Η πολιτική πόλωση στις ΗΠΑ: Πάλι Τραμπ εναντίον Μπάιντεν;

Η πολιτική πόλωση στις ΗΠΑ: Πάλι Τραμπ εναντίον Μπάιντεν;

Στο εξαιρετικά πολωτικό πολιτικό κλίμα στις ΗΠΑ και ενόψει των Προεδρικών εκλογών του 2024 φωτιά στην προεκλογική περίοδο και στις προκριματικές εκλογές στο ρεπουμπλικανικό κόμμα για τον επίσημο υποψήφιο του βάζει μία απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Πολιτείας του Κολοράντο.

Το Ανώτατο Δικαστήριο της Πολιτείας του Κολοράντο, με ισχνή πλειοψηφία 4 δικαστών έναντι τριών που είχαν αντίθετη άποψη, απαγόρευσε να συμπεριληφθεί στις σχετικές εκλογές η υποψηφιότητα του πρώην Προέδρου Τράμπ κατά εφαρμογή της 14ης Τροποποίησης του Αμερικανικού Συντάγματος, τμήμα τρίτο (14th Amendment section 3) ισχυριζόμενο εφαρμογή της «εξεγερτικής απαγόρευσης»    (insurrectionist ban).

Το τμήμα 3 της 14ης Τροποποίησης του Αμερικανικού Συντάγματος, με έναν τρόπο ιδιαίτερα αμφίβολο και θολό, αναφέρει ότι  απαγορεύει σε οποιονδήποτε έχει ορκιστεί προηγουμένως (Γερουσιαστές, Αντιπρόσωποι και άλλοι δημόσιοι αξιωματούχοι όπως δικαστές) να κατέχει δημόσιο αξίωμα εάν έχει «εμπλακεί σε εξέγερση ή εξέγερση» κατά των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο Πρόεδρος Τραμπ έχει προσβάλλει ενώπιον του Ανωτάτου Ομοσπονδιακού δικαστηρίου την απόφαση αυτή του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Πολιτείας του Κολοράντο και η απόφαση αυτή έχει ανασταλεί μέχρι 4 Ιανουαρίου 2024 αναμένοντας την κρίση του Ομοσπονδιακού Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Οι επιπτώσεις της απόφασης αυτής μπορεί ναι είναι μεγάλες καθώς αρχές Ιανουαρίου 2024 κλειδώνουν οι υποψηφιότητες.

Αλλά δεν είναι το μοναδικό γεγονός που δηλητηριάζει πραγματικά το πολιτικό κλίμα στις ΗΠΑ ενόψει των Προεδρικών εκλογών του επόμενου έτους (2024).

Το κλίμα ναρκοθετείται από την αντιπαράθεση σχετικά με το ζήτημα της ελευθερίας του τύπου στην χώρα. Με την πλευρά Τραμπ, ενός μεγάλου τμήματος του ρεπουμπλικανικού κόμματος και οπωσδήποτε της «εναλλακτικής Δεξιάς» (ALT Right), συντηρητικών που δηλώνουν/είναι υπέρ της απόλυτης, χωρίς καμία εξαίρεση, ελευθερίας του τύπου, να κατηγορούν τους Δημοκρατικούς και τον Πρόεδρο Μπάιντεν ότι προσπαθούν να φιμώσουν αντίθετες φωνές προωθώντας την παγκοσμιοποιητική ατζέντα τους ως παγκοσμιοποιητές (globalists) σε βάρος των αμερικανικών συμφερόντων.

Στην τελευταία κατηγορία (free speech absolutism) εξέχουσα θέση κατέχει ο ιδιοκτήτης της πλατφόρμας μέσων κοινωνικής δικτύωσης Ελον Μάσκ (Elon Musk) ο οποίος έδωσε βήμα στο μέσω ιδιοκτησίας του X/Tweeter στον απολυμένο από το FOX Channel Tucker Carlson που δημοσιοποιεί τις εκπομπές του με την τεράστια απήχηση τους, από την πλατφόρμα αυτή.

Πρόσφατα δε, την προηγούμενη βδομάδα το X/Tweeter επαναενεργοποίησε τον απαγορευμένο λογαριασμό (account) ενός επίσης ιδιαίτερα αμφιλεγόμενου προσώπου: του Alex Jones κόκκινο πανί για τους υποστηρικτές του Δημοκρατικού κόμματος και του Προέδρου Μπάιντεν. Λίγο πριν έχει επανέλθει ο επίσης απαγορευμένος λογαριασμός στο Tweeter του πρώην Προέδρου Τραμπ, λογαριασμός που διαδραμάτισε πολύ σημαντικό ρόλο στην εκλογή του ως 45ου Προέδρου των ΗΠΑ. Σημειωτέον ότι ο λογαριασμός του έχει περισσότερους από 87 εκατομμύρια ακολούθους.

Αλλά η εμπλοκή της δικαιοσύνης των ΗΠΑ στις Προεδρικές εκλογές του 2024 δεν εξαντλείται στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου του Κολοράντο.

Έχει προηγηθεί η για περίπου μισή ώρα «σύλληψη» του πρώην Προέδρου των ΗΠΑ Τραμπ με αφορμή άσκηση εναντίον του δίωξης για την συμφωνία εξαγοράς της σιωπής «πορνοστάρ» που ισχυρίζονταν περιστατικό μαζί του πληρωμένου έρωτα. Η συμφωνία αυτή, καταβολής χρηματικού ποσού με όρο την μη αποκάλυψη (non-disclosure agreement) του «γεγονότος» ή η σε κάθε περίπτωση η τήρηση μυστικότητας για το θέμα, αποτελεί συμφωνία που συνηθίζεται (και) στις ΗΠΑ. Όμως τα πράγματα περιπλέκει η εκλογική νομοθεσία για τις προεκλογικές δαπάνες: Μπορεί ο Πρόεδρος να χρησιμοποιήσει χρήματα της εκλογικής εκστρατείας για μία τέτοια δαπάνη; Είναι νόμιμο ή παραβιάζει την εκλογική νομοθεσία;   Είναι αυτό «αδίκημα» για να διωχθεί ο πρώην Πρόεδρος και ο κύριος υποψήφιος του ρεπουμπλικανικού κόμματος για τις επικείμενες Προεδρικές Εκλογές το 2024 (αυτός που συγκεντρώνει κατά γενική ομολογία κάτι λιγότερο πλέον από ένα έτος από τις Προεδρικές Εκλογές του 2024, τις περισσότερες πιθανότητες για να είναι ο υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος);

Τα ερωτήματα που τίθενται με τον έναν ή άλλον τρόπο στον δημόσιο διάλογο πολλά.

Είναι μία δίκαιη δίωξη στα πλαίσια της ισότητας όλων έναντι του νόμου ή είναι πολιτική η δίωξη; Χρησιμοποιείται η δικαιοσύνη για πολιτικές σκοπιμότητες «όπως σε χώρες του τρίτου κόσμου» όπως καταγγέλεται; Είναι πιθανόν η χρηματοδότηση της προεκλογικής εκστρατείας του τοπικού εισαγγελέα (καταγγέλλεται ότι έλαβε χώρα χρηματοδότηση από ίδρυμα «συμφερόντων» του διάσημου Τζόρτζ Σόρρος) να δημιουργεί μεροληπτικό περιβάλλον;

Ανεξάρτητα από τις αλήθειες ή τα ψέματα γύρω από το θέμα αυτό που διακυβεύεται για τις ίδιες τις ΗΠΑ: είναι αν υπάρχει θέμα Δημοκρατίας ή Ισότητας έναντι του Νόμου όπως λέει η μία πλευρά ή χρήση της δικαιοσύνης για την δημιουργία πολιτικού πλεονεκτήματος καταστρέφοντας την δημοκρατία και την διάκριση των εξουσιών;

Τα ερωτήματα είναι αρκετά για να ανάψουν και εξάψουν το πολιτικό θερμόμετρο.

Έτι δε περεταίρω που η δίωξη έρχεται σε μία κοινωνία που προϋπάρχει έντονος  ο ιδεολογικός, πολιτικός, κοινωνικός, φυλετικός, έμφυλος και θρησκευτικός διχασμός. Το ίδιο το πολιτικό και επιχειρηματικό φαινόμενο «Τραμπ» βρίσκει την αιτία και τα αίτια του σε αυτή την πραγματικότητα.

Από την δεκαετία κιόλας του 80 διαμορφώνονται στις ΗΠΑ τα δύο κύρια ιδεολογικά ρεύματα γύρω από έννοιες που λαμβάνουν έντονη πολιτική σημασία που η αντιπαράθεση αυτή αναδεικνύει.

Κεντρικό ρόλο για την κατανόηση της πολιτικής – κοινωνικής αντιπαράθεσης και της εξέλιξης της από την δεκαετία του 80 μέχρι σήμερα, αλλά και σύγχρονα (σήμερα) της πόλωσης γύρω από την δίωξη Τραμπ ή την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου του Κολοράντο, διαδραματίζουν οι έννοιες Νεοφιλελευθερισμός, Παγκοσμιοποίηση, Προοδευτικός Φιλελευθερισμός (progressive liberalism), κίνημα WOKE, Alt Right και η καταπολέμηση της οποιασδήποτε μορφής ρατσισμού και διακριτικής αντιμετώπισης ατόμων στην διοίκηση, δικαιοσύνη, απασχόληση κλπ.

Νεοφιλελευθερισμός και Παγκοσμιοποίηση

Από την μία πλευρά έχουμε τον νεοφιλελευθερισμό (neoliberalism) και την δίδυμη αδελφή της: την παγκοσμιοποίηση (globalization) .

Ο νεοφιλελευθερισμός, μία οικονομική – πολιτική θεωρία που στοχεύει στην αυτονόμηση και πλήρη ελευθέρωση της οικονομικής δραστηριότητας, ιδίως των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων και των πραγματικά μεγάλων κεφαλαιούχων, από οποιαδήποτε κρατικό ή πολιτικό έλεγχο και από οποιαδήποτε κοινωνική επίπτωση της δραστηριότητας τους. Απαιτεί: απορρύθμιση των αγορών, κατάργηση  όποιων νόμων και κανόνων έχουν από την Πολιτεία θεσπιστεί για την εύρυθμη και κοινωνικά ωφέλιμη λειτουργία των αγορών (deregulation) και στην καλύτερη περίπτωση αυτορρύθμιση τους , μόνιμη αποχή της Πολιτείας στο μέλλον (ως αξίωμα) από τέτοια νομοθέτηση, κατάργηση των φόρων κεφαλαίου, κληρονομίας, του πλούτου γενικότερα. Η επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού σε όλο το εύρος του πολιτικού φάσματος (τόσο στους ρεπουμπλικανούς όσο και στους δημοκρατικούς) στηρίζεται στην επιχειρούμενη σύνδεση του με την κεντρική στην αμερικανική παράδοση – από την εποχή των πρώτων προτεσταντών μεταναστών (ή προσφύγων από περιοχές στην Ευρώπη που διώκονταν από τα εκεί «κράτη»)- έννοια της «ελευθερίας». Η ελευθερία νοείται ως ελευθερία από την παρέμβαση – καταπίεση του κράτους. Εκεί βρίσκουν την κοινωνική αχίλλειο πτέρνα και εκεί μεθοδικά πατούν. Στην εκμετάλλευση της ευγενούς λατρείας του μέσου αμερικανού στην έννοια της ελευθερίας στήριξαν οι μεγιστάνες και τα αθρόα χρηματοδοτούμενα από τα τεράστια υπερκέρδη ιδρύματα τους την επίθεση στην φορολόγηση τους από το «καταπιεστικό» κράτος και την επιτυχία τους να θέσουν την οικονομική τους δραστηριότητα, σε πολύ μεγάλο βαθμό στοχοποιώντας εκ των προτέρων κάθε προσπάθεια παρέμβασης ή προσώπου με τέτοια πολιτική πρόθεση-,  εκτός κοινωνικού και πολιτικού ελέγχου. Η ιδεολογική τους επικράτηση ήταν/είναι σχεδόν απόλυτη: ο φόρος κληρονομίας παρουσιάστηκε ως φόρος (ακόμη και) στον θάνατο (!) δημιουργώντας απέχθεια. Ο φόρος και οι νομικοί περιορισμοί στο κεφάλαιο, την συγκέντρωση και διακίνηση του είναι κατάργηση της ελευθερίας του μεγιστάνα και «άρα» του οποιουδήποτε πολίτη (!). Την νεοφιλελεύθερη ατζέντα προωθούν μέσω ιδρυμάτων που ιδρύουν  και καλοπληρωμένων «στελεχών» που διαγωνίζονται ποιος θα πάρει την ποιο ακραία και εφευρετική θέση υποστήριξης τους – και άρα θα είναι ποιο χρήσιμος και θα λάβει την μεγαλύτερη αμοιβή που θα του εξασφαλίσει μία υπερπολυτελή ζωή-. Με τον έλεγχο των ΜΜΕ κυριαρχείται από τα ιδεολογήματα αυτά της νεοφιλελεύθερης ατζέντας το σύνολο του  δημόσιου διαλόγου ώστε οποιαδήποτε αμφισβήτηση τους να φαίνεται ακραία και γραφική, στρεφόμενης κατά του αμερικανικού τρόπου ζωής.

Ο νεοφιλελευθερισμός και οι φορείς του στις ΗΠΑ, απαιτούν και προωθούν την παγκοσμιοποίηση: την παγκόσμια επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού χωρίς – εννοείται – πολιτικούς περιορισμούς, την παγκόσμια διακίνηση των κεφαλαίων και ιδίως των χρηματοπιστωτικών κεφαλαίων, χωρίς κανέναν πολιτικό ή συνοριακό φραγμό,  το «αξίωμα» ότι δεν έχει κανένα νόημα η προστασία της «τοπικής» (εθνικής) αγοράς και του τοπικού (εθνικού) νομίσματος που βρίσκονται στο έλεος της «διεθνούς» κίνησης του τεχνικά διογκωμένου (φούσκα) και αυτονομημένου από την πραγματική οικονομία χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου.

Στο πλαίσιο αυτό ο χρηματοπιστωτικός τομέας  αποδεσμεύεται από την πραγματική βιομηχανία, την βιομηχανία των tangible goods.

Δημιουργεί τα δικά του χρηματοπιστωτικά προϊόντα τα οποία δεν υπόκεινται σε κανένα περιορισμό τιμολόγησης: η αξία τους είναι όση τους δίνει η αγορά και η «εφευρετικότητα» της. Τα προϊόντα αυτά δημιουργούν άλλα προϊόντα (παράγωγα, διάφορες μορφές εγγυήσεων, μελλοντικές προοπτικές, εξειδικευμένα προϊόντα «συλλογικών» επενδύσεων, επενδυτικές εταιρίες, χρηματιστηριακά προϊόντα, τραπεζικά προϊόντα  )  και αυτά με την σειρά τους άλλα κοκ δημιουργώντας τεράστιες υπεραξίες (ή μήπως φούσκες;).

Η ανάπτυξη αυτή του χρηματοπιστωτικού τομέα με τις τεράστιες, πέραν κάθε προηγούμενου, αποδόσεις και κεφαλαιοποιήσεις, δεν έδειχνε να έχει κανένα πραγματικό αντίπαλο, ιδίως μετά την κατάρρευση του «κομμουνιστικού μπλοκ» (ΕΣΣΔ και δορυφόρων της ανατολικοευρωπαϊκών χωρών της ΚΟΜΕΚΟΝ) και την ανάδειξη του μονοπολικού κόσμου (unipolarism) η οποία όμως εξελίχθηκε σε «μονοπολική στιγμή». Τα κέρδη και οι αμοιβές και τα μπόνους των ανώτατων στελεχών τους ήταν αστρονομικά συγκρινόμενα με τις καλύτερες περιπτώσεις βιομηχανικών εμπορευμάτων. Γιατί να ασχοληθεί κάποιος με την … παραγωγή παραδοσιακών εμπορευμάτων αφού υπάρχει το «μαγικό» χρηματοπιστωτικό προϊόν; Κέρδη μάλιστα που δεν εξαρτώνται από την παραδοσιακή κατανάλωση του κεϋνσιανού μοντέλου ούτε από τον παράγοντα εργασία που ζητά … αμοιβές. Η παραγωγή αυτή μπορεί να μετακομίσει στον τρίτο κόσμο με το χαμηλό εργατικό κόστος και σε χώρες χωρίς την απεχθή εργατική νομοθεσία.

Ο πολίτης -καταναλωτής – εργαζόμενος χάνει την χρησιμότητα που είχε στην οικονομία και την παραγωγή  κάτω από το κεϋνσιανό μοντέλο όπου η ανάπτυξη στηρίζονταν στην μαζική κατανάλωση. Γίνεται, στην καλύτερη περίπτωση, άχρηστος, ενώ στην χειρότερη περίπτωση εμπόδιο για την κερδοφορία.

Η διαδικασία αυτή δημιουργεί στρατιές «απογοητευμένων» και «προδομένων» πολιτών, που εμφιλοχωρούνται από -και αναπολούν τις-, «παραδοσιακές αξίες» ή την ανάμνηση τους όπως η μνήμη τους μπορεί να τις ανακαλεί.

Αλλά και η επιχειρηματική τάξη διαχωρίζεται σε παραδοσιακές βιομηχανίες (βαριά βιομηχανία, κατασκευές – επιχειρηματική δραστηριότητα του πρώην Προέδρου Τραμπ -, τουρισμό, ενέργεια, καταναλωτικά προϊόντα) και στον χρηματοπιστωτικό κλάδο με τον απίστευτο δυναμισμό και κεφαλαιακή γιγάντωση,  με ενδιάμεσες τις εταιρίες κολοσσούς τεχνολογικής αιχμής και τις τρελές χρηματιστηριακές αποδόσεις τους και τις βιομηχανίες και προϊόντα με προνομιακές σχέσεις (ή των στελεχών τους) με το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο.

Προοδευτικός Φιλελευθερισμός (progressive liberalism), αντιρατσισμός και κίνημα WOKE

Από την άλλη πλευρά οι έντονες κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές και ιδεολογικές αντιθέσεις δεν επιτρέπεται να λυθούν στις ΗΠΑ μέσα από την παραδοσιακή στην Ευρώπη τις δεκαετίες 80 και 90 σύγκρουση κεφαλαίου – εργασίας (πριν την μεταφορά του αμερικανικού μοντέλου και στην Ευρώπη). Η κυρίαρχη ιδεολογία στοχοποιεί   την κοινωνική αλλαγή, την αριστερή σκέψη και πολιτική ατζέντα ως προδοτική ιδεολογία που λειτουργεί επ΄ ωφελεία των εχθρών των ΗΠΑ. Ήταν η εποχή που η ελάχιστη διαφοροποίηση μπορούσε να χαρακτηριστεί ως εθνική προδοσία ή ακόμη και συνεργασία με την εχθρό (μακαρθισμός – ψυχρός πόλεμος).

Ο θεσμικός αυτός πολιτικός – κοινωνικός αποκλεισμός οδηγεί τις μειονεκτούσες (φυλετικά, ιδεολογικά, πολιτικά, κοινωνικά, με βάση τον σεξουαλικό προσανατολισμό κλπ) ομάδες, να στραφούν και ενεργοποιήσουν με μεγάλη ένταση την διαδικασία «κοινωνικής διαφοροποίησης» τους προς άλλες «πιο επιτρεπτές» (αρχικά μη πολιτικές) κατευθύνσεις.

Στόχος (συνειδητός ή ασυνείδητος) της διαδικασίας αυτής ήταν – και παραμένει –  να προταθούν νέα κριτήρια και αξίες για την αξιολόγηση και ηθική σύγκριση των ατόμων, που θα αντικαταστήσουν στην καλύτερη περίπτωση τα παλαιά και θα δώσουν το απαιτούμενο ηθικό – πολιτικό – ιδεολογικό πλεονέκτημα που τους αρνείται η κυρίαρχη ιδεολογία στα άτομα που προέρχονται από τις μειοψηφικές καταπιεσμένες ομάδες. Στην «χειρότερη» περίπτωση θα δημιουργηθούν – αναδειχθούν αξίες ώστε η σύγκριση   να γίνεται με διαφορετικά από τα κυρίαρχα κριτήρια καθιστώντας τα άτομα φορείς της νέας ή κυρίαρχης ιδεολογίας ενταγμένους σε δύο ηθικά – κοινωνικά – πολιτικά – ιδεολογικά συστήματα ΜΗ ΣΥΓΚΡΙΣΙΜΑ (σε επιτρεπτή πόλωση!).

Πανεπιστημιακοί και ερευνητές που είχαν ιδεολογικές ανησυχίες, αμφιβολίες και αμφισβητήσεις της «κυρίαρχης ιδεολογίας» στράφηκαν προς αυτό που «επιτρέπεται»: σε έρευνες σχετικές με τις φυλετικές (και σταδιακά και άλλες) διακρίσεις ή τις στερεοτυπικές απεικονίσεις και συμπεριφορές που δημιουργεί και αναπαράγει η κυρίαρχη ιδεολογία.

Η σκληρή πραγματικότητα των έντονων κοινωνικών αντιθέσεων ερευνάται σε πλαίσιο κοντινότερο στο άτομο και τις δια-ατομικές σχέσεις και … μακριά από την απαγορευμένη ζώνη των κοινωνικών – ταξικών ανισοτήτων.

Ο προβληματισμός στράφηκε αρχικά (δεκαετία 30) προς τις απεικονίσεις και ερμηνείες «στερεοτύπων» που συνδέονται με φυλετικές διαφορές.

Μελετήθηκαν σε πρώτο στάδιο υπό το πρίσμα της «επιθετικότητας» και σε άμεσο συντονισμό με την κυρίαρχη ιδεολογία και ζητούμενο την αποτελεσματική καταστολή της, αποδίδοντας την μειονεξία σε προσωπικό ατομικό ηθικό μειονέκτημα (επιθετικότητα).

Όμως τα πράγματα στα αμερικανικά πανεπιστήμια αλλάζουν δραματικά από την δεκαετία του 70 και το ΣΟΚ του πολέμου του Βιετνάμ και το αντιπολεμικό κίνημα. Πολλοί ερευνητές στρέφονται πλέον και καταρχήν στην μελέτη του λεγόμενου αδιόρατου ρατσισμού (sabtle racism).

Μελετούν το λεγόμενο «πνεύμα των καιρών» και την υποκρυπτόμενη ρατσιστική τάση που ενσωματώνει και προέρχεται από το πολύ σκληρότερο και εμφανέστατο, ρατσιστικό παρελθόν της χώρας.

Μιλάμε δηλαδή για συγκαλυμμένο ρατσισμό. Η προσπάθεια πλέον στρέφεται ΟΛΟ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ στην παρέμβαση και στις πολιτικές παρέμβασης για την ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΟΥ. Την επιλογή του πολιτικά ορθού (political correct).

Παραδείγματα τέτοιας συγκεκαλυμμένης ρατσιστικής συμπεριφοράς είναι η, παρά την νομική ισότητα, διακριτική αντιμετώπιση «έγχρωμων» μαθητών στα σχολεία ή των έγχρωμων παραβατών του νόμου από τα δικαστήρια (τους δικαστές, αστυνομικούς, ενόρκους κλπ) σε σχέση με την αντιμετώπιση των λευκών. Εκεί αποδίδεται σε σημαντικό βαθμό η μεγάλη αναλογία έγχρωμων φυλακισμένων.  Οι έρευνες επεκτείνονται σε άτομα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας και των διακρίσεων σε βάρος των γυναικών.

Η έρευνα και ο δημόσιος διάλογος αναδεικνύει ραγδαία εκφάνσεις «λεπτοφυούς» αδιόρατου ρατσισμού και δημιουργούν το θεμέλιο της δημιουργίας του κινήματος των ανθρώπων που θεωρούν ότι είναι υποψιασμένοι αυτών των εκφάνσεων και έχουν «ξυπνήσει» δηλαδή του κινήματος WOKE σε αντίθεση με την ιδεολογία και αξίες των  WASP  (White Aglo Saxon Protestants).

Πως εξηγείται και τι υπόβαθρο εν δυνάμει κινητοποιεί η δίωξη (ή «δίωξη») Τραμπ;

Η πολιτική – κοινωνική αντιπαράθεση στις ΗΠΑ, στο βαθμό που πραγματικά εξηγείται από την παραπάνω ανάλυση και με τους περιορισμούς των σχηματικών περιγραφών που προηγήθηκαν κινείται σήμερα γύρω από δύο μπλοκ : από την μία πλευρά το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και οι progressive liberals (αντιρατσισμός, δικαιώματα ΛΟΑΤΚΙ, ισότητα, πολιτική ορθότητα, WOKE culture,  φιλελεύθερη δημοκρατία – liberal democracy- διεθνής φιλελεύθερη τάξη – liberal international order- περιορισμός των όπλων, ναι στις αμβλώσεις, υποχρέωση των ΗΠΑ να επικρατήσει παγκόσμια το φιλελεύθερο δημοκρατικό μοντέλο, παγκοσμιοποίηση) και από την άλλη οι παραδοσιακοί βιομήχανοι και οι φορείς των παραδοσιακών WASP αξιών (οπλοφορία, δικαιώματα εμβρύου, απαγόρευση αμβλώσεων, αντί-ΛΟΑΤΚΙ ρητορική και πολιτική, πρώτα η Αμερική, απομονωτισμός –isolationism-, αντιπαγκοσμιοποίηση, επαναφορά της παραγωγής στην Αμερική και των βιομηχανικών μονάδων που έφυγαν, προτεραιότητα η αποτροπή Κίνας, με την Ρωσία πρέπει να τα βρούμε, φράκτης στα σύνορα με Μεξικό, όχι σε δημόσιο σύστημα υγείας, παραδοσιακές αξίες στην εκπαίδευση, μείωση –και άλλο- της φορολογίας, Alt Right κλπ).

Το πολιτικό φαινόμενο Τραμπ και ο κινηματικός χαρακτήρας που λαμβάνει η υποστήριξη του, αιτιολογούνται στα πλαίσια του ανωτέρω σχήματος: από την μία πλευρά ο νεοφιλελευθερισμός αυξάνει την πολιτική δύναμη μεγιστάνων χρήματος όπως ο ΤΡΑΜΠ , αφού τους αφήνει μεγάλο περιθώριο συγκέντρωσης κεφαλαίου και αυτονομίας, παρότι εναντιώνονται στην ηγεμονία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και του παγκόσμιου πολιτικού του προτάγματος της παγκοσμιοποίησης.    Από την άλλη συγκεντρώνει την δυσαρέσκεια πολιτών που στα πλαίσια του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης περιθωριοποιούνται. Εξηγείτε επίσης η αντοχή του πολιτικού φαινομένου Τραμπ και γιατί το ρεπουμπλικανικό κόμμα (το μεγαλύτερο του μέρος) παρά τις όποιες αντιδράσεις μάλλον εγκλωβίζεται στην στήριξη του: παρουσιάζεται ότι δεν εκπροσωπεί μόνον τα συμφέροντα των παραδοσιακών βιομηχάνων αλλά και των πολιτών που περιθωριοποιούνται από τον άκρατο φιλελευθερισμό και την παγκοσμιοποίηση που μεταφέρει την οικονομική δραστηριότητα εκτός συνόρων.

Οι δύο πόλοι περιχαρακώνονται στις πολεμικές τους θέσεις, χωρίς «κοινά σημεία», με τάσεις η αντιπαράθεση να λάβει χαρακτήρα  επικράτησης και απόλυτης ηγεμονίας του ενός έναντι του άλλου, παρότι η πολεμική τους ανταποκρίνεται στις πραγματικότητες μίας εποχής που αλλάζει ραγδαία και οι αλλαγές αυτές δεν προέρχονται μόνον από το εσωτερικό των ΗΠΑ …

Για παράδειγμα η «παγκοσμιοποίηση»    που ευαγγελίζονταν τις δεκαετίες 80-90 όταν η ηγεμονία των ΗΠΑ ήταν αδιαμφισβήτητη και δημιουργούσε συγκριτικό πλεονέκτημα στους αμερικανικούς κολοσσούς ανοίγοντας τους αγορές στις οποίες δεν είχαν στην πραγματικότητα αντιπάλους μπορεί πλέον να μην είναι το ίδιο χρήσιμη στις ελίτ αυτές. Ο δυναμισμός της οικονομικής ανάπτυξης στην Ασία αλλάζει τον πραγματικά ωφελημένο της διαδικασίας της παγκοσμιοποίησης. Αλλάζει και το υποκείμενο (ελίτ ή κρατικό υποκείμενο) που διεκδικεί την περαιτέρω προώθηση της παγκοσμιοποίησης (αφού ωφελείτε περισσότερο συγκριτικά).

Ταυτόχρονα απελευθερώνονται και  αντίθετες διαδικασίες αποχωρισμού (decoupling) των οικονομιών της Δύσης από αυτές της «αυταρχικής» Ασίας δημιουργόντας διαφορετικά πολιτικά αιτήματα και ένα διαφορετικό περιβάλλον και διαφορετικές ανάγκες και στρατηγικές.

Λίαν ενδεχόμενη νέα τραπεζική κρίση μπορεί επίσης να ανακόψει το ράλι του χρηματοπιστωτικού El Dorado στις ΗΠΑ και γενικότερα στην Δύση. Η κοινωνική συνοχή σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο περιβάλλον μπορεί να απαιτεί νέες προσεγγίσεις (και ιδεολογικοπολιτικές και οικονομικές όπως πχ έμφαση στις δημόσιες υποδομές).

Στην περίπτωση αυτή το δυτικό πλεονέκτημα ελέγχου και κυριαρχίας στον χρηματοπιστωτικό τομέα θα υποστεί σημαντικό πλήγμα και θα φέρει στην επιφάνεια μειονεκτήματα στις στρατηγικές κυρίως υποδομές  και στην αποβιομηχάνιση που το νεοφιλελεύθερο δόγμα και η παγκοσμιοποίηση προκάλεσε υπέρ του τρίτου (όχι πλέον) κόσμου.

Η ταχεία γεωπολιτική αμφισβήτηση του μονοπολισμού και του παγκόσμιου κυρίαρχου ρόλου του δυτικού χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου δημιουργεί ένα ιδεολογικό κενό για το πως πρέπει να προσαρμοστεί το αμερικανικό πολιτικό σύστημα, αλλά και η αμερικανική κοινωνία, στην νέα οικονομική πραγματικότητα που διαμορφώνεται από ένα εντατικά αναθεωρητικό και «αυθάδες» προς την προηγούμενη «διεθνή τάξη» αναδυόμενο πολύ-πολικό πρόταγμα.

Η δίωξη Τραμπ και το φαινόμενο Τραμπ λοιπόν ίσως είναι η κορυφή στο παγόβουνο. Ίσως υπάρχουν και άλλοι που μπορούν να εκφράσουν το ρεύμα που δείχνει ότι τον υποστηρίζει. Το πως θα την διαχειριστεί το αμερικανικό πολιτικό σύστημα θα εξαρτηθεί και από το ποιες θα είναι οι επιλογές του για το μέλλον των ΗΠΑ (σε έναν κόσμο που αλλάζει) και όχι μόνο. Εμείς θα περιμένουμε στις … οθόνες μας τις εξελίξεις που ούτως ή άλλως θα είναι καθοριστικές για όλο τον πλανήτη, Δύση και Ανατολή.

O Διονύσης Παντής είναι δικηγόρος και γεωπολιτικός αναλυτής

Documento Newsletter