Στo ντοκιμαντέρ της Disney+ «In Vogue: The 90s» η αμφιλεγόμενη Αννα Γουίντουρ αφηγείται πώς η μόδα ενσωμάτωσε την ποπ κουλτούρα της δεκαετίας του ’90.
Η Αννα Γουίντουρ, η περιβόητη διευθύντρια της αμερικανικής «Vogue», δεν μοιάζει και πολύ με τη Μιράντα Πρίσλεϊ, την πανίσχυρη περσόνα της μόδας που ενσάρκωσε η Μέριλ Στριπ στην ταινία «Ο διάβολος φοράει Prada». Τουλάχιστον στη σειρά ντοκιμαντέρ της Disney+ με τίτλο «In Vogue: The 90s» η αμφιλεγόμενη γυναίκα-μύθος που έχει εδώ και δεκαετίες υπό τον πλήρη έλεγχό της τη «βίβλο» της μόδας εμφανίζεται όχι ακριβώς ως αγία, αλλά σίγουρα πολύ πιο εκλεπτυσμένη και αυτοσυγκρατημένη από την ηρωίδα της Στριπ.
Πάντως η γυναίκα με το αναλλοίωτο κοντό καρέ που έχει χαρακτηριστεί «αγέλαστο και ασυγκίνητο γουορχολικό αίνιγμα» αρνήθηκε με το καλημέρα να υπακούσει στους συντελεστές της σειράς όταν της ζήτησαν να βγάλει τα γυαλιά της στο γύρισμα. «Τα γυαλιά θα μείνουν» αποφάνθηκε με ύφος αυτοκράτειρας που έχει μάθει να διατάζει και όλοι να υπακούν. Κανείς δεν μπορεί άλλωστε να επιβάλει κανόνες στη γυναίκα που τους εφηύρε από την πρώτη μέρα που ανέλαβε τη διεύθυνση του ιστορικού περιοδικού της Conde Nast και κατάφερε να το αναστήσει από τις παλιές στάχτες του.
Ωστόσο, η υστεροφημία για την οποία φροντίζει η Αννα Γουίντουρ σε όλη τη διάρκεια της σειράς των έξι επεισοδίων, άλλοτε διακριτικά μέσω των στενών συνεργατών της και άλλοτε μιλώντας σε πρώτο πρόσωπο χωρίς ποτέ να χάνει το περίφημο κουλ στιλ της, δεν περιορίζεται στην κοινή γνώση ότι η «Vogue» αναγεννήθηκε στα χέρια της.
Ποπ κουλτούρα και θέαμα
Ο στόχος του ντοκιμαντέρ, που φέρει τη σφραγίδα της, είναι να αποδείξει ότι η τεράστια εκδοτική επιτυχία της αμερικανικής «Vogue» άλλαξε τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο. Οτι με τις επιλογές και αποφάσεις της Γουίντουρ η μόδα ενσωμάτωσε την ποπ κουλτούρα και την τέχνη του δρόμου της δεκαετίας του ’90, με αποτέλεσμα να γκρεμιστούν τα στεγανά μεταξύ τέχνης και μόδας, απελευθερώνοντας παλιές νοοτροπίες για να έρθει το νέο. Με τη συμβολή των ταλαντούχων συνεργατών της (τους επέλεξε η ίδια ακριβώς επειδή διαφωνούσαν συχνά μαζί της, όπως λέει) και της νέας γενιάς των προικισμένων σχεδιαστών που πήρε υπό την προστασία της ενώ ήταν ακόμη άγνωστοι, η βιομηχανία της μόδας έπαψε να είναι ενασχόληση των λίγων και έγινε συναρπαστικό θέαμα για τους πολλούς.
Θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η Αννα Γουίντουρ «εκδημοκράτισε» μια κατεξοχήν ελιτίστικη βιομηχανία που παράγει καταναλωτικά πρότυπα και πακτωλό χρημάτων. Ωστόσο, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τη συμβολή της σε μια νέα εκδοχή αυτής της καταναλωτικής βιομηχανίας στη σύγχρονη εποχή. Τότε που τα σούπερ μοντέλα (η Κρίστι, η Λίντα, η Σίντι, η Ναόμι και βέβαια η Κέιτ Μος) έγιναν από άγνωστα κορίτσια παγκόσμιες διασημότητες και οι σταρ του Χόλιγουντ εξώφυλλα της «Vogue» χωρίς να χάσουν τίποτε από τη σοβαρότητά τους. Τότε που η αντισυμβατική και προκλητική Μαντόνα αναγορεύτηκε στο ιδανικό κορίτσι του περιοδικού με το πρώτο της εξώφυλλο και σε ποπ είδωλο σε ολόκληρο τον κόσμο. Και παρόλο που απουσιάζει από τη σειρά, δεσπόζει κυριαρχικά ως το πρόσωπο-κλειδί που θα έστελνε στο χρονοντούλαπο της μνήμης τον παλιό κόσμο και τα δικά του είδωλα. Ολες και όλοι περνούν από τον φακό του «In Vogue»: η Γκουίνεθ Πάλτροου που άνοιξε τον χορό των διάσημων εξωφύλλων της «Vogue», η Νικόλ Κίντμαν που ήταν η πρώτη που φόρεσε haute couture στο κόκκινο χαλί ύστερα από δεκαετίες, η Ελίζαμπεθ Χάρλεϊ που έγινε διασημότητα κυριολεκτικά σε μια νύχτα φορώντας το σέξι φόρεμα του Βερσάτσε με τις παραμάνες. Παρούσες φυσικά είναι και η ιέρεια της μόδας των 90s Σάρα Τζέσικα Πάρκερ, η Βικτόρια Μπέκαμ, η Κιμ Καρντάσιαν, σε απόσταση αναπνοής από τα αληθινά ταλαντούχα «τρομερά παιδιά» της αγγλικής μόδας που θα έγραφαν τη δική τους ιστορία.
Επαναστάτες σχεδιαστές
Το ντοκιμαντέρ αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον όταν μας παρουσιάζει τους επαναστάτες σχεδιαστές της βρετανικής εργατικής τάξης οι οποίοι κατάφεραν να κατακτήσουν τη γαλλική μόδα πριν ακόμη κλείσουν τα τριάντα. O Τζον Γκαλιάνο με τη θεατρικότητα των κοστουμιών του και το εξαιρετικό ταλέντο να αφηγείται ιστορίες είναι αφοπλιστικός όταν εξομολογείται ότι έτρωγε φασόλια που ζέσταινε σε γκαζάκι και δεν είχε χρήματα ούτε για να αγοράσει ύφασμα για το επόμενο ντεφιλέ του την ίδια εποχή που η «Vogue» δημοσίευσε το πρώτο αφιέρωμα για τις δημιουργίες του. Και πώς κατέληξε να γίνει επικεφαλής σχεδιαστής του οίκου Givenchy (ο πρώτος μη Γάλλος) πριν ηγηθεί του οίκου Dior. Στις οθόνες μας βλέπουμε τον Αλεξάντερ ΜακΚουίν, τον μαύρο κύκνο της αγγλικής μόδας, που κατάφερε να δώσει πνοή στο προκλητικό και άγριο όραμά του φτάνοντας στα 27 του να πάρει τη θέση του Γκαλιάνο όταν έφυγε από τον Givenchy και αργότερα να περάσει στον οίκο Gucci. Την τιμητική τους έχουν επίσης οι Αμερικανοί σχεδιαστές, όπως ο Τομ Φορντ που ανέστησε τον αραχνιασμένο οίκο Gucci με τα προκλητικά ντεφιλέ και τις προβοκατόρικες δημιουργίες του, ο Ραλφ Λόρεν με τα 50 λογότυπα Polo, που ενσάρκωσε το νέο εξιδανικευμένο αμερικανικό όνειρο, ο Τόμι Χίλφιγκερ που κατέκτησε τη μαύρη Αμερική και τους μπρεϊκντάνσερ, η Ντόνα Κάραν που κατανόησε τις ανάγκες της σύγχρονης γυναίκας και ο Κάλβιν Κλάιν, ο σχεδιαστής που ανακάλυψε την Κέιτ Μος και ο πρώτος που χρησιμοποίησε σοφά τη δύναμη της επικοινωνίας.
Διαβάστε επίσης:
Θοδωρής Σκυφτούλης: Ύποπτες οι εποχές µας για να κάνεις πλακίτσα
Ζιλιέτ Μπινός και Ρέιφ Φάινς στο 65ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης
Στην πρόβα: Στο μυαλό της Μπλανς Ντιμπουά (Photos)
Μισές δουλειές… ολόκληρη παράσταση
Τιμ Ρόμπινς: Ηθοποιός με άποψη και νεύρο
Είμαστε φτιαγμένοι από αστρόσκονη
Στην Πρόβα: Είδαμε την «Κόρη του λοχαγού» -Ένας ύμνος στην αγάπη