Ένας κύκλος τραγουδιών που χάθηκε μες στη δίνη της χούντας και το φως της Ακρόπολης που έλουζε δύο γείτονες.
Tο 1966 βρέθηκα στην µπουάτ Το Τζάκι µαζί µε τη Μαρία Φαραντούρη να τραγουδάµε Μίκη Θεοδωράκη υπό τη διεύθυνσή του και µε σολίστ στο µπουζούκι τον Λάκη Καρνέζη. Θυµάµαι πως όταν τον συνάντησα για πρώτη φορά και µε ρώτησε «τι θα µας πεις;», απάντησα µε αφέλεια: «Θα σας πω ένα του Χατζιδάκι» – 22 χρόνων ήµουν τότε. Εκείνος χαµογέλασε. Τραγουδούσα τη «Μαρίνα» από τις «Μικρές Κυκλάδες» και «Του µικρού βοριά», ενώ η Μαρία έλεγε τα δικά της τραγούδια από την «Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν». Τον Νοέµβριο εκείνης της χρονιάς µου εξέφρασε την επιθυµία να γράψει ένα έργο για τη φωνή µου. Εµπνευσµένος από ποιήµατα του Πατρινού Μιχάλη Παπανικολάου έφτιαξε έναν κύκλο τραγουδιών µε τίτλο «Η ηλικία της γειτονιάς µου». Οι παρτιτούρες ήταν µόνιµα πάνω στο πιάνο και σκοπεύαµε να ηχογραφήσουµε το έργο µες στο 1967. Ηταν τον ίδιο ακριβώς καιρό που θα ηχογραφούσε για πρώτη φορά και το «Romancero Gitano» του Λόρκα σε απόδοση του Ελύτη µε την Αρλέτα. Φτάνει η 21η Απριλίου του 1967.
Ο Μίκης ήρθε στην µπουάτ και µας είπε να φύγουµε για τα σπίτια µας. ∆εν θα γινόταν παράσταση. Από το Κολωνάκι στο µεταξύ ακούγονταν οι ερπύστριες των τανκς. Σκορπίσαµε όλοι µέσα σε καθεστώς αγωνίας και τρόµου. Οι παρτιτούρες έµειναν πάνω στο πιάνο και χάθηκαν. Ποτέ κανείς δεν τις ξαναείδε. Πέρασαν πολλά χρόνια µε µένα να προσπαθώ να ξαναθυµηθώ τα τραγούδια και τον Μίκη να τα έχει ξεχάσει τελείως µες στην τόση παραγωγικότητά του. Ενα κοµµάτι τραγούδησα ζωντανά σε συναυλία µου για τον απόδηµο ελληνισµό το 1984, το «Σαν παλιό αµαξάκι» που υπάρχει στο YouTube. Εχω την αίσθηση πως µε είχε βοηθήσει ο Τάσος Καρακατσάνης που κι εκείνος θυµόταν τις συγκεκριµένες µελωδίες του Μίκη. Για µένα δεν έχει ιδιαίτερη σηµασία που αυτό το έργο δεν ηχογραφήθηκε ποτέ. Σηµασία έχει πως όποτε γυρίζω το βλέµµα µου στην Ακρόπολη µού έρχεται πάντα στον νου εκείνο το τραγούδι του: «Γεια σου Ακρόπολη, Τουρκολίµανο, οδός Βουκουρεστίου, ο Πολικός σηµαδεύει µε φως το σταθερό σηµείο του κόσµου». Μια ζωή άλλωστε µέναµε απέναντι, ανοίγαµε τα παράθυρά µας και µοιραζόµασταν το φως της Ακρόπολης. Σήµερα έκοψα τον βασιλικό µου και έρανα το αυτοκίνητο που τον πήρε από το σπίτι του. Αντίο, Μίκη – αντίο, παλιά Ελλάδα.