«Η Μαρία που έγινε Κάλλας” αλλά δεν απογειώθηκε – Τι έλειψε από τη σειρά της ΕΡΤ για τη μυθική ντίβα

Στις γιορτές είδα τη σειρά “Η Μαρία που έγινε Κάλλας” στο ΕRTFLIX παρέα με τη μητέρα μου και μια φίλη της. Τις ρώτησα στο τέλος πώς τους φάνηκε και μου απάντησαν ότι παρόλο που τη βρήκαν “φτωχή” σε σύγκριση με ξένες παραγωγές που βλέπουν στις πλατφόρμες άξιζε που την είδαν “επειδή ήταν η Κάλλας”.

Τις ρώτησα και για τους ηθοποιούς. «Καλή είναι η Ελένη Ράντου, αλλά εδώ ήταν υπερβολική και φώναζε συνέχεια» σχολίασαν για τη δημοφιλή ηθοποιό που ερμήνευσε τη μητέρα της Κάλλας στα χρόνια του πολέμου στην Αθήνα. Εκείνη που ξεχώρισαν από το καστ, παρά την απειρία της, ήταν η 20χρονη υψίφωνος Κλεοπάτρα Ελευθεριάδου στο ρόλο της νεαρής Μαρίας Καλογεροπούλου.

Εδώ πρέπει να πω ότι ήταν πολύ πιο ενθουσιώδεις όταν η συζήτησε ήρθε στο “Maestro” του Παπακαλιάτη που τους άρεσε επειδή “έμοιαζε με τις σειρές που γυρίζουν έξω”, όπως σχολίασαν. Μήπως αυτό τελικά ήταν το σκεπτικό της ΕΡΤ; Να μην επενδύσει τα δέοντα σε μια παραγωγή που οι τηλεθεατές θα έβλεπαν έτσι κι αλλιώς “επειδή είναι η Κάλλας”;

Κοντόφθαλμη οπτική, σκέφτηκα, αν έπαιξε με το “σιγουράκι” της εγχώριας κατανάλωσης. Και χωρίς το φιλόδοξο σκεπτικό που οφείλει να έχει ένας δημόσιος τηλεοπτικός φορέας υπογράφοντας μια παραγωγή σύγχρονη, με σενάριο που φυσάει και με σκηνικά που δεν μυρίζουν σκόνη και ναφθαλίνη. Ειδικά όταν έχουμε να κάνουμε με ένα θέμα σαν κι αυτό, για τα άγνωστα στο ευρύ κοινό χρόνια της Μαρίας Κάλλας στην Ελλάδα. Γιατί τι να το κάνω που διαβάζω ότι η σειρά θα πάει σε ξένα φεστιβάλ, αφού όλοι – και στην ΕΡΤ- μπορούν να φανταστούν τον αντίκτυπο που θα είχε μια σούπερ σειρά διεθνώς;

Χαμένη ευκαιρία, όπως γράφουν κάποιοι. Και έλλειψη οράματος και στόχου νομίζω σε μια εποχή που οι τηλεθεατές, υποψιασμένοι και εθισμένοι σε θεάματα άλλης λογικής, δεν ικανοποιούνται εύκολα. Κι αν θέλεις πράγματι να τους κερδίσεις πρέπει να τους δώσεις κάτι που θα τους μιλήσει “αλλιώς”, που θα τους πει κάτι νέο ή κάτι παλιό με άλλο τρόπο.

Και στην ιστορία της νεαρής Μαρίας Καλογεροπούλου τα έχουμε και τα δυο. Κάτι νέο πάνω σε κάτι παλιό. Γιατί τα ελληνικά χρόνια της Κάλλας στην Αθήνα της Κατοχής είναι η αρχή της μυθικής διαδρομής της και η ελληνική ευκαιρία να προβάλουμε ότι εδώ βρήκε τη φωνή της με τη βοήθεια της δασκάλας της Ελβίρας ντε Ιντάλγκο, ότι εδώ ανακάλυψε τα προτερήματα και τα ελαττώματα αυτής της φωνής, το εύρος της, το βάθος, το σπάνιο μέταλλο. Εδώ πάτησε για πρώτη φορά στη σκηνή, εδώ γεύτηκε το πρώτο χειροκρότημα, εδώ και τις πρώτες απογοητεύσεις.

Ότι όσα ακολούθησαν ήταν εξόχως σημαντικά και την ανέδειξαν σε αξεπέραστο σύμβολο αλλά η αρχή έγινε εδώ. Και για να την αποτυπώσεις όλα αυτά με στοιχειώδη επάρκεια δεν αρκούν φτηνιάρικες λύσεις. Ούτε ένα αφελές, κοινότοπο και ενίοτε κωμικοτραγικό σενάριο χωρίς βάθος και κορυφώσεις και με μια σκηνοθεσία χωρίς έμπνευση, βάθος και διακριτό στίγμα.

Η ιστορία της νεαρής Καλογεροπούλου που φεύγει ως ολοκληρωμένη πριμαντόνα από μια φτωχή, κατεστραμμένη από τον πόλεμο χώρα έχει συγκίνηση, σασπένς, μαγεία, όνειρο. Σίγουρα δεν είναι εύκολη υπόθεση να γυρίσει κανείς καλή ταινία ή σειρά για ένα μύθο του μεγέθους της Κάλλας. Και είναι άδικο να συγκρίνουμε τη σειρά της ΕΡΤ με απλησίαστες ξένες υπερπαραγωγές.

Ωστόσο, ένας φορέας όπως η ΕΡΤ οφείλει να κάνει άλματα με κάποιες παραγωγές υψηλής ποιότητας. Και με καλά σενάρια, γιατί αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημά μας.

Συχνά ακούω ότι με τα δικά μας μπάτζετ και τις συνθήκες παραγωγής ούτε οι ξένοι σκηνοθέτες και ηθοποιοί θα τα κατάφερναν καλύτερα. Το πιστεύω. Εδώ δεν τα κατάφεραν ούτε με την Αντζελίνα Τζολί στην πολυδιαφημισμένη ταινία για τη μεγαλύτερη ντίβα της όπερας. Όμως αυτή είναι μια δικαιολογία που δεν μας οδηγεί πουθενά. Μια παγίδα που μας κρατά αιχμάλωτους μέσα στην ασφάλεια της ήσσονος προσπάθειας, χωρίς να προσπαθούμε καν να σπάσουμε τα δεσμά της μετριότητάς μας.

Ετικέτες