Η ψήφος των αποδήμων, η κυβερνητική σπουδή και το σύνταγμα

Η ψήφος των αποδήμων, η κυβερνητική σπουδή και το σύνταγμα

Αντί για τη «μετεξέλιξη του επιτελικού κράτους» ή το φορολογικό πολυνομοσχέδιο με τις προεκλογικές εξαγγελίες της ΝΔ, ο πρωθυπουργός προέκρινε ως πρώτη προτεραιότητα τη νέα αλλαγή του εκλογικού νόμου προκειμένου να αρθούν οι προϋποθέσεις για την ψήφο των αποδήμων. Παρενθετικά, οι δύο προϋποθέσεις που είχαν θεσπιστεί έπειτα από κοπιαστικές πολιτικές ζυμώσεις ήταν αφενός οι εκλογείς του εξωτερικού να έχουν διαμείνει για τουλάχιστον δύο χρόνια στην Ελλάδα κατά την τελευταία 35ετία και αφετέρου να έχουν υποβάλει φέτος ή πέρσι φορολογική δήλωση.

Στο απλό και εύλογο ερώτημα «γιατί τώρα;» κανένα κυβερνητικό στέλεχος δεν δίνει σαφή απάντηση. Αρέσκονται σε λεκτικές ντρίμπλες, όπως «γιατί όχι;», ή σε επίκληση του «ηθικού χρέους» που έχει η γαλάζια παράταξη έναντι των Ελλήνων του εξωτερικού. Αυτό που απαντούν με ένα στόμα, μια φωνή είναι πως στη ΔΟΥ εξωτερικού είναι εγγεγραμμένοι 600.000 ΑΦΜ, στους οποίους περιλαμβάνονται και αρκετά νομικά πρόσωπα. Βέβαια, όπως σημείωναν υπουργικά στελέχη με επαρκή γνώση, εάν οι εγγεγραμμένοι απόδημοι στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους φτάσουν τις 60.000, τότε θα πρόκειται για επιτυχία. Από την άλλη, θα μπορούσε κάποιος κακεντρεχής να σκεφτεί ότι οι υπουργοί είναι εκ του πονηρού απαισιόδοξοι…

Η διάταξη που δημοσιοποίησε η κυβέρνηση και αναμένεται να τεθεί προς ψήφιση στα τέλη του μηνός είναι η ίδια που είχε απασχολήσει τη δημόσια σφαίρα το 2021. Τότε ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και Ελληνική Λύση είχαν υπερψηφίσει τη ρύθμιση της συμπολίτευσης, χωρίς όμως οι 190 ψήφοι που συγκεντρώθηκαν να αρκούν για να πιάσουν το όριο των 200. Οπως σχολίαζαν πηγές του Μαξίμου, αν τα ίδια κόμματα ψηφίσουν εκ νέου, τότε –λόγω των νέων συσχετισμών– η ρύθμιση θα περάσει με 202 ψήφους. Σε αυτή την εξίσωση να συνυπολογίσουμε την πρόθεση της Πλεύσης Ελευθερίας να στηρίξει το νομοθέτημα, κάτι που η Ζωή Κωνσταντοπούλου κατέστησε σαφές την ημέρα που η κυβέρνηση έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης μετά την τριήμερη ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων. Πάντως στην Ηρώδου Αττικού έχουν αρχίσει να τους ζώνουν τα φίδια διότι ούτε η Χαριλάου Τρικούπη ούτε το κόμμα Βελόπουλου έχουν εκφράσει ξεκάθαρη θέση.

Αρμόδιες κομματικές πηγές του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ ανέφεραν στο Documento ότι η ΚΟ «ζητά μετ’ επιτάσεως να θεσπιστεί η επιστολική ψήφος για τους απόδημους», συμπληρώνοντας σε σχέση με το αν θα υπερψηφίσουν ή όχι ότι «η συζήτηση είναι ανοιχτή». Επ’ αυτού ήδη ψιθυρίζεται από την πλευρά της πλειοψηφίας ότι δεν αποκλείεται να ικανοποιηθεί η απαίτηση του τρίτου κόμματος για την επιστολική ψήφο. Σε σχέση με την Ελληνική Λύση, φαίνεται ότι προβληματισμούς εκφράζουν μέλη της ηγετικής ομάδας του κόμματος αναφορικά με τα πραγματικά κίνητρα της κυβέρνησης Μητσοτάκη πίσω από τη συγκεκριμένη ρύθμιση. Γεγονός που σημαίνει πως η θετική ψήφος του 2021 δεν θεωρείται νομοτελειακό ότι θα επαναληφθεί. Πάντως μέχρι και την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε πάρει σαφή θέση κατά της ρύθμισης, περιμένοντας κυβερνητικές απαντήσεις για τα ζητήματα που έχει θέσει.

Σε κάθε περίπτωση, η σπουδή της κυβέρνησης επανέφερε στην επικαιρότητα προβληματισμούς που είχαν μείνει στο παρελθόν. Ο κυριότερος εξ αυτών αφορά το δικαίωμα να συναποφασίζουν για την ελληνική πραγματικότητα όσοι δεν τη βιώνουν. Από εκεί και πέρα, στον δημόσιο διάλογο εγείρονται συνταγματικές ανησυχίες, τις οποίες παραθέτουν στην εφημερίδα οι έγκριτοι επιστήμονες Ακρίτας Καϊδατζής, Ιφιγένεια Καμτσίδου και Κώστας Ζώρας, ενώ ενδιαφέρουσα είναι η προσέγγιση του Κωστή Πιερίδη, διδάκτορα Πολιτικής Επιστήμης, για τους «απρόθυμους» απόδημους.

«Πολιτικά αλαζονική και συνταγματικά απερίσκεπτη»

Με την αναθεώρηση του 2001 προστέθηκε στο σύνταγμα η ρήτρα ότι νόμος που ψηφίζεται με την πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών «μπορεί να ορίζει» τα σχετικά με την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος από τους εκλογείς που βρίσκονται εκτός της επικράτειας (άρθρο 51 παρ. 4). Η ψήφιση του νόμου είναι δυνητική, δεν είναι συνταγματική υποχρέωση. Επί δύο δεκαετίες τέτοιος νόμος δεν ψηφίστηκε. Απόδειξη του πόσο δυσχερές είναι το ζήτημα, όχι μόνο από τεχνική άποψη αλλά και επί της ουσίας. Απαιτήθηκε νέα συνταγματική αναθεώρηση το 2019 και η προσθήκη νέας ρήτρας, σύμφωνα με την οποία με τον νόμο αυτό μπορεί να τίθενται προϋποθέσεις για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος στον τόπο διαμονής τους από τους εκτός επικράτειας εκλογείς (άρθρο 54 παρ. 4). Μόνο τότε κατέστη εφικτή η ψήφιση του ν. 4648/2019 που θέτει ορισμένες προϋποθέσεις για τις οποίες επιτεύχθηκε, έπειτα από κοπιώδεις διαπραγματεύσεις, διακομματική συναίνεση.

Η λογική της συνταγματικής ρύθμισης είναι προφανής. Τόσο ο δυνητικός χαρακτήρας της νομοθετικής ρύθμισης όσο και η απαίτηση υπεραυξημένης πλειοψηφίας υποδηλώνουν πως νομοθέτηση στο πεδίο αυτό μόνο έπειτα από διακομματική διαβούλευση και συνεννόηση μπορεί να υπάρξει. Αντ’ αυτού, η κυβέρνηση έφερε μονομερώς και χωρίς καμία προηγούμενη συνεννόηση σχέδιο νόμου για την κατάργηση του συνόλου των προϋποθέσεων που είχαν νομοθετηθεί το 2019. Με τον τρόπο αυτό, όμως, αναιρεί στην ουσία της και πάντως απαξιώνει τη συνταγματική ρύθμιση που και η ίδια η Νέα Δημοκρατία είχε ψηφίσει στην αναθεώρηση του 2019. Πέρα από ένδειξη πολιτικής αλαζονείας, η κίνηση αυτή είναι και συνταγματικά απερίσκεπτη. Υπονομεύει την κανονιστικότητα μιας τελείως πρόσφατης συνταγματικής ρύθμισης που δεν έχει ακόμη προλάβει να δοκιμαστεί επαρκώς στην πράξη. Ο εκλογικός νόμος είναι νομοθέτημα μακράς πνοής: θέτει τους κανόνες του πολιτικού παιγνίου. Οφείλει να τροποποιείται με εξαιρετική φειδώ και μόνο έπειτα από σοβαρή περίσκεψη. Η αντίληψη ότι, ανάλογα με τη συγκυρία και τις σκοπιμότητες, μπορούμε να νομοθετούμε και να ξενομοθετούμε θέτει προοπτικά εν αμφιβόλω ακόμη και τον σκοπό των ρητρών των άρθρων 51 παρ. 1 και 54 παρ. 4: το αν θα υπάρχει καν νόμος για τη διευκόλυνση της άσκησης του εκλογικού δικαιώματος από τους εκτός επικράτειας εκλογείς.

*Ακρίτας Καϊδατζής Αναπληρωτής καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου ΑΠΘ

«Υπονόμευση της αυτοκυβέρνησης του λαού»

Η ρύθμιση της ψήφου των εκτός επικρατείας πολιτών δεν είναι τεχνικό θέμα. Εκτός από τις διαδικαστικές δυσκολίες –π.χ. δεν έχει διενεργηθεί ποτέ απογραφή των Ελλήνων του εξωτερικού ώστε να είναι γνωστός ο αριθμός τους και να καθοριστεί η ισότιμη αντιπροσώπευσή τους–, ο νομοθέτης βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα θεμελιακό για τη δημοκρατία ερώτημα: μπορεί η εκλογική διαδικασία να αποσυνδεθεί από τον τόπο όπου ασκείται η εξουσία; Με άλλα λόγια, παραμένει η εξουσία δημοκρατική όταν ο λαός γίνεται νομάς, όταν σημαντικά τμήματά του μετακινούνται και δεν διατηρούν επαφή με τον τόπο καταγωγής τους, με τα προβλήματά του και τις πολιτικές αντιπαραθέσεις που αφορούν τη διακυβέρνησή του; Η δημοκρατία είναι το πολίτευμα του κοινού τόπου, σε αντιδιαστολή με τα πολιτεύματα του κοινού αίματος. Πάντως το ενδιαφέρον του Ελληνα συντακτικού νομοθέτη για τη διευκόλυνση της ψήφου των πολιτών που βρίσκονται στο εξωτερικό εξηγείται ιστορικά, δεδομένου ότι η μαζική μετανάστευση είχε οδηγήσει σε περιορισμό του εκλογικού δικαιώματος σεβαστού αριθμού πολιτών. Δόθηκε λοιπόν με το σύνταγμα του 1975 εντολή στον κοινό νομοθέτη να ρυθμίσει με ευρεία συναίνεση το ζήτημα, έτσι ώστε η διευκόλυνση της άσκησης του δικαιώματος να πραγματώνει και όχι να αναιρεί τη δημοκρατική αρχή. Χρειάστηκαν 44 χρόνια και μια συνταγματική αναθεώρηση για να θεσπιστεί ο εκτελεστικός νόμος, που προβλέπει σειρά περιορισμών προκειμένου να διαπιστώνεται ο πραγματικός δεσμός τού εκτός της επικράτειας πολίτη με τη χώρα, που την τύχη της θα καθορίσει με την ψήφο του. Οι ενστάσεις απέναντι στις σχετικές ρυθμίσεις είναι ουσιαστικές και απαιτούν ιδιαίτερη συζήτηση. Η πρόταση, όμως, για πλήρη κατάργησή τους γεννά ένα σπουδαίο κίνδυνο για τη δημοκρατία: σε ένα πολίτευμα όπου η ιθαγένεια αποκτάται με βάση το δίκαιο του αίματος η διεύρυνση του εκλογικού σώματος με την απροϋπόθετη ένταξη των «αποδήμων» σε αυτό, δηλαδή με την προσθήκη μεγάλου αριθμού προσώπων που έχουν ελληνική καταγωγή αλλά δεν διατηρούν καμιά σχέση με τη χώρα και την πολιτική ζωή της, αποτελεί συνθήκη υπονόμευσης της αυτοκυβέρνησης του λαού. Ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας των εκλογών θα υποβαθμιστεί και η λογοδοσία των κυβερνώντων θα περιοριστεί ουσιαστικά. Πρόκειται για μεγάλη αλλαγή, καθώς το πολίτευμα θα τείνει να γίνει πολίτευμα του αίματος και έτσι να χάσει τα δημοκρατικά χαρακτηριστικά του.

*Ιφιγένεια Καμτσίδου Αναπληρώτρια καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου ΑΠΘ

«Οι ψηφοφόροι του εξωτερικού θα επιβάλουν εκλογικά τη βούλησή τους»

Η «τροπολογία Βορίδη» (2021) επανεμφανίζεται ως «νομοσχέδιο Κεραμέως». Το έχω ξαναγράψει: στις δυσκολίες τα ποικίλα άκρα συναντώνται και συμπλέουν. Το νομοσχέδιο αναρτήθηκε προς δημόσια διαβούλευση (opengov. gr), όπου θα παραμείνει ανοιχτό για σχόλια έως το πρωί της 17ης Ιουλίου. Το νομοσχέδιο καταργεί τους δύο ισχύοντες νομοθετημένους περιορισμούς ως προϋποθέσεις εγγραφής στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους εξωτερικού (διαμονή χρονικά περιορισμένη στην Ελλάδα και φορολογική δήλωση) και καταργεί επίσης την Ειδική Διακομματική Επιτροπή Εξέτασης Ενστάσεων. Θρίαμβος της εσωτερικής γραφειοκρατίας (Διεύθυνση Εκλογών υπουργείου Εσωτερικών)!

Η άρση των περιορισμών «με ένα νόμο και ένα άρθρο» ανακοινώθηκε από τον συνήθη ύποπτο, δηλαδή τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Απευθύνομαι κυρίως σε εκείνους του δημοκρατικού χώρου που σκέπτονται σοβαρά (;) να συμπράξουν με την κυβερνητική πλειοψηφία της περιορισμένης δημοκρατικής νομιμοποίησης (ψήφισε το ήμισυ των εκλογέων στις τελευταίες κάλπες) και του απεχθούς παραπετάσματος εξουσίας για να δημιουργηθεί η προβλεπόμενη από το σύνταγμα πλειοψηφία των δύο τρίτων (άρθρο 51 παρ. 4). Τυχόν περισσότεροι εγγεγραμμένοι και ψηφοφόροι εξωτερικού έναντι των εγγεγραμμένων και ψηφοφόρων εσωτερικού χωρίς βιοτικούς και πολιτικούς δεσμούς με την Ελλάδα θα μπορούσαν να επιβάλουν εκλογικά τη βούλησή τους. Οι περισσότεροι «άσχετοι» έξω στους λιγότερους «σχετικούς» μέσα. Ενα τέτοιο ενδεχόμενο από τη ρύθμιση του νομοσχεδίου συνάδει με τη δημοκρατική αρχή και την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας που συγκροτούν θεμελιώδεις συνιστώσες του συνταγματικού πολιτεύματος;

*Κώστας Ζώρας Ομότιμος καθηγητής, πρώην αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Αιγαίου

«Επιβεβαίωση μιας ιδεοληψίας»

Η κυβέρνηση επιχείρησε ένα πείραμα όπου το προσδόκιμο αποτέλεσμα θα ήταν: 1) συντριπτικά υπέρ της και 2) θα προκαλούσε μαζική προσέλευση ψηφοφόρων στις κάλπες, στη νεοσύστατη περιφέρεια του εξωτερικού. Ενώ ο πρώτος στόχος επιτεύχθηκε, αντίθετα ψήφισαν μόλις 17.000 πολίτες (οι 15.000 στην Ευρώπη). Σημειώθηκαν επίσης αποθαρρυντικά νούμερα συμμετοχής (των 195 εγγεγραμμένων στην Αυστραλία/ Ωκεανία ή των 137 στην αφρικανική ήπειρο), ενώ συνολικά εγγράφηκαν μόλις 25.000. Κατά τη γνώμη μου διατυπώθηκε μια ερώτηση από τους μόνιμους κατοίκους του εξωτερικού: «Γιατί να αποφασίσω για μια χώρα στην οποία δεν ζω;». Κανείς δεν αμφισβητεί το πατριωτικό συναίσθημα και την αγάπη για την Ελλάδα, όμως η καταγωγή και ακόμη και ο «νόστος» δεν μπορούν να είναι λόγοι για την εκλογή αντιπροσώπων ενός εθνικού κοινοβουλίου. Στη διαπίστωση των μόλις 25.000 Ελλήνων πολιτών που μπήκαν στη διαδικασία να εγγραφούν στην εκλογική περιφέρεια εξωτερικού για να καθορίσουν το πολιτικό μέλλον της χώρας καταγωγής τους η κυβέρνηση επιλέγει να απαντήσει με άρση των περιορισμών εγγραφής (έχει νόημα μόνο για τους Ελληνες που βρίσκονται στο εξωτερικό την ημέρα των εκλογών), θεωρώντας ότι τους αποθάρρυνε η γραφειοκρατία και όχι το περιορισμένο ενδιαφέρον για την ελληνική πολιτική σκηνή. Με το ζόρι απόδημοι ψηφοφόροι, για την επιβεβαίωση μιας ιδεοληψίας.

*Κωστής Πιερίδης Μεταδιδακτορικός ερευνητής, διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης

Documento Newsletter