Η μέθοδος των «αρίστων»

Η μέθοδος των «αρίστων»

«Σε όλη την Ευρώπη, στην οποία κάποτε λέγαµε ότι ανήκουµε, πριν από κάθε µείζονα παρέµβαση στο αστικό τοπίο προηγείται ουσιαστική διαβούλευση µε κατοίκους. Εδώ (πλ. Εξαρχείων, ΠΥΡΚΑΛ, µεγάλος περίδροµος, Σύνταγµα κ.λπ.) διαβούλευση µόνο µε τους φίλους κατασκευαστές και ιδιοκτήτες γης» σχολίασε ο επίκουρος καθηγητής Συνταγµατικού ∆ικαίου στο ΑΠΘ Ακρίτας Καϊδατζής, συµπυκνώνοντας τη λειτουργία του «επιτελικού κράτους», το οποίο στήθηκε από πολιτικούς που δεν πιστεύουν στο δικαίωµα των πολιτών να έχουν άποψη και να ελέγχουν. Ως αντιπολίτευση ακόµη προέταξε τον φραγµό της «αριστείας» και όχι π.χ. της ισονοµίας για να έχει διακριτό σύµβολο από τον πολιτικό αντίπαλο. Εχτισε το φρούριό της η Ν∆ πάνω στο έδαφος του διαχωρισµού της από τη «µάζα». Οι µεν είναι ειδήµονες, οι δε ανίδεοι.

Το «επιτελικό κράτος» στήθηκε πάνω στην «αριστεία». Ο πρωθυπουργός, το επίκεντρο του «επιτελικού κράτους», µοίρασε στους υπουργούς φακέλους µε τα νοµοσχέδια που όφειλαν να επεξεργαστούν και να καταθέσουν. ∆εξαµενές σκέψεις ειδηµόνων, µια «άριστη» κάστα της διανόησης, είχαν ήδη επεξεργαστεί το γενικό πλαίσιο και είχαν εξειδικεύσει τον οδικό χάρτη. Ολα προµελετηµένα και τακτοποιηµένα για να αποµακρυνθεί η κυβέρνηση από τις «µάζες» και να προβάλει έργο «µεταρρύθµισης». Παράλληλα έριχνε µπετόν αδιαφάνειας στεγανοποιώντας θεσµικά τις αποφάσεις.

Βολικά πλέον ως «επιτελικό κράτος» αποφάσιζε για τον λαό όπως ο καλός µεσάζων πολιτικός που µεσολαβεί για το καλό του κάθε ψηφοφόρου του, λες και επιστρέψαµε στους Γκρούεζες του ’50. Μόνο που περνάει το ρουσφέτι κάθε ολιγάρχη που έχει το καλύτερο λόµπινγκ, αδιαφορώντας χαρακτηριστικά για τη λαϊκή επιθυµία.

Επιπλέον, η διακυβέρνηση του «επιτελικού κράτους» βασίζεται στην επιβολή και όχι τη συναίνεση, εποµένως η διαβούλευση µεταξύ εξουσιαστών και εξουσιαζοµένων δεν έχει καµία θέση· οι επαΐοντες γνωρίζουν «το καλό µας». Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγµα της θεσµικής αλλαγής στη λειτουργία των µουσείων µε το έτσι θέλω, µε βάση µια επιθυµία από λόγους ενός παραπλανητικού «εκσυγχρονισµού», παρά την πλήρη αντίθεση µε τεκµηριωµένες θέσεις από εργαζόµενους και τους πλέον ειδικούς επιστήµονες ακόµη και από το εξωτερικό.

Ο εν λόγω διαχωρισµός των «αρίστων» από την «πλέµπα» βοηθά στη διάχυση της πολιτικής πόλωσης για την εµπέδωση µετώπου που βοηθά καθοριστικά στην εδραίωση της «αριστοκρατίας», καθώς αν ραγίσει το µετωπικό σχήµα συµφερόντων, όλοι θα βγουν χαµένοι. Οι οπαδοί υψώνουν τείχη απεριόριστου µίσους απέναντι σε εχθρούς, κόκκινους, προδότες, δικαιωµατιστές, «άπλυτους», «µπαχαλάκηδες» κ.ά. Αποδέχονται πλήρως ό,τι πράττουν το «επιτελικό κράτος» και ο «ηγέτης» του, αρκεί να εξαφανίσουν τους αντιπάλους, ακόµη κι αν είναι παράνοµο και διεθνώς κατακριτέο, ακόµη κι αν καταπατούν το σύνταγµα και καταλύουν τη δηµοκρατία.

Ετσι δικαιολογούν τις παρακολουθήσεις πολιτικών και δηµοσιογράφων, τους αποκλεισµούς, τη µιντιακή µονοφωνία, τις φονικές επαναπροωθήσεις, τα στεγανά και την αδιαφάνεια και ταυτίζουν την πατρίδα και την ασφάλεια µε την κυβέρνηση. Ο εν λόγω διχασµός λαµβάνει όχι απλώς απαξιωτικά χαρακτηριστικά, αλλά προκλητική επιθετικότητα και απολυτότητα που οδηγεί στα πρόθυρα «εµφύλιων συγκρούσεων» – έχουµε δει το έργο το 1991 µε τη δολοφονία Τεµπονέρα. Το «επιτελικό κράτος» τρέφεται από αυτό τον διχασµό και τα «κλειστά κλαµπ» εξουσίας για να έχει διευρυµένη και µαχητική εκλογική βάση και να µπετονάρει τους αρµούς της εξουσίας.

Κατόπιν όλων αυτών ζητούνται πειστικές απαντήσεις στο διαρκές πολιτικό ερώτηµα: Τι να κάνουµε;

Ο Θανάσης Καραμπάτσος είναι δημοσιογράφος-ιστορικός

Documento Newsletter