Η δολοφονία της δημοσιογράφου αλλάζει το πολιτικό σκηνικό στη χώρα δύο χρόνια μετά
Όσα δεν κατάφεραν να πετύχουν τα αποκαλυπτικά ρεπορτάζ της για τη διαφθορά και τη διαπλοκή ανάμεσα στην πολιτική και επιχειρηματική ελίτ της Μάλτας το πέτυχε τελικά η ίδια με τον θάνατό της. Παρά τις τεράστιες καθυστερήσεις στη διαλεύκανση της δολοφονίας της Ντάφνι Καρουάνα Γκαλίζια, της Μαλτέζας δημοσιογράφου που δολοφονήθηκε πριν από δύο ολόκληρα χρόνια με βόμβα στο αυτοκίνητό της, παρά τις απόπειρες συγκάλυψης –από ιδιαίτερα υψηλά κλιμάκια– και τον φόβο ότι οι βασικοί ενορχηστρωτές θα έμεναν για πάντα ατιμώρητοι, όπως όλα δείχνουν το νήμα έχει αρχίσει να ξετυλίγεται και πλέον οι εξελίξεις είναι ραγδαίες.
Μετά τη σύλληψη του Κιθ Σκέμπρι, προσωπάρχη και στενού φίλου του πρωθυπουργού της χώρας Γιόζεφ Μουσκάτ αλλά κι ένα κύμα διαδηλώσεων με αίτημα την παραίτησή του, ο πρωθυπουργός, ο οποίος βρίσκεται στην εξουσία από το 2013, ανακοίνωσε την προηγούμενη Κυριακή ότι θα παραιτηθεί από το αξίωμά του στις 12 Ιανουαρίου. Στην ομιλία του απέφυγε να συσχετίσει την απόφασή του με τις εξελίξεις στην υπόθεση της Γκαλίζια, ωστόσο η δήλωσή του ότι «αυτό (σ.σ.: η παραίτησή του) είναι που πρέπει να γίνει» αφήνει ελάχιστα περιθώρια για εναλλακτικές ερμηνείες.
«Μόνος ρόλος του, αυτός του πιθανού υπόπτου»
Η ανακοίνωση της παραίτησής του ωστόσο δεν φαίνεται να ικανοποίησε την οικογένεια της δημοσιογράφου. Σε κοινή τους δήλωση ο σύζυγος και οι γιοι της ανέφεραν ότι παρά την εμπλοκή του Σκέμπρι (που ήταν το δεξί του χέρι) στη δολοφονία της Ντάφνι, ο πρωθυπουργός καθυστερεί την παραίτησή του προσπαθώντας να προστατεύσει τον εαυτό του και τον Σκέμπρι. «Η συνεχιζόμενη θητεία του ως πρωθυπουργού είναι απαράδεκτη για όποιον νοιάζεται για τη δικαιοσύνη. Το να έχει ρόλο στη διερεύνηση της δολοφονίας της συζύγου και μητέρας μας είναι παράνομο. Μέχρι να παραιτηθεί θα χρησιμοποιήσουμε όλα τα ένδικα μέσα για να διασφαλίσουμε ότι ο Μουσκάτ δεν θα έχει κανέναν άλλο ρόλο στην έρευνα και την ποινική διαδικασία εκτός από αυτόν του πιθανού υπόπτου» ανέφεραν χαρακτηριστικά.
Την άμεση παραίτηση του πρωθυπουργού της Μάλτας ζητά και η αντιπροσωπεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που βρέθηκε στη χώρα ως αποστολή έκτακτης κατάστασης.
Το νήμα της πολύκροτης υπόθεσης είχε αρχίσει να ξετυλίγεται με τη σύλληψη τριών αντρών οι οποίοι είχαν κατηγορηθεί ως εκτελεστές του συμβολαίου δολοφονίας της δημοσιογράφου αντί περίπου 165.000 δολαρίων. Η εξέλιξη, αν και σαφώς αποτελούσε ένα βήμα μπροστά, ενέτεινε τους φόβους ότι η υπόθεση θα σταματούσε εκεί και οι πραγματικοί ενορχηστρωτές της δολοφονίας δεν θα αποκαλύπτονταν ποτέ. Ευτυχώς οι φόβοι διαψεύστηκαν μετά τη σύλληψη ενός υπόπτου ο οποίος πρόσφερε σημαντικές πληροφορίες προκειμένου να διασφαλίσει πως θα αποφύγει την καταδίκη. Αυτές εικάζεται ότι οδήγησαν στη σύλληψη ενός από τους πιο γνωστούς επιχειρηματίες της Μάλτας, του Γιόργκεν Φένεκ, ο οποίος επίσης προσφέρθηκε να καταθέσει σχετικά με την υπόθεση δολοφονίας αλλά και την εμπλοκή του Σκέμπρι καθώς και του πρώην υπουργού της νυν κυβέρνησης Κόνραντ Μίτσι με αντάλλαγμα την αμνηστία. Το αίτημά του δεν έγινε δεκτό και κατηγορήθηκε για συνενοχή στη δολοφονία, αν και δήλωσε αθώος για όλες τις κατηγορίες. Οι δύο άντρες πάντως παραιτήθηκαν από τα αξιώματά τους –ο Σκέμπρι μάλιστα συνελήφθη και ανακρίθηκε– και δήλωσαν ότι δεν έχουν καμία σχέση με την υπόθεση ή τον Φένεκ.
Αξίζει να σημειωθεί πως πριν από τον θάνατό της η Καρουάνα Γκαλίζια είχε δημοσιεύσει ένα αποκαλυπτικό ρεπορτάζ σύμφωνα με το οποίο μια εταιρεία-βιτρίνα με την ονομασία 17 Black ετοιμαζόταν να μεταφέρει σημαντικά ποσά σε άλλες δύο εταιρείες-βιτρίνες καταγεγραμμένες στον Παναμά, οι οποίες ανήκαν σε δύο μέλη της κυβέρνησης. Αλλη έρευνα της αρμόδιας υπηρεσίας της Μάλτας αποκάλυψε ένα email στο οποίο αφηνόταν να εννοηθεί πως εταιρεία που ανήκε στον Μίτσι και τον Σκέμπρι θα λάμβανε περίπου 2 εκατ. δολάρια από τη 17 Black. Στη συνέχεια αποκαλύφθηκε ότι ο Φένεκ ήταν ο ιδιοκτήτης της 17 Black.
Ο πυροβολισμός που έγινε βόμβα
Σύμφωνα με όσα διέρρευσαν στις εφημερίδες από τις καταθέσεις των τριών συλληφθέντων που εκτέλεσαν το συμβόλαιο δολοφονίας, το αρχικό πλάνο ήταν να πυροβολήσουν τη δημοσιογράφο και γι’ αυτό είχαν αγοράσει μια καραμπίνα από την Ιταλία. Την παρακολουθούσαν για πολύ καιρό προσπαθώντας να βρουν την κατάλληλη στιγμή. Στη συνέχεια ωστόσο αποφάσισαν ότι αυτό το εγχείρημα ήταν αρκετά δύσκολο και στράφηκαν στη λύση της βόμβας. Μάλιστα, επειδή η ίδια συνήθιζε να παρκάρει το αυτοκίνητό της εντός του χώρου της οικίας της, είχαν αγοράσει και ειδικό λουρί προκειμένου να θέσουν υπό έλεγχο το σκυλί της. Ωστόσο στις 15 Οκτωβρίου 2017 είδαν ότι είχε παρκάρει σε άλλο σημείο, λίγο πιο μακριά από το σπίτι της, και αποφάσισαν να εκμεταλλευτούν αυτή την ευκαιρία και να τοποθετήσουν τη βόμβα κάτω από το κάθισμα του οδηγού.
Το πρωί της 16ης Οκτωβρίου 2017 η βόμβα έσκασε, παίρνοντας μαζί της τη μοναδική ανεξάρτητη δημοσιογραφική φωνή της Μάλτας. Η απώλειά της, όμως, όπως όλα δείχνουν, θα δικαιωθεί από τους πολίτες, οι οποίοι συνεχίζουν δυναμικά τις κινητοποιήσεις με αίτημα την άμεση παραίτηση του πρωθυπουργού και σύνθημα τις τελευταίες λέξεις της Ντάφνι: «Υπάρχουν παντού απατεώνες».