Στις ηγεμονικές και μοναρχικές εξουσίες υπήρχε η λιβανιστική τέχνη η οποία ανθούσε στις αυλές των ηγεμόνων και των μοναρχών από τους αυλοκόλακες. Η συγκεκριμένη τέχνη ήθελε να συνεχίσει την κυριαρχία του ηγεμόνα-μονάρχη και να λατρέψει την εικόνα του ο λαός, ακόμη και αν εκείνος ήταν το είδωλο του δαίμονα, η στερνή απογοήτευση, η δηλητηριώδης αράχνη που έδενε όλους τους ιστούς της καταπίεσης.
Η λιβανιστική τέχνη ήταν ο αργαλειός που θα ύφαινε την έμπνευσης του ηγεμόνα-μονάρχη η οποία ξέφτιζε από την υπερβολική δολιότητα του, ήταν επίσης η τέχνη που θα έπλενε τις όποιες αμαρτίες από τις κακοδιοικήσεις του και θα γυάλιζε τη ξεθωριασμένη αίγλη των έργων του που θάμπωνε από τον «πανδαμάτορα χρόνο». Ως εκ τούτου ο αυλοκόλακας λιβανιστής έπρεπε να γίνει το αντιμέτρημα της αυθαιρεσίας, η δικαιολόγηση στην επιτίμηση και η ασπίδα στην αχαλίνωτη λογική του ηγεμόνα-μονάρχη.
Η εικόνα του λιβανιστή ήταν εικόνα μιμητικής του κλόουν, πνιγόταν στους αφρούς του σάλιου του, με τις πανηγυρικές ελαφρολογίες του και την υπνητική διαλληλία του. Τον συνόδευε πάντα ένα αλάφιασμα ως συνέπεια της προσπάθειας του όχι να πείσει τον όχλο, όσο να ικανοποιήσει τον ηγεμόνα-μονάρχη για την αποτελεσματική του τέχνη η οποία αποτελούσε μια μικρή ελπίδα στο αόριστο τίποτα της πορείας του ηγεμόνα-μονάρχη.
Επειδή οι ηγεμόνες-μονάρχες, δεν έλειψαν ποτέ στην ιστορία όσο και αν θέλουμε να λέμε ότι βρισκόμαστε σε αντιπροσωπευτική Δημοκρατία και αυτό γιατί το απογυμνωτικό σκότος δε σταμάτησε από πολιτικούς ακόμη και σήμερα που οι εποχές οργανώνουν κέντρα και παράκεντρα υποστήριξης των πολιτικών. Έτσι πάντα θα ξεπετιούνται γραφικές φιγούρες με γλώσσα βατράχων και λογικές χαμοσερνάμενες να θυμίζουν τους λιβανιστές αυλοκόλακες άλλων εποχών.
Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στα έντυπα, στα κανάλια και γενικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να δει πως ξεχωρίζουν κάποιοι γραφικοί από τα κοπάδια της εντεταλμένης ενημέρωσης.
Είναι εκείνοι που έρχονται από το χθες με τα μερόνυχτα της κάπνας του λιβανιού. Προσφάτως τους ακούσαμε να λένε κανάλι της νεοφιλελεύθερης ναυαρχίδας: «Μητσοτάκης μέχρι να χαθεί ο ήλιος…». Με τα επαινετά τους και τις προσφωνήσεις τους προς τον κ. Μητσοτάκη θυμίζουν το «Κύριε και Θεέ» που είχε επιβάλει ο Δομιτιανός στους αυλοκόλακες να τον αποκαλούν όταν απευθύνονταν σε εκείνον.
Πωρωμένοι προσωπολάτρες με αφοσίωση τυφλή και φύσημα δουλοπρέπειας, δοξολογούν τον αφέντη με κενολογίες και ρηχότητες αλλά πάντα με φανατισμό. Συνεχίζουν έτσι οι λιβανιστές της παλιάς μεσαιωνικής τέχνης να τραγουδάνε άριες μπροστά στο φωτισμένο μπαλκόνι του αφέντη τους και να αφηγούνται τους πολυούχους θρύλους του, αλλά είναι τόσο θλιβεροί που δε βλέπουν ότι ο κόσμος τους έχει κατατάξει στις γραφικές εξώχρονες καρικατούρες μιας απολεσμένης εποχής.
Μάλιστα τις περισσότερες φορές παίζουν και το ρόλο των προφητών για τα «μέλλοντα συμβήναι» κάτι δηλαδή μεταξύ Τειρεσία και Ιεζεκιήλ, και όπως είναι φυσικό γίνονται μια γελωτοποιία χωρίς σημασία.