Μόλις πριν από λίγες μέρες κυκλοφόρησε ένα μικρό βίντεο για την ευαισθητοποίηση των νέων ανθρώπων σχετικά με τα μέτρα προφύλαξης για τον κορονοϊό.
Ο πρωθυπουργός συμμετείχε σε αυτή την προσπάθεια με το ακόλουθο μήνυμα: «Μη γίνεις υπεύθυνος για το επόμενο κρούσμα». Αυτή η προτροπή θα μπορούσε να είναι ουσιαστική αν απευθυνόταν στον εαυτό του και στην κυβέρνησή του, αν απολογούνταν με αυτό τον τρόπο για τα λάθη που έγιναν φέτος το καλοκαίρι, για την προτίμηση της προστασίας της οικονομίας και όχι της ανθρώπινης ζωής, για τις παλινωδίες και τις φιέστες στις οποίες συμμετείχαν μέλη της κυβέρνησής του. Ομως ο πρωθυπουργός απευθυνόταν στους νέους ανθρώπους και κορύφωνε με αυτό τον τρόπο μια εκστρατεία στοχοποίησης για την άνοδο των κρουσμάτων.
Δεν θέλω να αναλύσω πολιτικά αυτή την πρακτική, θέλω περισσότερο να μιλήσω από τη διπλή ιδιότητα που έχω, εκείνη του κοινωνιολόγου και του οικογενειακού ψυχοθεραπευτή. Υπάρχει λοιπόν ένα συχνό φαινόμενο στο οποίο όταν οι γονείς είναι συναισθηματικά ανώριμοι, όταν δεν έχουν μεταβεί με ωριμότητα στο στάδιο του ενήλικα, δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες που τους αναλογούν ώστε να τις μεταφέρουν στα παιδιά τους, τα οποία κατηγορούν ως ανώριμα. Ετσι δεν είναι υπεύθυνος ο γονιός ο οποίος δεν μπορεί να τηρήσει το όριο, αλλά το παντοδύναμο παιδί το οποίο το παραβιάζει. Με αυτό τον τρόπο ο γονιός κάνει μετάθεση των ευθυνών και αποφυγή ενός ενοχλητικού διαλόγου στον οποίο θα έπρεπε να τοποθετηθεί αναλαμβάνοντας τουλάχιστον την ηθική ευθύνη, ενώ ταυτόχρονα θα χρειαζόταν να δεσμευτεί για μια σταθερή πορεία αλλαγών και μετασχηματισμών.
Μια δεύτερη ενδιαφέρουσα διάσταση που μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα την πρακτική της κυβέρνησης αφορά αυτό που ονομάζουμε διπλά μηνύματα. Τα διπλά μηνύματα συνίστανται στην ταυτόχρονη απεύθυνση δύο μηνυμάτων που αλληλοαναιρούνται και οδηγούν την επικοινωνία αναπόφευκτα σε μπλοκάρισμα και τέλμα. Μεταφέρω αυτά τα δύο παραδείγματα από το πεδίο της οικογενειακής θεραπείας έτσι ώστε να κατανοήσουμε πώς οι κυβερνώντες προσπαθούν να αποποιηθούν την ευθύνη για τα διπλά μηνύματα που δίνουν από τις αρχές του καλοκαιριού, όταν από τη μία διαλαλούσαν περήφανα ότι τα κρούσματα ήταν ιδιαίτερα χαμηλά έως ανύπαρκτα και από την άλλη ζητούσαν από τους νέους να μη συνωστίζονται στις πλατείες, ενώ οι ίδιοι έκαναν φιέστες συμμετέχοντας σε εγκαίνια, πανηγύρια και εκκλησιαστικές γιορτές. Πιστεύω ότι αυτή η συνθήκη ήταν αναπόφευκτο να δημιουργήσει όχι μόνο αμφιβολίες αλλά και θυμηδία στους νέους ανθρώπους, οι οποίοι έπαιρναν όλο και πιο χαλαρά τις συμβουλές των ανώριμων ενηλίκων.
Τώρα είμαστε σε ένα σημείο που χρειάζεται ξανά να ληφθούν δύσκολες αποφάσεις και η κυβέρνηση αναζητά ένα εξιλαστήριο θύμα, όπως μια οικογένεια αναζητά ένα μέλος-θύμα που θα θυσιάσει, φτάνει μόνο να μη φανεί η γύμνια των σχέσεων και των αξιών της. Η κυβέρνηση πιστεύει ότι αν ενεργοποιήσει έναν κοινωνικό αυτοματισμό, τότε θα οδηγήσει τον θυμό των ανθρώπων ενάντια στη νεολαία, η οποία έχει την ίδια ευθύνη που έχουμε όλοι μας για την προστασία από τον κορονοϊό. Ωστόσο οποιαδήποτε ατομική ευθύνη δεν μπορεί να αφαιρέσει το μερίδιο της ευθύνης που έχουν αυτοί που έχουν την ισχύ να εφαρμόσουν πολιτικές δημόσιας υγείας. Αν κάτι πήγε καλά στο πρώτο κύμα της πανδημίας, ήταν το γεγονός πως όλοι και όλες μας, τρομοκρατημένοι από αυτό που συνέβαινε στη γειτονική μας Ιταλία, αποφασίσαμε να προστατεύσουμε τον εαυτό μας και όσους αγαπάμε και οι νέοι άνθρωποι ήταν μέρος αυτής της προσπάθειας. Ισως τελικά ο πραγματικός λόγος που στοχοποιούνται τώρα οι νέοι άνθρωποι είναι ότι οι κυβερνώντες καταλαβαίνουν ότι την κρίσιμη στιγμή, όταν όλοι και όλες μας καταλάβουμε ποιος πραγματικά φταίει για το δεύτερο κύμα της πανδημίας, αυτοί που θα αντιδράσουν, αυτοί από τους οποίους κινδυνεύουν, είναι οι νέοι.
Ο Ηλίας Γκότσης είναι κοινωνιολόγος και οικογενειακός – συστημικός θεραπευτής