Στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής (10-11 Δεκεμβρίου 2020) συζητήθηκαν μεταξύ άλλων, οι μονομερείς ερευνητικές ενέργειες της Τουρκίας σε περιοχή Ελληνικής Υφαλοκρηπίδας μεταξύ του 28ου και 30ου μεσημβρινού, οι γεωτρήσεις εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της Κυπριακής Δημοκρατίας και το επεισόδιο που προκλήθηκε με την άρνηση νηοψίας επί τουρκικού πλοίου στο πλαίσιο της επιχείρησης «Ειρήνη» ανοιχτά της Λιβύης.
Στα συμπεράσματα της Συνόδου, πέρα από φραστικές καταδίκες της παράνομης συμπεριφοράς της Τουρκίας κατά της Ελλάδας και της Κύπρου, δεν αποφασίζεται σε κανένα σημείο η επιβολή κυρώσεων στο κράτος που παραβίασε τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρα μας.
Πρέπει να γίνει, εξ΄ αρχής σαφές, ότι το μόνο αρνητικό μέτρο που λήφθηκε κατά της Τουρκίας στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ ήταν το κάλεσμα προς το Συμβούλιο «να εγκρίνει πρόσθετες καταχωρίσεις βάσει της απόφασής του της 11ης Νοεμβρίου 2019 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω των παράνομων γεωτρήσεων της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο (παράγραφος 32 συμπερασμάτων της Συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου 10-11 Δεκεμβρίου https://www.consilium.europa.eu/media/47347/1011-12-20-euco-conclusions-el.pdf )». Όπως γνωρίζουμε οι μόνες παράνομες γεωτρήσεις της Τουρκίας που έλαβαν χώρα κατά το τελευταίο διάστημα στην Ανατολική Μεσόγειο, πραγματοποιήθηκαν εντός της Κυπριακής ΑΟΖ. Εντός της Ελληνικής Υφαλοκρηπίδας πραγματοποιήθηκαν μόνον έρευνες για υδρογονάθρακες. Ενέργεια και πάλι παράνομη σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, παρόλα ταύτα, όπως συμπεραίνεται από την παράγραφο 32 των συμπερασμάτων, η πρόσφατη Σύνοδος δεν αποφάσισε την επιβολή κυρώσεων κατά της Τουρκίας για τις παράνομες αυτές έρευνες εντός της Ελληνικής Υφαλοκρηπίδας από το Oruc Reis.
Όπως γίνεται σαφές από τα συμπεράσματα της Συνόδου, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα προχωρήσει σε επέκταση της λίστας των κυρώσεων που προϋπήρχαν από το Νοέμβριο του 2019 λόγω των νέων γεωτρήσεων από τα Τουρκικά γεωτρύπανα εντός της Κυπριακής ΑΟΖ. Ουσιαστικά η Ελλάδα δεν κέρδισε τίποτα στη πρόσφατη Σύνοδο παρά μόνο μια ασαφή υπόσχεση για πιθανότητα επιβολής κυρώσεων ως το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου 2021, αν η Τουρκία δεν νουθετηθεί, ως απάντηση σε πιθανές νέες της προκλήσεις κατά της Ελλάδος.
Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος της αποτυχίας της Κυβέρνησης Μητσοτάκη, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι με βάση τα συμπεράσματα της Συνόδου του Οκτωβρίου, το Συμβούλιο είχε υποσχεθεί να εξετάσει όλα τα πιθανά μέσα απάντησης στην Τουρκική προκλητικότητα, και ανάμεσα σε αυτά περιλαμβανόταν και η επιλογή να επιβάλει περιοριστικά μέτρα κατά φυσικών ή νομικών προσώπων, οργανώσεων ή μη-κρατικών δρώντων το αργότερο ως τη Σύνοδο του Δεκεμβρίου. Παρότι οι προκλητικές ενέργειες συνεχίστηκαν και πραγματοποιήθηκαν στο μεσοδιάστημα και νέες παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου από πλευράς της Τουρκίας, η πρόσφατη Σύνοδος Κορυφής (10-11 Δεκεμβρίου 2020) δεν επέβαλε καμία κύρωση για τις νέες μονομερείς και παράνομες ενέργειες της Τουρκίας εις βάρος της Ελλάδας.
Δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι ο Πρωθυπουργός προσήλθε στην Σύνοδο ζητώντας από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο «να στείλει σαφές μήνυμα στην Τουρκία». Τόνισε επίσης ότι «δεν μπορούν να αθετηθούν όσα έχουν ήδη συμφωνηθεί». Είπε επίσης ξεκάθαρα ότι «δεν μπορούμε να περιμένουμε ότι θα αλλάξει τη συμπεριφορά της (η Τουρκία) αν δεν της ασκηθεί πίεση». Θα πρέπει επίσης να μην ξεχνάμε ότι ο κύριος Μητσοτάκης είχε υποσχεθεί στον Ελληνικό λαό μετά τη Σύνοδο Κορυφής του Οκτωβρίου, ότι αν συνεχιζόταν η επιθετικότητα της Τουρκίας θα ήταν δεδομένες οι κυρώσεις τον Δεκέμβριο, κυρώσεις μάλιστα που «θα δαγκώνουν», κατά την τότε δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου. Γίνεται λοιπόν σαφές ότι η Ελληνική πλευρά δεν πέτυχε ούτε στο ελάχιστο τις επιδιώξεις και στόχους της στη Σύνοδο Κορυφής που έλαβε χώρα στις 10 και 11 Δεκεμβρίου. Δεν χωράει αμφιβολία ότι για όλες τις παράνομες ενέργειες της Τουρκίας εντός της Ελληνικής Υφαλοκρηπίδας μέσω του ερευνητικού Oruc Reis, όχι μόνο δεν επιβλήθηκαν κυρώσεις που «δαγκώνουν», αλλά δεν επιβλήθηκε ουδεμία κύρωση. Εάν η κυβέρνηση είναι καλυμμένη από μια αβέβαιη και ασαφή «υπόσχεση» για επιβολή κυρώσεων μελλοντικά, αυτό θα πρέπει να εξηγηθεί στον Ελληνικό λαό.
Παρά τα προαναφερθέντα, αυτό που τελικά προκύπτει είναι ότι η Κυβέρνηση επιδίδεται σε μια προσπάθεια παραπλάνησης των Ελλήνων Πολιτών. Παρά την παταγώδη αποτυχία στην Σύνοδο, ο κύριος Μητσοτάκης δήλωσε στην Συνέντευξη Τύπου μετά το πέρας αυτής: «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε κυρώσεις κατά της Τουρκίας, διευρύνοντας τη λίστα των προσώπων και των οντοτήτων που εμπλέκονται σε παράνομες γεωτρήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο». Ο Πρωθυπουργός απέφυγε βέβαια να ενημερώσει τους Έλληνες πολίτες ότι οι κυρώσεις αυτές δεν θα επιβληθούν σε πρόσωπα και οντότητες σχετικά με τις παράνομες ενέργειες του Oruc Reis, αλλά θα αφορούν μόνο όσα έγιναν εντός της Κυπριακής ΑΟΖ. Σκοπός της χώρας μας θα έπρεπε να είναι να δοθεί μια σαφής και ξεκάθαρη απάντηση από την ΕΕ προς την γείτονα για τις παράνομες ενέργειες του Oruc Reis. Όμως, παρά τις επίπονες προσπάθειες του προσωπικού των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων κατά τους τελευταίους μήνες ώστε να προστατέψουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα συμφέροντα της Χώρας, παρά την φυσιολογική κόπωση λόγω συνθηκών συνεχούς επιφυλακής, τελικά η Ελλάδα δεν λαμβάνει ούτε το αυτονόητο, που θα ήταν η επιβολή κυρώσεων κατά της Τουρκίας για τις παράνομες ενέργειες της. Η Ελλάδα λαμβάνει μόνο υποσχέσεις. Είναι καιρός να γίνει σαφές στους πολίτες, ότι ο Πρωθυπουργός της χώρας παρουσιάζει ως επιτυχία τις υποσχέσεις.
Παρουσιάζεται επίσης η παρούσα Σύνοδος ως «ένα βήμα μπροστά». Πώς όμως, άραγε, αποτελεί βήμα μπροστά το γεγονός ότι για ακόμη μια φορά οι παραβιάσεις από πλευράς της Τουρκίας εις βάρος της χώρας μας έμειναν ατιμώρητες; Πώς επιτρέπουμε στον Έλληνα Πρωθυπουργό να ισχυρίζεται ότι υπήρξε πρόοδος όταν μετά από την περίοδο της πιο σοβαρής κλιμάκωσης της τουρκικής επιθετικότητας από την εποχή των Ιμίων, με την Τουρκία να παραβιάζει κατάφωρα τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα πραγματοποιώντας έρευνες για σχεδόν τέσσερις μήνες, σε περιοχές ακόμα και δυνητικής κυριαρχίας κάτω από τα 12 μίλια, δεν επιβάλλονται από την ΕΕ ούτε υποτυπώδεις κυρώσεις στην Τουρκία;
Επιπλέον, θα πρέπει να τονιστεί η σημαντική απουσία στρατηγικής που ήταν χαρακτηριστική κατά την παρουσία της Ελληνικής αντιπροσωπείας στην Σύνοδο της 10ης-11ης Δεκεμβρίου. Η Ελλάδα υπολόγιζε στη σημαντική βοήθεια για την επιβολή κυρώσεων της Γαλλίας, Αυστρίας, Λουξεμβούργου, Σλοβενίας, Σλοβακίας, Βελγίου, Ιρλανδίας, Δανίας, Ολλανδίας αλλά και χωρών της Βαλτικής. Πώς άραγε εξηγείται ότι με τις πρώτες πιέσεις που ασκήθηκαν από το μπλοκ Βερολίνου-Ρώμης-Μαδρίτης, το οποίο επιζητούσε την αναβολή σοβαρών αποφάσεων, η θέση της Ελλάδας αποδυναμώθηκε καθώς υπήρξε απροθυμία της Γαλλίας να επιμείνει σε πιο ουσιαστικά μέτρα, ενώ και η Αυστρία φάνηκε να επαναπαύεται λόγω των χλιαρών διατυπώσεων των αρχικών προσχεδίων; Κανείς δεν μπορεί να επιβάλει σε τρίτα κράτη την υιοθέτηση των ελληνικών θέσεων, όμως η τόσο εύκολη μεταστροφή των ισχυρότερων συμμάχων μας (Γαλλία, Αυστρία) στην παρούσα Σύνοδο, αποδεικνύει πολλά. Καθίσταται σαφές ότι η Ελληνική Αντιπροσωπεία δεν προετοιμάστηκε σωστά για την Σύνοδο του Δεκεμβρίου. Παρά τις επαφές του Πρωθυπουργού με τους ηγέτες του μπλοκ υπέρ των κυρώσεων και τις υποτιθέμενες διαβεβαιώσεις προς τον Ελληνικό λαό ότι θα υπάρξουν σημαντικές κυρώσεις κατά της Τουρκίας, κατά την κρισιμότερη ώρα η Ελλάδα εγκαταλείφθηκε από τους ισχυρότερους σύμμαχους της για το παρόν ζήτημα (Γαλλία & Αυστρία) και τελικά αποδέχθηκε όσα της υπαγορεύθηκαν χωρίς φυσικά να κάνει χρήση του βέτο. Για την απροετοίμαστη αυτή παρουσία μας στην πρόσφατη Σύνοδο, θα αναζητηθούν άραγε οι ευθύνες από την Ελληνική Κυβέρνηση ώστε να αποτραπούν παρόμοια λάθη μελλοντικά; Η πρώτη εντύπωση, πάντως που δίνεται, είναι ότι η Ελληνική Κυβέρνηση αποτυγχάνει ξανά ακόμα και στο να εντοπίσει και να παραδεχτεί τα λάθη της. Αποφεύγει να ενημερώσει μέχρι και την Αντιπολίτευση, καθώς δεν προτίθεται να συγκαλέσει Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών.
Η Ελλάδα, δυστυχώς, κατά την πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής υπέστη μια μεγάλη εθνική και διπλωματική ήττα. Επιπροσθέτως, η χώρα μας έχασε μια μεγάλη ευκαιρία, καθώς ούτε επιβλήθηκαν κυρώσεις για τις πρόσφατες παραβιάσεις της Τουρκίας, ούτε προετοιμάστηκε λίστα κυρώσεων που θα μπορούσαν να επιβληθούν μελλοντικά αλλά και ούτε επήλθε συμφωνία για έναν μηχανισμό κυρώσεων που θα ενεργοποιείται κάθε φορά που μελλοντικά η Τουρκία θα προκαλεί και θα παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο εις βάρος της Ελλάδος και της Κύπρου. Οφείλει, λοιπόν, ο κ. Μητσοτάκης να εξηγήσει στους Έλληνες πολίτες τους λόγους για τους οποίους απεμπόλισε μια τέτοια μεγάλη ευκαρία. Έπειτα από 4.5 χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από τον Σύριζα που η χώρα μας κρατήθηκε αρκετά μακρυά από ένα θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο, δυστυχώς βιώσαμε μια τεταμένη περίοδο στις σχέσεις μας με την Τουρκία, οπού σχεδόν το σύνολο των 2 στόλων παρατάχθηκε στο Αιγαίο σε θέσεις μάχης. Παρότι όμως δόθηκε η ευκαιρία στον Έλληνα Πρωθυπουργό να διεκδικήσει την τιμωρία της Τουρκίας για τις πρόσφατες παραβιάσεις της ο κ. Μητσοτάκης δεν εκμεταλλεύθηκε την ευκαιρία και παρουσιάζει ως νίκη ένα κείμενο συμπερασμάτων το οποίο στην πραγματικότητα είναι γεμάτο από αοριστολογίες και υποσχέσεις, δεν τιμωρεί την Τουρκία για τη συμπεριφορά της και ούτε προσφέρει κανένα εχέγγυο ότι για παρόμοια συμπεριφορά της Τουρκίας στο μέλλον θα επιβληθούν σκληρές κυρώσεις. Αυτό το κείμενο συμπερασμάτων έγινε δεκτό από τον Έλληνα Πρωθυπουργό ήδη λίγες ώρες αργότερα από την έναρξη της συζήτησης για την Ανατολική Μεσόγειο. Γιατί άραγε ο κ. Μητσοτάκης δεν προσπάθησε να μεταπείσει τα υπόλοιπα κράτη μέλη; Υπενθυμίζεται ότι στις Συνόδους Κορυφής οι αποφάσεις λαμβάνονται με ομοφωνία. Γεννάται, λοιπόν, το ερώτημα: Γιατί ο Πρωθυπουργός της χώρας μας παραχώρησε τόσο εύκολα τη συγκατάθεση του σε κείμενο που δεν ικανοποιεί ούτε κατ’ ελάχιστον τα ελληνικά συμφέροντα; Υπήρξε κάποιο σημαντικό αντάλλαγμα που προσφθέρθηκε στον κ. Μητσοτάκη για αυτήν του την πράξη και αν ναι, τότε σκοπεύει αυτό να το αποκαλύψει στον ελληνικό λαό;
Συμπερασματικά, η Ελληνική πλευρά οφείλει πρωτίστως να λάβει τα απαραίτητα μέτρα ώστε να αποτρέψει νέες έρευνες από την Τουρκία ή ακόμα και γεωτρήσεις εντός Ελληνικών ή μη οριοθετημένων διεκδικούμενων ζωνών. Εν συνεχεία, η Ελλάδα δεν θα πρέπει να συμμετάσχει σε ενδεχόμενο διάλογο με την Τουρκία αυστηρά και μόνον για το θέμα της οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών παρά μόνο υπό την αυστηρή προϋπόθεση να μην επακολουθήσουν προκλήσεις κατά το επόμενο διάστημα από τη γείτονα. Καθώς στην παρούσα Σύνοδο Κορυφής δεν επετεύχθη, η Ελλάδα δεν θα πρέπει να διστάσει να λάβει όλα τα πιθανά μέτρα μελλοντικά, να δημιουργήσει στέρεο άξονα συμμαχικών χωρών που θα προωθήσουν τα δίκαια της και να καταθέσει μέχρι και βέτο στην επόμενη Σύνοδο Κορυφής όπου θα συζητηθεί το θέμα της Τουρκίας, σε περίπτωση που τελικά και πάλι δεν επιβληθούν κυρώσεις για παράνομες ενέργειες της Τουρκίας εις βάρος της Ελλάδος. Υπενθυμίζεται ότι η επόμενη Σύνοδος Κορυφής που θα επανεξετάσει το ζήτημα επιβολής κυρώσεων της Τουρκίας είναι προγραμματισμένη να διεξαχθεί στις 25 Μαρτίου 2021, ανήμερα των διακοσίων χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση.