Η γυναίκα η οποία είχε καταγγείλει για παρενόχληση τον δράστη της επίθεσης στα γραφεία της εφημερίδας Capital Gazette, στην Αννάπολις του Μέριλαντ, αφηγήθηκε στο τηλεοπτικό δίκτυο NBC τον τρόμο που βίωνε επί πολλούς μήνες, λόγω των απειλητικών μηνυμάτων του “φίλου” της.
Στη συνέντευξη, η γυναίκα αυτή, η οποία ζήτησε να μην αποκαλυφθεί το όνομά της και χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο “Λόρι”, είπε ότι αμέσως μόλις πληροφορήθηκε για την επίθεση στην εφημερίδα, κατάλαβε ποιος ήταν ο δράστης. “Έκλεισα το τηλέφωνο και σκέφτηκα: ξέρω ποιος είναι ο ύποπτός σας”, είπε.
“Ήξερα ότι αν επρόκειτο να κάνει κάτι τέτοιο, θα στοχοθετούσε την Capital”, συνέχισε.
Ο Τζάροντ Ράμος, 38 ετών, σκότωσε τέσσερις δημοσιογράφους και μια υπάλληλο του εμπορικού τμήματος της εφημερίδας πριν παραδοθεί στους αστυνομικούς που τον είχαν περικυκλώσει. Του έχει ασκηθεί δίωξη για πέντε ανθρωποκτονίες.
Ο Ράμος είχε οργιστεί με την εφημερίδα και είχε προσφύγει στη δικαιοσύνη κατηγορώντας τον διευθυντή της και έναν δημοσιογράφο για δυσφήμιση. Αφορμή, ένα ρεπορτάζ που έφερε τον τίτλο “Ο Τζάροντ θέλει να γίνει φίλος σου”, το οποίο περιέγραφε την ιστορία της “Λόρι”. Ο Ράμος έχασε τη δίκη.
Στη συνέντευξή της στο NBC η γυναίκα αφηγήθηκε την πολύμηνη παρενόχλησή της μέσω του διαδικτύου. Όλα ξεκίνησαν με ένα email που της έστειλε το 2009 ο Τζάροντ Ράμος, πρώην συμμαθητής της στο λύκειο. “Μου έλεγε ότι επικοινώνησε μαζί μου επειδή ήμουν ο μοναδικός άνθρωπος που του φερόταν ευγενικά στο λύκειο”, είπε, διευκρινίζοντας ότι εκείνη απάντησε λέγοντάς του ότι δεν τον θυμόταν.
Το επόμενο διάστημα αντάλλαζαν μηνύματα περίπου κάθε δύο ημέρες. Ξαφνικά και χωρίς λόγο η Λόρι έλαβε ένα “πραγματικά μοχθηρό” μήνυμα, επειδή δεν του είχε απαντήσει αρκετά γρήγορα στο προηγούμενο που της είχε στείλει. Από εκεί και πέρα τα μηνύματα του Ράμος γίνονταν ολοένα και πιο απειλητικά.
Η “Λόρι” τον κατήγγειλε και το 2011 εκείνος δήλωσε ένοχος για παρενόχληση. Απέφυγε τη φυλακή αλλά τέθηκε υπό επιτήρηση για τους επόμενους 18 μήνες.
Παρόλο που στη συνέχεια η οργή του επικεντρώθηκε στην εφημερίδα, η νεαρή γυναίκα εξακολουθούσε να ζει μέσα στον φόβο. “Φοβόμουν ότι θα εμφανιζόταν κάπου, κάποτε και θα με σκότωνε. Ξέρω ότι τώρα δεν μπορεί να έρθει και να με βρει αλλά βασανιζόμουν, με τρομοκρατούσε για τόσο πολύ καιρό που, νομίζω ότι άλλαξα σαν άνθρωπος”, κατέληξε.