Οι επιλογές Μητσοτάκη στην οικονομία προκαλούν τριγμούς
Αν κάτι είναι βέβαιο σε οικονομικό επίπεδο, είναι ότι πρόκειται για χρονιά ύφεσης στην ευρωπαϊκή οικονομία. Ηδη η ατμομηχανή της Ευρώπης Γερμανία «χάνει λάδια». Την ίδια περίοδο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προσπαθεί να αντιμετωπίσει τον ολοένα αυξανόμενο πληθωρισμό προσφοράς με εργαλεία που χρησιμοποιούνται όταν έχεις πληθωρισμό ζήτησης. Αυξάνει το κόστος χρήματος ανεβάζοντας διαρκώς τα επιτόκια δανεισμού ενώ παράλληλα ζητά από τις ευρωπαϊκές τράπεζες να επιστρέψουν τα δανεικά με αρνητικό επιτόκιο που είχαν λάβει την περίοδο της πανδημίας και αφήνει τα ευρωπαϊκά κράτη εκτεθειμένα στα όρνεα των αγορών, αρνούμενη να εισφέρει ρευστότητα μέσω αγοράς κρατικών ομολόγων. Στην πράξη εκθέτει στον ακραίο κίνδυνο της κρίσης κόστους ζωής τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, που βλέπουν τον βρόχο της επιβίωσης να σφίγγει. Ολα αυτά υποχρεώνουν τη χώρα να αντιμετωπίσει «γυμνή» τα θηρία της ύφεσης.
Επίσημη αισχροκέρδεια
Από τις πρώτες ημέρες διακυβέρνησής του ο Κυριάκος Μητσοτάκης ροκανίζει τα θεμέλια της οικονομίας παραδίδοντας την κοινωνία στα καρτέλ. Από το φθινόπωρο του 2019 διέταξε και επέβαλε την απολιγνιτοποίηση. Δεν ήταν μόνο ότι κατέστρεψε την κοινωνία της Κοζάνης, αλλά και ότι έβαλε ταφόπλακα στον μεγαλύτερο ενεργειακό πόρο της χώρας. Λειτούργησε σαν δούρειος ίππος επιτρέποντας να ανοίξει η πύλη της αισχροκέρδειας με την καθιέρωση του target model στην αγορά ηλεκτρικού ρεύματος και ιδιωτικοποιώντας τη ΔΕΗ με την πώληση μετοχών σε fund στο οποίο εργάζεται η θυγατέρα του. Αυτό το target model των Μητσοτάκη – Χατζηδάκη που θεσμοθετήθηκε τον Νοέμβριο του 2020 και ίσχυσε από τον Απρίλιο του 2021 έχει φέρει, από το καλοκαίρι του 2021 μέχρι σήμερα, αισχρά κέρδη άνω των 6 δισ. ευρώ σε 4+1 «παίκτες» που απαρτίζουν το καρτέλ του φυσικού αερίου.
Βέβαια η Ελλάδα και το 2023 προβλέπεται να καταγράψει ανάπτυξη, έστω και οριακά πάνω από το μηδέν. Ανάπτυξη που βασίζεται στις λογιστικές αλχημείες, στην υπερφορολόγηση αλλά και την κάποτε καταραμένη για τον Κυρ. Μητσοτάκη επιδοματική πολιτική. Η κυβέρνηση αφού εκμεταλλεύτηκε τον φτηνό δανεισμό μέσω της ΕΚΤ «έριξε» δισεκατομμύρια επιδομάτων και επιδοτήσεων για στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Τα ποσά αυτά διοχετεύτηκαν κατά μεγάλο μέρος στην κατανάλωση και τόνωσαν τη ζήτηση, τις πωλήσεις και την παραγωγή, προσθέτοντας τεράστια ποσά στον κρατικό κορβανά μέσω της έμμεσης φορολόγησης. Παράλληλα βέβαια έγιναν και οι «δουλίτσες» με τις «γαλάζιες ακρίδες» που απορρόφησαν απευθείας αναθέσεις ποσού συνολικά άνω των 9 δισ. ευρώ.
Επενδύσεις και εργασία
Πλέον οι πανηγυρίζοντες υπουργοί κάνουν λόγο για την Ελλάδα των επενδύσεων. Αν κάποιος εντρυφήσει στις «στρατηγικές επενδύσεις» που έχουν ενταχθεί στον αναπτυξιακό νόμο από το 2019, θα διαπιστώσει ότι η συντριπτική πλειονότητά τους (25 τον αριθμό) αφορά εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών, ανεμογεννήτριες και τουριστικά καταλύματα. Θα ήταν καλοδεχούμενες και αυτές αν το κράτος δεν χρηματοδοτούσε τα κέρδη των ολίγων που δεν φέρνουν εργασία. Υπολογίζεται ότι από αυτές τις στρατηγικές επενδύσεις θα εξασφαλιστούν μόλις 3.000 θέσεις απασχόλησης.
Στην αγορά εργασίας βέβαια το πρόβλημα είναι τεράστιο. Με τις νομοθετικές παρεμβάσεις Χατζηδάκη το εισόδημα υφίσταται τέτοια καθίζηση που από τη μία ο ξενοδοχειακός κλάδος εμφάνισε μαύρη τρύπα 50.000 θέσεων εργασίας κατά τη θερινή περίοδο (ποιος θα πάει να εργαστεί σε συνθήκες 16ώρου με αποδοχές 1.000 ευρώ μηνιαίως;) και από την άλλη ο αγροτικός τομέας δεν έβρισκε ούτε εισαγόμενους εργάτες γης, που προτίμησαν τη γειτονική Ιταλία με τους μεγαλύτερους μισθούς.