Από το ένα επικοινωνιακό φιάσκο στο άλλο καλπάζει το υπουργείο Πολιτισμού, με την υπουργό Λίνα Μενδώνη να μην μπορεί να ξεφύγει από τις εμμονές της και την τάση της να προσφέρει ντε και καλά ένα «εθνικό αφήγημα» σε κάθε πρωθυπουργό με τον οποίο συνεργάζεται, προκειμένου να εμφανίζεται απαραίτητη, αποτελεσματική και… αντάξια της θέσης που κατέχει.
Η ιστορία όμως είναι αμείλικτη και η κ. Μενδώνη αποδεικνύεται μοιραία και για τους πρωθυπουργούς και για τα μνημεία. Μοιραία αποδεικνύεται και η επικοινωνιακή στρατηγική του υπουργείου, που χαράσσεται από την Άννα Παναγιωταρέα, καθώς εκτός από υπουργούς και πρωθυπουργούς τείνει να πάρει στον λαιμό της και μια ολόκληρη χώρα, εκθέτοντάς τη διεθνώς για μια ακόμη φορά!
Κι αν στην Αμφίπολη υπέστη ανεπανόρθωτες ζημιές ένα σπουδαίο μνημείο, χωρίς ωστόσο να επαληθευτεί το «εθνικό» αφήγημα με τον Μέγα Αλέξανδρο, στο θέμα των γλυπτών δεν υπάρχουν περιθώρια ούτε για τα τερτίπια και τα γούστα των Μενδώνη – Παναγιωταρέα ούτε για γκάφες πρωθυπουργών σε διεθνές επίπεδο. Η διεκδίκηση των γλυπτών του Παρθενώνα αποτελεί εθνικό θέμα υψίστης σημασίας και σπουδαιότητας και η οριστική επανένωσή τους με το μνημείο είναι αίτημα καθολικό και οικουμενικό, όπως αρμόζει σε ένα μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς.
Ψιλά γράμματα όμως αυτά, όπως φαίνεται, για μια υπουργό Πολιτισμού η οποία με πρόσφατη απόφασή της επανατοποθετεί εθνική συντονίστρια για τα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO την Ευγενία Μπεντερμάχερ-Γερούση, που είχε απομακρυνθεί από τη θέση αυτή από την προηγούμενη πολιτική ηγεσία και που, όπως έχει αποκαλυφθεί στον Τύπο, η ίδια ελέγχεται πειθαρχικά και ποινικά μαζί με άλλους υπαλλήλους για την καταστρεπτική πυρκαγιά που κατέκαψε το τέμενος Βαγιαζήτ και κατέστρεψε ολοσχερώς τη μοναδικής σπουδαιότητας ξύλινη στέγη του μνημείου.
Εκτός της ποινικής διερεύνησης που βρίσκεται σε εξέλιξη, έχουν παραπεμφθεί άπαντες στο πειθαρχικό συμβούλιο, καθώς φέρεται να υπέπεσαν στα σοβαρότατα πειθαρχικά παραπτώματα της παράβασης υπαλληλικού καθήκοντος, της φθοράς λόγω ασυνήθιστης χρήσης ή εγκατάλειψης ή παράνομης χρήσης πράγματος που ανήκει στην υπηρεσία (του μνημείου εν προκειμένω) και της αμελούς ή ατελούς εκπλήρωσης του υπηρεσιακού τους καθήκοντος, όπως αποκαλύπτεται στο πόρισμα-φωτιά της σχετικής ΕΔΕ. Παράλληλα, όπως πληροφορούμαστε, η κ. Μπεντερμάχερ-Γερούση ελέγχεται ως προς τη «διαχείριση» και άλλων έργων ΕΣΠΑ του υπουργείου Πολιτισμού.
Και είναι να απορεί κανείς: Δεν υπάρχουν άλλοι υπάλληλοι στο ΥΠΠΟ για να εκπροσωπήσουν τη χώρα μας στην UNESCO μέχρι να ολοκληρωθούν οι σχετικές διαδικασίες που βαρύνουν τους υπαλλήλους και να αποφανθούν τα αρμόδια όργανα;
Για ποιον λόγο η κ. Μενδώνη εμμένει να υιοθετεί επιλογές που εκθέτουν διεθνώς το υπουργείο και τη χώρα;
Ποιο «σύστημα» επιτέλους εκπροσωπεί και εξυπηρετεί;
ΥΓ.: Μαθαίνουμε ότι όταν ήταν γενική γραμματέας του υπουργείου η κ. Μενδώνη διατηρούσε στενές σχέσεις με την κ. Μπεντερμάχερ-Γερούση και την τοποθετούσε σχεδόν σε κάθε επιτροπή ή ομάδα εργασίας του υπουργείου Πολιτισμού. Επίσης ότι η κ. Γερούση λειτουργούσε πάντα –ατύπως– ως εξ απορρήτων της κ. Μενδώνη και το ίδιο κάνει και τώρα που, όπως φημολογείται, έχει σχεδόν… εγκατασταθεί στο γραφείο της υπουργού για να προσφέρει –ατύπως και πάλι– τις υπηρεσίες της. Εύλογα λοιπόν θα σχολιάσει κανείς ότι ανταμείβεται γι’ αυτές με μια θέση στην UNESCO. Τελικά, η κ. Μενδώνη είναι υπουργός κυβέρνησης ή αντιλαμβάνεται το υπουργείο Πολιτισμού ως τσιφλίκι της;