Η κυβέρνηση Μητσοτάκη στήνει επιτροπή λογοκρισίας του Τύπου στα πρότυπα της χούντας

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη στήνει επιτροπή λογοκρισίας του Τύπου στα πρότυπα της χούντας

Επιτροπή λογοκρισίας του Τύπου στα πρότυπα της χούντας δημιουργεί η κυβέρνηση, με σχέδιο νόμου το οποίο έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση. Στο νομοσχέδιο, το οποίο ρυθμίζει ή ακριβέστερα απορρυθμίζει εργασιακά ζητήματα και άλλα ζητήματα του Τύπου, περιλαμβάνεται άρθρο με το οποίο συστήνεται επιτροπή η οποία θα ελέγχει τη δεοντολογία εφημερίδων και ιστοσελίδων και θα αποφασίζει αν θα μπορούν να λάβουν κρατική χρηματοδότηση. Πρόκειται περί της τελευταίας, από τις πολλές προσπάθειες της κυβέρνησης Μητσοτάκη να φιμώσει τον Τύπο, προσδίδοντας μάλιστα σε αυτή της την πρακτική επίφαση νομιμότητας.

Η επιτροπή την οποία πρόκειται να συστήσει η κυβέρνηση, θα ελέγχει αν κάποια εφημερίδα ή κάποιο ηλεκτρονικό μέσο ενημέρωσης τηρεί τη δεοντολογία και εφόσον κρίνει ότι δεν το κάνει, θα τη διαγράφει από το Μητρώο Έντυπου Τύπου και για τουλάχιστον δύο χρόνια θα της στερεί πλήρως την πρόσβαση στην κρατική διαφήμιση. Πέραν του προφανούς σκανδάλου, δηλαδή του γεγονότος ότι μια επιτροπή ελεγχόμενη από την κυβέρνηση, και όχι τα αρμόδια δημοσιογραφικά όργανα και οι ενώσεις, θα κρίνουν ποιος τηρεί και ποιος όχι τη δεοντολογία, ένα ακόμη ζήτημα καταδεικνύει τις προθέσεις των κυβερνώντων έναντι του Τύπου και αποκαλύπτει την επιθυμία τους να φιμώσουν οριστικά και αμετάκλητα οποιονδήποτε τους ασκεί έλεγχο και κριτική.

Ποιοι αναλαμβάνουν ρόλο λογοκριτή

Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, η εν λόγω επιτροπή θα έχει πρόεδρο κάποιον εκπρόσωπο του Ιδρύματος Μπότση. Ενός ιδρύματος δηλαδή, βασική δραστηριότητα του οποίου είναι να μοιράζει ετησίως βραβεία δημοσιογραφίας, με άγνωστα κριτήρια, ακόμη και προς δημοσιογράφους οι οποίοι έχουν διαγραφεί ακόμη και από το συνδικαλιστικό σωματείο τους για παραβίαση της δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση βράβευσης του Νίκου Ευαγγελάτου, για την οποία αντέδρασε και η ΕΣΗΕΑ διερωτώμενη σε ανακοίνωσή της «πώς είναι δυνατόν να τιμηθεί με το βραβείο του Ιδρύματος δημοσιογράφος, στον οποίο έχουν επιβληθεί ποινές διαγραφής έξι φορές για σοβαρές παραβάσεις της δεοντολογίας από τα Πειθαρχικά Συμβούλια». Θα παριστάνει δηλαδή τον ελεγκτή και θα εξετάζει αν τηρείται η δεοντολογία, ο εκπρόσωπος ενός ιδρύματος, που ελάχιστη σημασία δίνει σ’ αυτήν.

Επιπλέον όμως, στην επιτροπή θα συμμετέχουν και τρεις εκπρόσωποι ιδιοκτητών μέσων ενημέρωσης. Ένας ιδιοκτήτης ενημερωτικής ιστοσελίδας, ένας ιδιοκτήτης εφημερίδας πανελλαδικής κυκλοφορίας και ένας ιδιοκτήτης εφημερίδας της περιφέρειας. Δηλαδή, θα παρέχεται η δυνατότητα στον ιδιοκτήτη ενός εντύπου το οποίο εκ των πραγμάτων είναι ανταγωνιστικό έναντι των υπολοίπων, να κρίνει αν κάποια άλλη εφημερίδα ή ιστοσελίδα, παραβιάζει τη δεοντολογία και αν εξ αυτού του λόγου, πρέπει να εξαιρεθεί από τον κατάλογο των Μέσων στα οποία θα διανέμεται η κρατική διαφήμιση. Εκτός των παραπάνω, στην επιτροπή θα συμμετέχουν επίσης δύο εκπρόσωποι δημοσιογραφικών συνδικαλιστικών ενώσεων (της ΕΣΗΕΑ και της ΠΟΕΣΥ), δύο καθηγητές πανεπιστημίου με αντικείμενο τη δημοσιογραφία και την επικοινωνία, οι οποίοι είναι άγνωστο με τι κριτήρια θα επιλέγονται και ένας εκπρόσωπος του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης.

Είναι ενδιαφέρον ότι στο σχέδιο νόμου που έχει αναρτηθεί προς δημόσια διαβούλευση, δεν προβλέπεται αν εκπρόσωπος του εντύπου του οποίου η δεοντολογία θα εξετάζεται, θα μπορεί να παραστεί για την παροχή εξηγήσεων. Ακόμη και αυτό βέβαια δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό, δεδομένου ότι είναι διεθνής πρακτική, οι δημοσιογράφοι και τα Μέσα Ενημέρωσης, να μην ελέγχονται από τις κυβερνήσεις, αλλά από τις δικές τους ενώσεις, από τον κόσμο και σε περίπτωση που πράγματι υπερβούν κάποιο όριο, από τη Δικαιοσύνη. Με τη σημερινή λογική της κυβέρνησης έναντι των Media πάντως, δεν θα έκανε εντύπωση ακόμη κι αν στο μέλλον η κυβέρνηση δημιουργούσε επιτροπές δεοντολογίας ακόμη και για γιατρούς ή δικηγόρους, παρακάμπτοντας τα πειθαρχικά τους όργανα και τους συναδέλφους τους και κρίνοντας εκείνη αν κάνουν καλά ή όχι τη δουλειά τους.

Ποιοι κόπτονται για τη δεοντολογία

Είναι πάντως εξαιρετικά ενδιαφέρον το γεγονός ότι κόπτονται σήμερα για τη δημοσιογραφική δεοντολογία, οι ίδιοι τους οποίους έχουν καταγγείλει οι ευρωπαϊκοί θεσμοί για απόπειρα φίμωσης του Τύπου, οι ίδιοι επί των ημερών των οποίων η Ελλάδα βρίσκεται στην 108η θέση της λίστας για την ελευθερία του Τύπου, οι ίδιοι που ενσωμάτωσαν στον ποινικό κώδικα άρθρο για τη διασπορά ψευδών ειδήσεων, κυρίως όμως οι ίδιοι που φρόντισαν μέσω κυρίως της διαβόητης λίστας Πέτσα να ενισχύσουν οικονομικά όχι απλώς Μέσα Ενημέρωσης τα οποία διάκεινται φιλικά απέναντι τους, αλλά ακόμη και αμφιλεγόμενης αξιοπιστίας, ενίοτε δε και μηδενικής αναγνωσιμότητας ιστοσελίδες, Μέσα Ενημέρωσης ακόμη και «γαλάζιων» βουλευτών, και βέβαια ακόμη και τα sites του υπόδικου για βαριά κακουργήματα, Μένιου Φουρθιώτη.

 

Documento Newsletter