή ότι συνειδητά την άφηναν να επεκταθεί. Κάτι τέτοιο θα ήταν εξωφρενικό για οποιαδήποτε κυβέρνηση και για οποιαδήποτε διοίκηση της πυροσβεστικής. Ακουσα και επικαλέστηκα μαρτυρίες κατοίκων για πυροσβεστικά που είχαν υπηρεσιακή εντολή να μην επεμβαίνουν σε συγκεκριμένα μέτωπα για λόγους ασφαλείας των πυροσβεστών…».