Η κρίση απειλεί το καφεδάκι

Η κρίση απειλεί το καφεδάκι

Σε ιστορικό χαμηλό 14 ετών έπεσε η τιμή του καφέ τον περασμένο Μάιο αγγίζοντας τα 0,78 ευρώ η λίβρα, δηλαδή τα 454 γραμμάρια. 

Παρότι τον Ιούλιο ανέβηκε στα 0,89 ευρώ, η τιμή παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Οι επιπτώσεις για τους καλλιεργητές καφέ ανά τον κόσμο είναι αναπόφευκτες. Όμως η διεθνής κρίση που περνά η βιομηχανία του καφέ απειλεί πλέον και τους καταναλωτές.

Εκατομμύρια καλλιεργητές βλέπουν τη ζωή τους να ανατρέπεται. Αλλάζουν καλλιέργειες, αλλάζουν εργασία, αφήνουν πίσω τους ακόμη και τις πατρίδες τους προς αναζήτηση ενός καλύτερου μέλλοντος.

Θρυαλλίδα της κρίσης αποτέλεσε η διετής υπερπαραγωγή καφέ από το νούμερο ένα των παραγωγών παγκοσμίως, τη Βραζιλία, η οποία μαζί με την Κολομβία και την Ονδούρα γέμισαν τις αγορές με κόκκους της υψηλής ποιότητας Arabica ξεπερνώντας κατά πολύ τη ζήτηση.

Πώς η κρίση που χτυπά την πόρτα των καλλιεργητών απειλεί το καφεδάκι του μέσου καταναλωτή; Καταρχάς, οι φυτείες που εγκαταλείπονται η μια μετά την άλλη στερούν από την παγκόσμια αγορά τις λιγότερο γνωστές ποικιλίες καφέ, οι οποίες διακρίνονται τις περισσότερες φορές για την υψηλή τους ποιότητα. Αυτό σημαίνει ότι απειλείται η πρακτική της ανάμειξης (χαρμάνι) διαφορετικών ποικιλιών καφέ η οποία συνηθίζεται στα καφεκοπτεία και τα καφέ ανά τον κόσμο.

Ενοίκια, φόροι, εργασία, μάρκετινγκ

Το βασικότερο, ωστόσο, ζήτημα είναι ότι «η λιανική τιμή του καφέ ανεβαίνει σε πολλές χώρες, διότι δεν συνδέεται άμεσα με την τιμή που πωλούν τους κόκκους οι καλλιεργητές», όπως εξηγεί στο BBC o γενικός διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Καφέ Χοσέ Σέτε.

Μόλις το 1-2% της λιανικής τιμής καταλήγει στις τσέπες των καλλιεργητών. Στην τελική τιμή περιλαμβάνονται έξοδα όπως η εργασία, ο φόρος, το ενοίκιο και το μάρκετινγκ των εταιρειών καφέ. Αυτοί οι παράγοντες οδηγούν και σε άνοδο της λιανικής τιμής.

Αυτό σημαίνει ότι ακόμη κι αν πέφτει η τιμή στην οποία πουλά ο καλλιεργητής του καφέ, η τελική τιμή μπορεί ακόμη και να αυξάνεται. Είναι ακριβώς η περίπτωση της αλυσίδας καφέ Think Coffe (Σκέψου Καφέ) στη Νέα Υόρκη, όπου ένας μικρός λάτε (ένα μέρος εσπρέσο, τρία μέρη γάλατος) κοστίζει στην εταιρεία 0,28 δολάρια, πωλείται έναντι 4,25 (!) ευρώ και μέσα στο έτος θα αγγίξει τα 4,50 δολάρια λόγω υψηλότερου ενοικίου, όπως αναφέρει το ρεπορτάζ του BBC.

«Αν οι καλλιεργητές αποθαρρύνονται σήμερα, δεν φυτεύουν και δεν φροντίζουν τα δέντρα τους, προμηνύoνται πολύ αρνητικές εξελίξεις για το μέλλον καθώς η ζήτηση αυξάνεται περίπου 2% τον χρόνο» λέει ο Χ. Σέτε.

Αν σκεφτεί κανείς ότι από τα 200 δισ. δολάρια των ετήσιων εσόδων της παγκόσμιας βιομηχανίας καφέ μόλις τα 2 δισ. (!) καταλήγουν κατακερματισμένα στις τσέπες των τουλάχιστον 25 εκατομμυρίων οικογενειών που βιοπορίζονται από την καλλιέργεια καφέ, εύκολα αντιλαμβάνεται γιατί ήδη από τον περασμένο Οκτώβριο καραβάνια αγροτών από την κεντρική Αμερική παράτησαν τα χωράφια τους και πήραν τον «δύσβατο» δρόμο προς τις Ηνωμένες Πολιτείες του αλλεργικού στους μετανάστες προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

Ή γιατί περισσότεροι από το 60% των καλλιεργητών σε Γουατεμάλα, Νικαράγουα, Μεξικό και Ελ Σαλβαδόρ δηλώνουν επισιτιστική ανασφάλεια την τελευταία δεκαετία, σύμφωνα με την Αμερικανική Ενωση Καφέ.

Πρώτα την πληρώνουν οι μικροκαλλιεργητές. Σε όλο το μήκος της λεγόμενης «ζώνης του καφέ», της ιδανικής για την καλλιέργεια καφέ περιοχής γύρω από τον Ισημερινό η οποία εκτείνεται από το Περού έως το Τόγκο και από την Κολομβία έως την Αιθιοπία, η χαμηλή τιμή του καφέ γονατίζει τις μικρές φυτείες, των οποίων οι ιδιοκτήτες συχνά αδυνατούν να καλύψουν τις ανάγκες του νοικοκυριού τους, να στείλουν τα παιδιά τους στο σχολείο, να έχουν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

Πόσο κοστίζει από την Αφρική στην Ελλάδα

Μεγαλύτερα θύματα είναι οι μικροκαλλιεργητές στην Αφρική, οι σοδειές των οποίων είναι πολύ μικρότερες σε σύγκριση για παράδειγμα με τις σοδειές στην Ινδία, στις οποίες παράγεται η χαμηλότερης ποιότητας ποικιλία Robusta.

Στην Ελλάδα αν κάποιος αποφασίσει να απολαύσει τον καπουτσίνο του σε ένα καφέ, η μέση τιμή που θα πληρώσει είναι 3,11 ευρώ. Ο «ελληνικός», ο οποίος μέχρι πριν από 40 χρόνια λεγόταν «τούρκικος» ενώ στην πραγματικότητα είναι αραβικός, συνεχίζει να αποτελεί την πρώτη επιλογή των Ελλήνων καταναλωτών (32% έναντι 28% ο εσπρέσο) και η τιμή του είναι χαμηλότερη.

Ετικέτες

Documento Newsletter