Δύο καθηγητές πανεπιστημίου, ο Τίμοθι Ουίλιαμσον και η Κέιλιν Ο’ Κόνορ, μιλούν για την έξαρση των fake news στη δημόσια συζήτηση για την covid-19
Από τις ενέσεις χλωρίνης του πλήρως αποστασιοποιημένου από την επιστήμη
Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στις ενέσεις βιταμίνης C και στην
εισπνοή καυτού αέρα από πιστολάκι στεγνώματος μαλλιών, μια στρατιά
ανυπόστατων φημών, ισχυρισμών ενδεδυμένων τον μανδύα της
επιστημονικότητας και των γνωστών από αρχαιοτάτων χρόνων θεωριών
συνωμοσίας έχουν εξαπλωθεί –κυρίως– στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εν
μέσω της πανδημίας του κορονοϊού. Ακόμη και οι κυβερνήσεις είναι άμεσα
αναμειγμένες στην εκούσια διάδοση της παραπληροφόρησης, με πρόσφατη
έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να κατηγορεί κράτη όπως η Ρωσία και η
Κίνα για σκόπιμη προώθηση ψευδών ισχυρισμών σε σχέση με την Covid-19.
Δύο έγκριτοι φιλόσοφοι, ο Τίμοθι Ουίλιαμσον και η Κέιλιν Ο’ Κόνορ,
μίλησαν στο Documento για τους λόγους που οι λανθασμένοι ισχυρισμοί
επικρατούν σε σχέση με τα επιστημονικά στοιχεία στη δημόσια σφαίρα, για
τον ρόλο των δημοσιογράφων, τα «ζόμπι της πληροφόρησης» και τον δρόμο
που πρέπει να ακολουθήσουμε.
Τίμοθι Ουίλιαμσον: «Η δημοκρατία δεν είναι το μόνο προαπαιτούμενο της χρηστής διακυβέρνησης»
Ψευδείς φήμες, θεωρίες συνωμοσίας και σκόπιμη παραπληροφόρηση καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος της δημόσιας συζήτησης για την πανδημία και συχνά φαίνεται να υπερισχύουν έναντι των εμπεριστατωμένων στοιχείων. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Σχεδόν καθετί αξιοσημείωτο προσελκύει παράλογες φήμες. Παρόμοια παραδείγματα είναι η 11η Σεπτεμβρίου, το εμβόλιο για την ιλαρά, ο τόπος γέννησης του Ομπάμα και η κλιματική αλλαγή. Ηταν προβλέψιμο ότι η νόσος Covid-19 θα γεννούσε τέτοιες ανοησίες. Ενας παράγοντας είναι η έλλειψη παιδείας. Αλλος είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης σε καθιερωμένες πηγές περισσότερο ή λιγότερο αξιόπιστης πληροφόρησης, όπως είναι οι γιατροί και οι καθηγητές, καθώς και στα mainstream μέσα ενημέρωσης, όπως σοβαρές εφημερίδες και τηλεοπτικά δίκτυα. Στους ανθρώπους αρέσει να νιώθουν ότι κανείς δεν μπορεί να τους ξεγελάσει, οπότε πολλές φορές δεν πιστεύουν την επίσημη ιστορία. Καταλήγουν έτσι να την πατάνε από κάθε τσαρλατάνο ή απατεώνα που κυκλοφορεί μια φήμη. Ψευδείς φήμες και θεωρίες συνωμοσίας συναντάμε σε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας, αλλά το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν σαφώς διευκολύνει τη διάδοσή τους.
Το γεγονός ότι ορισμένοι ισχυρισμοί έχουν ένα κάποιο επιστημονικό υπόβαθρο καθιστά πιο εύκολη τη διάδοση και εντέλει την εδραίωσή τους;
Σαφώς αν ένας γιατρός πει ότι η Covid-19 είναι απλώς ένα είδος γρίπης ακούγεται πιο πειστικό, ακόμη κι αν στην πραγματικότητα ο ίδιος δεν έχει καμιά ειδικότητα στους κορονοϊούς. Αυτό που βγαίνει προς τα έξω είναι ότι υπάρχει λιγότερη συναίνεση στην επιστημονική κοινότητα απ’ ό,τι ισχύει στην πραγματικότητα. Κάποιοι αρνητές της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής είναι καθηγητές, αλλά κάποιου άσχετου επιστημονικού κλάδου. Η ψευδής φήμη ότι το εμβόλιο της ιλαράς προκαλεί αυτισμό προέρχεται από άρθρο το οποίο έγραψε γιατρός, ο οποίος αποδείχθηκε ανεπαρκής στη διεξαγωγή έρευνας.
Πρόσφατα δημοσιεύματα έχουν επισημάνει τον ρόλο των κυβερνήσεων στη διάδοση ψευδών ειδήσεων που αφορούν την πανδημία. Ποιος θεωρείτε ότι θα είναι ο αντίκτυπος για την κοινωνία από αυτό τον «αγώνα παραπληροφόρησης» στον οποίο έχουν επιδοθεί διάφορα κράτη;
Στη Λευκορωσία ο πρόεδρος Λουκασένκο δεν παίρνει στα σοβαρά την απειλή της Covid-19. Στις Ηνωμένες Πολιτείες ο Τραμπ λέει ό,τι του κατέβει στο κεφάλι για τον ιό. Η συμπεριφορά τους έχει ξεκάθαρα αυξήσει το ποσοστό θανάτων στις χώρες τους, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο δεν αποτελούν τις πιο σημαντικές πηγές παραπληροφόρησης. Τα ποσοστά του Τραμπ έχουν πάρει την κατιούσα μετά τις ανεξέλεγκτες και αλλοπρόσαλλες ομιλίες του στις συνεντεύξεις Τύπου. Στη Βρετανία το επίπεδο της κυβερνητικής ανειλικρίνειας για την Covid-19 είναι κατά έναν βαθμό μικρότερο σε σχέση με αυτό που αφορούσε τις επιπτώσεις της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Πώς μπορούν η επιστημονική κοινότητα και τα μέσα ενημέρωσης να αναχαιτίσουν αυτή την έξαρση της παραπληροφόρησης;
Αν κάποιος είναι ήδη καχύποπτος απέναντι στους επιστήμονες, τότε θα είναι ακόμη περισσότερο καχύποπτος απέναντι σε έναν επιστήμονα που του λέει να εμπιστευτεί τους επιστήμονες. Ωστόσο ορισμένες σχολές δημοσιογραφίας χειροτερεύουν την κατάσταση προωθώντας μια λανθασμένη αντίληψη της αντικειμενικότητας. Μαθαίνουν στον κόσμο ότι αυτή συνίσταται στη διατήρηση ίσων αποστάσεων ανάμεσα στις δύο πλευρές μιας οποιαδήποτε αντιπαράθεσης. Ομως δεν υπάρχει ψήγμα αντικειμενικότητας στο να υπαινίσσεται κανείς ότι ένας υποστηρικτής της θεωρίας της επίπεδης Γης (flat-earther) και ένας καθηγητής Γεωλογίας είναι εξίσου κατάλληλοι να μιλήσουν για το αν η Γη είναι επίπεδη, στο να τους δίνει ίσο χρόνο ομιλίας. Αντ’ αυτού, ο τρόπος για να είναι κανείς όσο πιο αντικειμενικός γίνεται είναι να δώσει περισσότερο χρόνο σε αυτούς που βρίσκονται στην καλύτερη δυνατή θέση να γνωρίζουν. Ενας δημοσιογράφος δεν χρειάζεται να γνωρίζει πολλά για την επιστήμη για να μπορεί να αξιολογήσει τα επιστημονικά προσόντα κάποιου – ρωτάς έναν καθηγητή Ιατρικής του Χάρβαρντ για ιατρική και έναν παλαίμαχο τερματοφύλακα για ποδόσφαιρο.
Πολλές κυβερνήσεις βρήκαν στην υγειονομική κρίση την ευκαιρία να εξαπολύσουν επίθεση στα μέσα ενημέρωσης, σε μια προσπάθειά να ελέγξουν την εικόνα που βγαίνει προς τα έξω σε σχέση με τη διαχείριση της πανδημίας και να σιγήσουν τυχόν κριτικές που τους ασκούνται. Βρίσκεται η δημοκρατία υπό απειλή;
Η πανδημία δημιουργεί μια γνήσια ανάγκη για γρήγορη και αποφασιστική δράση, η οποία μπορεί θεωρητικά να προμηνύει αυταρχικές εξελίξεις. Στην Ουγγαρία ο Ορμπάν εκμεταλλεύτηκε τις συνθήκες για αντιδημοκρατικούς σκοπούς, αναγκάζοντας το κοινοβούλιο να αναστείλει τη λειτουργία του, γεγονός που του επέτρεψε να κυβερνά επ’ αόριστον με προεδρικά διατάγματα. Ηγέτες δημοκρατικών χωρών γνωστοί για τις πρακτικές εκφοβισμού που ακολουθούν –ο Τραμπ στις ΗΠΑ, ο Μπολσονάρο στη Βραζιλία– έχουν ισχυριστεί ότι κατέχουν δικτατορικές εξουσίες στο πλαίσιο της Covid-19, αν και προς το παρόν τα λόγια τους έχουν αποδειχθεί λόγια του αέρα. Στις χώρες που τα έχουν πάει καλύτερα από όλους στη διαχείριση της κρίσης, όπως η Νότια Κορέα, η Ταϊβάν, η Νέα Ζηλανδία, η Νορβηγία, η Δανία, η Γερμανία, δημοκρατικοί ηγέτες (κυρίως γυναίκες) έχουν επιτύχει μια συναίνεση για την τήρηση αυστηρών μέτρων βασισμένη στη σωστή ενημέρωση, χωρίς στην πράξη να θέτουν τη δημοκρατία σε κίνδυνο, απ’ όσο τουλάχιστον μπορώ εγώ να διαπιστώσω. Για τις περισσότερες δημοκρατίες ο κίνδυνος δεν είναι τόσο η δικτατορία όσο ο λαϊκισμός, με την πλειονότητα να καταπιέζει τις μειονότητες επικαλούμενη «τη λαϊκή βούληση» για να αποφύγει τη λογική επιχειρηματολογία και να υπονομεύσει το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό συνέβαινε ήδη σε πολλές χώρες (μεταξύ των οποίων και το Ηνωμένο Βασίλειο) προ κορονοϊού, αλλά η ύφεση που αναμένεται μετά την πανδημία θα μπορούσε να κάνει τα πράγματα χειρότερα. Δημοκρατικά εκλεγμένοι λαϊκιστές ηγέτες πιθανόν να υποδαυλίσουν τον ρατσισμό και την ξενοφοβία επιρρίπτοντας την ευθύνη για τα οικονομικά προβλήματα στους αλλοδαπούς και στις μειονότητες. Η δημοκρατία είναι προαπαιτούμενο της χρηστής διακυβέρνησης αλλά δεν αρκεί.
Κέιλιν Ο’ Κόννορ: «Τα ζόμπι της παραπληροφόρησης»
«Οι ακριβείς πληροφορίες περιορίζονται από την αλήθεια, ενώ οι θεωρίες συνωμοσίας και οι ανυπόστατες φήμες δεν υπόκεινται σε κανέναν απολύτως περιορισμό. Αυτό σημαίνει ότι μπορούν να διαμορφωθούν με τέτοιον τρόπο ώστε να γίνουν ελκυστικές, πιασάρικες, συγκινητικές – οτιδήποτε χρειαστεί για να οδηγήσει τους ανθρώπους να τις αναπαραγάγουν ευρέως» εξηγεί στο Documento η Κέιλιν Ο’ Κόνορ, επίκουρη καθηγήτρια Λογικής και Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας και μέλος του Μαθηματικού Ινστιτούτο Επιστημών της Συμπεριφοράς στο ίδιο πανεπιστήμιο.
Γι’ αυτό και «ορισμένες φορές, όχι πάντα» οι αβάσιμες φήμες, οι θεωρίες συνωμοσίας, ακόμη και η σκόπιμη παραπληροφόρηση είναι πιο δημοφιλείς από τα πραγματικά δεδομένα.
«Υπάρχει τεράστια πίεση στους δημοσιογράφους και στις προσωπικότητες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης να μοιραστούν τα τελευταία επιστημονικά δεδομένα με το που γίνουν διαθέσιμα, καθώς για προφανείς λόγους ο κόσμος ζητά απεγνωσμένα πληροφορίες για την Covid-19. Ασκείται επίσης πολύ μεγάλη πίεση στους επιστήμονες να δημοσιεύσουν γοργά πληροφορίες. Το αποτέλεσμα, ωστόσο, είναι να αναδημοσιεύεται ευρέως μια πολύ πρόχειρη επιστημονική δουλειά, η οποία δεν έχει προλάβει να περάσει από έλεγχο» λέει η Ο’ Κόνορ.
Η ευκολία στην επικράτηση ορισμένων ισχυρισμών, παρότι αργά ή γρήγορα αποδεικνύονται λανθασμένοι, και η δυσκολία να τους αποσύρει κανείς άπαξ κι έχουν πάρει τον δρόμο της (ακατάσχετης) αναπαραγωγής στα μέσα ενημέρωσης και κυρίως τα κοινωνικά δίκτυα οδηγούν στα… ζόμπι της πληροφόρησης, όπως τα αποκαλεί η Αμερικανίδα φιλόσοφος.
Κάν’ το όπως η Wikipedia
Πώς μπορούμε λοιπόν να καταπολεμήσουμε τις στρατιές των ζόμπι της πληροφόρησης που τροφοδοτεί η πανδημία της Covid-19; «Στον αγώνα κατά της εκούσιας και ακούσιας παραπληροφόρησης πρέπει να συμμετέχουν δρώντες σε πολλά διαφορετικά επίπεδα. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι κυβερνήσεις πρέπει να φτιάξουν ομάδες έρευνας και διαμόρφωσης πολιτικής οι οποίες θα μπορούν να μπορούν να αντιδράσουν με ευέλικτο τρόπο στις νέες μορφές παραπληροφόρησης. Θα πρέπει επίσης να φροντίσουμε να δημιουργήσουμε κανόνες που θα ορίζουν τις ορθές πρακτικές αναδημοσίευσης στο διαδίκτυο. Μια πιθανή λύση είναι η εξωτερική ανάθεση της διαδικασίας διαμόρφωσης σωστής online πληροφόρησης σε μια μεγάλη ομάδα εθελοντών ή κοινότητα (crowdsourcing) στο πρότυπο της Wikipedia».