Η Μιμή Ντενίση στο Documento: «Μόνιμος χορηγός μου είναι το κοινό»

«Δεν έχει νόημα να κάνω πράγματα για τον εαυτό μου. Τώρα είμαι για πράγματα που όχι μόνο κάνουν περήφανους τους Ελληνες, αλλά τους θυμίζουν και τα λάθη τους» λέει η Μιμή Ντενίση

Η κυρία του θεάτρου –ηθοποιός, μεταφράστρια και παραγωγός– Μιμή Ντενίση αποκαλύπτει το νέο της πρότζεκτ, τη σειρά «Madre» για την ιστορία των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, σε μια κουβέντα που ξεκινάει από τα Οσκαρ και καταλήγει στο παλαιστινιακό.

Εκείνο το μεσημέρι στον Θεολόγο η Μιμή Ντενίση μάς υποδέχτηκε στο εξοχικό σπίτι της όπου βρισκόταν μαζί με μέλη της οικογένειάς της. «Εδώ είναι ο προσωπικός μου χώρος, το ησυχαστήριό μου» μας είπε, «και καλώ μόνο ανθρώπους που εκτιμώ. Ούτε κάμερες ούτε σελέμπριτις κ.λπ.». Μέλος της οικογένειάς της είναι από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 και ο Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας και σεναριογράφος Μάρτιν Σέρμαν, το σπίτι του οποίου βρίσκεται κολλητά με το δικό της.

Με τον Σέρμαν άλλωστε στη διάρκεια των προηγούμενων καλοκαιριών έγραψαν από κοινού το σενάριο για το «Σμύρνη μου αγαπημένη» που έγινε ταινία από τον Γρηγόρη Καραντινάκη, σημείωσε μεγάλη εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία, παίχτηκε σε αίθουσες της Ευρώπης και της Αμερικής, ενώ ακόμη προβάλλεται στο Netflix. Δεν είχε προταθεί πέρυσι από την επιτροπή του ΥΠΠΟ ως υποψηφιότητα της χώρας στα Οσκαρ, χωρίς όμως οι δημιουργοί της να καταφύγουν σε διάφορες παλινωδίες, τηλεφωνήματα στις επιτροπές, μυστικές συμφωνίες και όλα αυτά που ακούστηκαν αναφορικά με το διαβόητο φετινό φιάσκο των ελληνικών υποψηφιοτήτων.

Λογικό η κουβέντα μας να ξεκινούσε απ’ αυτό. «Διαπλοκή παντού, καμία διαφάνεια» την ακούω να μου λέει δίχως να μασάει τα λόγια της: «Ο,τι έγινε φέτος με την επιλογή στις υποψηφιότητες για τα Οσκαρ έγινε και πέρσι. Ηταν απορίας άξιο πώς στην επέτειο των εκατό χρόνων από την Καταστροφή της Σμύρνης δεν επιλέχτηκε η μεγαλύτερη παραγωγή του ελληνικού σινεμά. Δεν μου αρέσει, όμως, ούτε να παρακαλάω ούτε να επιτίθεμαι. Η ταινία είχε παιχτεί σ’ όλες τις μεγάλες πρωτεύουσες του κόσμου, από το Metropolitan με την αιγίδα του ΟΗΕ μέχρι σε πανεπιστήμια σαν το Χάρβαρντ. Αρα τι να υποθέσω; Πώς ορίζονται οι επιτροπές του ΥΠΠΟ και ποιοι είναι κατάλληλοι για κριτές;». Η Ντενίση έχει μια ηρεμία στον λόγο της ακόμη κι όταν αισθάνεσαι ότι την πνίγει το άδικο. Διερωτάται γιατί στις υποψηφιότητες δεν προωθούνται άλλες mainstream παραγωγές, αλλά ταινίες μιας συγκεκριμένης οπτικής, πιο «πειραματικές» λόγου χάρη. Και καταλήγει: «Πρέπει πολλά να αλλάξουν στην Ακαδημία Κινηματογράφου και στο υπουργείο Πολιτισμού. Και κάποτε να γίνουν τα πράγματα αξιοκρατικά και όχι με γνώμονα τις σχέσεις και τα διάφορα παρεάκια. Παρακολουθήσαμε όλοι τα όσα συνέβησαν πρόσφατα και λυπήθηκα πολύ για την εικόνα που παρουσιάζει η χώρα μας».

Η ιστορία της μάνας

Βέβαια στο εξοχικό της Ντενίση βρεθήκαμε για έναν άλλο λόγο, που φανερώνει πόσο δημιουργική είναι η ίδια, που δεν αφήνει καμία μέρα να πάει χαμένη. Οπως μας υποσχέθηκε, για πρώτη φορά ανοίγει τα χαρτιά της και μιλάει για ένα ολοκαίνουργιο πρότζεκτ, τηλεοπτικό και όχι κινηματογραφικό, που θα χαρακτηριζόταν σίκουελ της άκρως επιτυχημένης «Σμύρνης». Πηγαίνει λίγο μέσα και επιστρέφει με το σενάριό της στα χέρια. «Θέλετε να σας διαβάσω ένα μόνο επεισόδιο;» μας ρωτάει, αφού μας πληροφορήσει πως πάντα γράφει στο χέρι και μετά η Νατάσσα, η βοηθός της, πληκτρολογεί το κείμενο στο κομπιούτερ. Φυσικά αποδεχόμαστε την πρόταση και από την πρώτη σελίδα που μας διαβάζει γίνεται αντιληπτό πόσο η ίδια κατέχει την τεχνική της γραφής ενός σεναρίου χωρισμένου σε σκηνές και με χαρακτήρες ολοζώντανους. Ο τίτλος του νέου φιλόδοξου σεναρίου της Ντενίση έχει ήδη κατοχυρωθεί και αποτελείται από μόνο μία λέξη: «Madre», δηλαδή μάνα. Ο λόγος τής ανήκει: «Το “Madre” είναι όλη η ιστορία της Θεσσαλονίκης από το 1923 μέχρι το ’43. Μέσα από δύο οικογένειες, μία προσφυγική και μία εβραϊκή, με πολλά και ενδιαφέροντα πρόσωπα γύρω τους και μέσα σ’ ένα καζάνι που βράζει. Πόντιοι, Θρακιώτες, πλούσιοι και φτωχοί σ’ έναν αγώνα επιβίωσης. Σε πρώτο πλάνο οι εναλλαγές κυβερνήσεων, οι δικτατορίες αλλά και οι απεργίες των καπνεργατών».

Γιατί όμως «Madre», τι συμβολίζει η λέξη μάνα στην επερχόμενη καινούργια σειρά; «Ο τίτλος παραπέμπει στη “Madre de Israel” των Εβραίων. Την προσφυγομάνα Μικρασιατών και Ποντίων, αλλά είναι και ευθεία παραπομπή στο κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας. Τη Φιλιώ, που από μεγάλη κυρία της Σμύρνης βρίσκεται να σερβίρει σε σπίτια και να επιβιώνει φτιάχνοντας κουλουράκια. Η λέξη μάνα είναι τελικά όχι μόνο ο τίτλος, μα και η ουσία της σειράς». Πιστεύει πως η εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης, η προσφορά της όπως και ο αφανισμός της αποτελούν θέματα αγνοημένα επί πολλές δεκαετίες, σχεδόν καλά κρυμμένα. Το ίδιο είχε συμβεί και με το θέμα της Μικρασιατικής Καταστροφής, γι’ αυτό και τώρα στη σειρά «Madre» συνυπάρχουν και τα δύο. Της ζητώ να γίνει πιο συγκεκριμένη: «Η ζωή της εβραϊκής κοινότητας είναι ένας καθρέφτης που αντικατοπτρίζει ανάποδα τη ζωή των Μικρασιατών. Οι Μικρασιάτες φτάνουν στην Ελλάδα σε απόλυτη ένδεια, ανεπιθύμητοι και πληγωμένοι, και μέχρι το ’43 που τελειώνει η σειρά ξαναφτιάχνουν τη ζωή τους. Αντιστοίχως, οι Εβραίοι ζουν μια όμορφη, άνετη ζωή όπως και οι Σμυρνιοί πριν από το ’22, οδεύοντας –δίχως να το αντιλαμβάνονται– προς την καταστροφή. Αντίθετες πορείες με κοινό παρονομαστή. Οι Ελληνες καταστρέφονται από τον τουρκικό εθνικισμό και οι Εβραίοι από τον επερχόμενο ναζισμό των ναζί στην Ευρώπη».

Επιθέσεις από τρολ

Η Ντενίση πάντα προσπαθεί να κρατήσει όσο περισσότερη αντικειμενικότητα γίνεται αναφορικά με τα ιστορικά γεγονότα – είναι ένα στοιχείο που της αναγνωρίζουν πολλοί ως κάτι εξαιρετικά θετικό στις δουλειές της. Και γι’ αυτό ίσως όταν επέλεξε να δείξει βάρκες των προσφύγων να φτάνουν σήμερα στη Μυτιλήνη δέχτηκε επιθέσεις στα social media από ανώνυμα ακροδεξιά τρολ. «Ελπίζω να προσεγγίσω το θέμα των Εβραίων της Θεσσαλονίκης εξίσου αντικειμενικά» μας λέει. «Το έχω μελετήσει πολύ, αλλά εξυπακούεται πως η έρευνα σε τέτοια θέματα δεν τελειώνει ποτέ. Ειδικά το θέμα της εβραϊκής κοινότητας θέλει προσοχή και πολύ ψάξιμο. Και βέβαια πάντα χρειάζεσαι συμβούλους σε σχέση με έθιμα της εποχής, τελετές, μουσική, κουζίνα κ.λπ.».

Μέχρι στιγμής η Ντενίση έχει γράψει τα 15 από τα περίπου 22 με 25 επεισόδια. Μας ενημερώνει πως την πετυχαίνουμε στη διαδικασία του ρεπεράζ, της εξεύρεσης δηλαδή χώρων. Λάμπουν τα μάτια της όταν μας λέει πως η σειρά θα προβάλλει τη Θεσσαλονίκη και όλες τις γύρω περιοχές, Βέροια, Καβάλα και Δράμα. Θα βοηθήσει σίγουρα, υποστηρίζει, τουριστικά και πολιτιστικά μια περιοχή που δεν προβάλλεται ιδιαίτερα.

Μεταστροφή στα εθνικά

Θα θέλαμε να μάθουμε πώς όμως έγινε αυτή η μεταστροφή της σε εθνικά θέματα, πάντα μέσα από το ξετύλιγμα μιας μυθοπλασίας δικής της έμπνευσης: «Δεν έχει νόημα να κάνω πράγματα για τον εαυτό μου. Και τα μπουλβάρ μου έπαιξα και τα μιούζικαλ και τα μεγάλα δραματικά ξένα έργα. Τώρα είμαι για την Ελλάδα, για πράγματα που όχι μόνο κάνουν περήφανους τους Ελληνες, αλλά τους θυμίζουν και τα λάθη τους. Τα εθνικά θέματα είναι για όλους μας και πρέπει να τα αγκαλιάζουμε αντικειμενικά δίχως εθνικιστικές κορόνες, αλλιώς τα αφήνουμε σε ακραία στοιχεία. Και στο τέλος θα ξεχάσουμε και ποιοι είμαστε».

Μα δεν καταβάλλεται όμως από την έλλειψη κρατικής υποστήριξης, δεν χρειάζεται ψυχικό σθένος; «Μεγάλο» απαντάει ορθά κοφτά. Και συνεχίζει: «Πολλές φορές λυγίζω. Δεν ξέρω αν αξίζει τόσος κόπος. Για την ίδια την τέχνη μου δεν γκρινιάζω ποτέ. Είναι όμως πολύ ψυχοφθόρο να αγωνίζεσαι συνέχεια μόνος σου για την εξεύρεση πόρων και μάλιστα για έργα που ξέρεις πως μόνο καλό θα κάνουν στη χώρα. Αισθάνομαι πολλές φορές παντελώς αβοήθητη. Η βοήθεια έρχεται συνήθως από φιλότιμους ιδιώτες. Είναι τόσο μεγάλη η αγάπη, η αποδοχή και η ευγνωμοσύνη που εισπράττω από το κοινό ώστε κι αν πέσω ξανασηκώνομαι. Εχω μια αόρατη αγκαλιά γύρω μου που μου δίνει φτερά. Κι ένα μόνιμο χορηγό: το κοινό. Αυτό το κοινό που με έχει κρατήσει στην πρώτη γραμμή πάνω από σαράντα χρόνια».

Τα λέει όλα αυτά μια δραστήρια καλλιτέχνιδα, ηθοποιός, σκηνοθέτρια, παραγωγός και μεταφράστρια, όπως και μια γνήσια μεγαλοαστή γυναίκα, καταχωρημένη ερήμην της, λόγω οικογένειας, στη συντηρητική πλευρά παρόλο που δεν ανήκε ποτέ σε κανένα κόμμα. «Οι καιροί είναι περίεργοι και δεν ξέρεις ποτέ από πού θα σου έρθει η βοήθεια. Δεν μπορώ να παραβλέψω πως η αριστερή διανόηση με έχει στηρίξει πολύ τα τελευταία χρόνια και σε τέτοια δύσκολα θέματα με τα οποία καταπιάνομαι» αισθάνεται την ανάγκη να εκφράσει. Διατηρεί άλλωστε φιλικές σχέσεις με τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα, ο οποίος τη συνεχάρη κάποια στιγμή στο θέατρο για την αντικειμενική θέση που παίρνει απέναντι στην πολυτάραχη ελληνική ιστορία.

«Δεν μπορώ να παραβλέψω πως η αριστερή διανόηση με έχει στηρίξει πολύ τα τελευταία χρόνια και σε τέτοια δύσκολα θέματα με τα οποία καταπιάνομαι»

Σκοτώνονται αθώοι

Ωστόσο η συγκεκριμένη χρονική συγκυρία μιας σειράς για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης συμπίπτει με τον πόλεμο των τελευταίων μηνών στη Λωρίδα της Γάζας. Εχει ενδιαφέρον εξίσου να ακούσουμε τι λέει η Μιμή Ντενίση γι’ αυτήν τη γενοκτονία που εξελίσσεται μέχρι και τούτη τη στιγμή: «Είμαι ενάντια σε κάθε μορφή βίας απ’ όπου κι αν προέρχεται. Και τη βιώνουμε έντονα τα τελευταία χρόνια. Γυναικοκτονίες, κακοποιήσεις παιδιών, βιασμοί και ταυτόχρονα δύο πόλεμοι με άπειρα θύματα. Οταν βλέπω παιδάκια τραυματισμένα, μωρά σκοτωμένα, ορφανά, γέρους, νέους στο άνθος της ηλικίας τους μέσα στα χαλάσματα ή στις βάρκες της προσφυγιάς δεν αναρωτιέμαι αν είναι Ελληνες, Σύριοι, Αφγανοί, Παλαιστίνιοι, Ισραηλινοί. Είναι άνθρωποι αθώοι που σκοτώνονται τον 21ο αιώνα λες και δεν προηγήθηκαν οι παγκόσμιοι πόλεμοι, το Ολοκαύτωμα, οι γενοκτονίες, η Κύπρος… Φυσικά οι Παλαιστίνιοι πρέπει να αποκτήσουν κάποτε κράτος. Φυσικά και έχει δικαίωμα στην άμυνα το Ισραήλ. Μακάρι οι μεγάλες δυνάμεις που πολλές φορές ανακατεύονται στα εσωτερικά των χωρών να δώσουν δίκαιη λύση που θα φέρει ειρήνη στην περιοχή. Οι Ισραηλινοί έχουν πάντα στη μνήμη τους το τραγικό Ολοκαύτωμα και αισθάνονται την ανάγκη να αποδείξουν ότι μπορούν να αμυνθούν. Ο παλαιστινιακός λαός από την άλλη δεν μπορεί να ταυτίζεται με τις τρομοκρατικές οργανώσεις. Και οι δύο κατ’ εμέ πρέπει να κάνουν ένα βήμα προς την ειρήνη και τη συμφιλίωση. Αλλιώς θα διαιωνίζεται το πρόβλημα επ’ άπειρον.

Πόσο προφητικό –μιας και έχουμε κοντά μας τον Μάρτιν Σέρμαν– ήταν το έργο του “Ρόουζ”… Μια ηλικιωμένη γυναίκα θρηνεί ένα κοριτσάκι που σκοτώθηκε. Είναι επιζήσασα του Ολοκαυτώματος που σκότωσε το κοριτσάκι της. Στο τέλος αποκαλύπτει πως θρηνεί για τον θάνατο μιας μικρής Παλαιστίνιας που σκότωσε ο εγγονός της. Μιλάει για το θύμα που από τον πόνο και τις πληγές του παρελθόντος γίνεται θύτης. Αυτή είναι και η ουσία κατ’ εμέ. Να μη φανατιζόμαστε αλλά να προσπαθούμε να δούμε τα δίκαια κάθε πλευράς».

Λίγο πριν χωριστούμε, αφού την ευχαριστήσαμε που μας άνοιξε το σπίτι της και μίλησε πρώτη φορά δημοσίως για το νέο της πρότζεκτ, την πληροφορούμε πως οι παραγωγές της με το υψηλό τους επίπεδο διδάσκονται στις σχολές ΜΜΕ της Αθήνας. Είναι μια σημαντική πληροφορία που δεν είχε φτάσει στα αυτιά της, αλλά δεν την εκπλήσσει κιόλας.

Ετικέτες