Δεν είναι βόας, δεν είναι κροταλίας. Αλλά ούτε και το «μικρό φιδάκι, ο Διαμαντής» κατά την γνωστή αποστροφή των περιπλανώμενων θηριοδαμαστών.
Η κοινωνία των πολιτών είναι μορφή πολιτικής οργάνωσης, που δεν μπορεί μεν να συναγωνίζεται σε μέγεθος και πολυπλοκότητα το κράτος και τις υπηρεσίες του, παίζει όμως από καιρό όλο και μεγαλύτερο ρόλο στα πολιτικά πράγματα πολλών χωρών. Στην Ελλάδα δεν γίνεται πολύ λόγος γι αυτήν, όχι επειδή είναι ανύπαρκτη, αλλά επειδή πολλοί κοινωνιολόγοι την έχουν θάψει ως εντελώς «ατροφική», ενώ οι πολιτικοί κάνουν πως δεν την βλέπουν, επειδή εξελίσσεται σε ορισμένους κρίσιμους τομείς, όπως τον προσφυγικό, σε σοβαρό ανταγωνιστή τους.
Τέτοια αβλεψία δεν είναι δυνατή σε χώρες, στις οποίες η κοινωνία των πολιτών βγάζει κυριολεκτικά μάτι. Παράδειγμα η Αυστρία, στην οποία αναμιγνύεται επιτυχώς στις πολιτικές εξελίξεις. Το αποκορύφωμα της επιτυχίας της ήταν οι προεδρικές εκλογές τον Δεκέμβριο του 2016, κατά τις οποίες συνέβαλε αποφασιστικά στη νίκη του «πράσινου» Αλεξάντερ βαν ντερ Μπέλεν και πάντως περισσότερο από κάθε κόμμα – των Πράσινων συμπεριλαμβανομένων. Από τότε αναγνωρίζεται και από το κατεστημένο ως υπολογίσιμος πολιτικός παράγοντας. Η παρουσία της έγινε πάλι αισθητή το περασμένο Σάββατο με μια μεγάλη διαδήλωση στη Βιέννη εναντίον της νέας δεξιάς-ακροδεξιάς κυβέρνησης υπό τον καγκελάριο Σεμπάστιαν Κουρτς. Η αστυνομία, που κατεβάζει από κεκτημένη ταχύτητα τον αριθμό των διαδηλωτών κατά τον πολλαπλασιαστή τέσσερα, μίλησε για 20 000 διαδηλωτές, τα μέσα ενημέρωσης συμπέραναν εξ αυτού αυτόματα 80 000.
Για το περιεχόμενο και το προφίλ της κοινωνίας των πολιτών ερίζουν οι ειδικοί. Κοινός τόπος τους είναι μόνο, πρώτον, ότι ο ζωτικός χώρος της είναι εκείνος ανάμεσα στο κράτος, την οικονομία και την οικογένεια. Και δεύτερον, ότι αποτελείται από οργανώσεις, οι οποίες είναι αυτοδιαχειριζόμενες και συμβάλουν ενεργά στη ρύθμιση των κοινών.
Οι οργανώσεις αυτές δεν είναι καθόλου λίγες: συνδικάτα, επαγγελματικές ενώσεις, μέσα ενημέρωσης, ΜΚος, πρωτοβουλίες πολιτών, μαζικά κινήματα: χειραφετικά, οικολογικά, επαναστατικά και πάει λέγοντας. Στη λίστα τους μπαίνουν με το ένα πόδι – όσο δεν ταυτίζονται με το κράτος – και τα κόμματα. Με το άλλο μένουν εκτός όποτε αναρριχώνται στην κρατική εξουσία. Τέτοια αναρρίχηση βρίσκεται σε αντίθεση με την κοινωνία των πολιτών, που πιέζει «από έξω» για τη λύση πολιτικών προβλημάτων, χωρίς να γίνει δηλαδή μέρος της κρατικής μηχανής.
Σήμερα, η κοινωνία των πολιτών θεωρείται γενικά σαν κάτι το πολύ προοδευτικό – ως το δημοκρατικά αυτορυθμιζόμενο τμήμα της κοινωνίας. Η Αριστερά δεν το έβλεπε ωστόσο πάντα έτσι. Ο ιταλός θεωρητικός Αντόνιο Γκράμσι, που ασχολήθηκε με αυτήν στο μεσοπόλεμο – όντας πολιτικός κρατούμενος στις φυλακές του Μουσολίνι – τη θεωρούσε το δεύτερο, μετά το κράτος, δομικό στήριγμα του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτό, φρονούσε, αποδείχθηκε από τις εξελίξεις μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η σοσιαλιστική επανάσταση δεν νίκησε, όπως θα ήταν «λογικό», σε μια προηγμένη πολιτικά και πολιτιστικά χώρα της Δυτικής Ευρώπης, όπως η Γερμανία, αλλά σε μια υπανάπτυκτη της Ανατολικής, τη Ρωσία. Την εξήγηση γι αυτό την δίνει στα περίφημα «Τετράδια της φυλακής»:
«Στην Ανατολή το κράτος ήταν το παν, η κοινωνία των πολιτών ήταν στις αρχές της και ασχημάτιστη Στη Δύση υφίστατο ανάμεσα στο κράτος και την κοινωνία των πολιτών μια ισορροπημένη σχέση και όποτε το κράτος κλονιζόταν ανακάλυπτε κανείς αμέσως μια ανθεκτική δομή της κοινωνίας των πολιτών. Το κράτος ήταν προκεχωρημένο χαράκωμα, πίσω από το οποίο βρισκόταν μια ισχυρή αλυσίδα από οχυρά και πολυβολεία…».
Τα «οχυρά και πολυβολεία» ήταν για τον Γκράμσι τα συνδικάτα, η εκκλησία, ο τύπος «ως το πιο δυναμικό μέρος των ιδεολογικών συσκευών», αλλά και οι βιβλιοθήκες, τα σχολεία, τα διάφορα κλαμπ, ακόμα και η αρχιτεκτονική, η πολεοδομία καθώς και τα ονόματα των οδών – οτιδήποτε δηλαδή συντελούσε στην εμπέδωση της πνευματικής ηγεμονίας της αστικής τάξης. Υπό κανονικές συνθήκες, τα οχυρά αυτά σταθεροποιούσαν διακριτικά και αθόρυβα την καπιταλιστική εξουσία, σε περιόδους μεγάλης κρίσης, όταν μάλιστα το κράτος κατέρρεε, ανελάμβαναν φανερά την υπεράσπιση της.
Ο Γκράμσι έβγαλε βέβαια τα συμπεράσματά του από τα δεδομένα της εποχής του, που δεν ήταν και τα πιο δημοκρατικά. Από τότε έχει κυλήσει όμως πολύ νερό στον Τίβερη. Το καπιταλιστικό σύστημα έχει μείνει άθικτο στην Ιταλία και αλλού, όμως η κοινωνία των πολιτών έχει αλλάξει σημαντικά προς το προοδευτικότερο – σε βαθμό που να ισχύει σήμερα ως μέτρο της δημοκρατικής ωριμότητας μιας χώρας. Κι αυτό επειδή προσφέρει έναν εναλλακτικό προς τον κρατικό τρόπο δημοκρατικής οργάνωσης «από τα κάτω», που διευρύνει την αυτονομία των πολιτών – ατομικά και συλλογικά. Η διαφορά με την κοινωνία των πολιτών στο πρώτο ήμισυ του εικοστού αιώνα, που περιέγραφε ο Γκράμσι, είναι, ότι σήμερα πολλοί νέοι θεσμοί της, όπως τα χειραφετικά κινήματα, δεν αποτελούν πλέον οχυρά του αστικού κράτους έναντι των ανυπάκουων πολιτών, αλλά το αντίθετο: οχυρά των ανυπάκουων πολιτών έναντι του κράτους.
Παρά τη μερική αντιστροφή του ρόλου της όμως, η νέα κοινωνία των πολιτών δεν επιδιώκει την ανατροπή, αλλά την βελτίωση του συστήματος. Αυτό φαίνεται και από την πρακτική της, που βασίζεται στην αναγνώριση των θεμελιωδών αρχών της σύγχρονης αστικής κοινωνίας: δημοκρατία, κράτος δικαίου, νομιμότητα, κρατικό μονοπώλιο βίας – ενίοτε μάλιστα, σε ότι αφορά το τελευταίο, σε βαθμό αυτοευνουχισμού.
Αυτή την πρακτική εφάρμοσε και πριν από μία εβδομάδα, το περασμένο Σάββατο, στη Βιέννη. Η διαδήλωση θύμιζε πάρτι, που παρακολουθούσαν ζηλόφθονα οι χιλιάδες αστυνομικοί, που είχαν παραταχθεί κατά μήκος της. Από βία εκ μέρους των διαδηλωτών ούτε ίχνος, αν παραβλέψει κανείς εκείνη των συνθημάτων κατά της κυβέρνησης.
Στην περίπτωση της Αυστρίας φαίνεται πόσο εύπλαστη, αλλά και πόσο εύθραυστη είναι πλέον η κοινωνία των πολιτών. Με την επιτυχή επέμβασή της, ως αυτόνομη οντότητα, υπέρ του βαν Ντερ Μπέλεν, έσπασε το ταμπού της μη ανάμιξης σε εκλογές για κρατικά αξιώματα και έγινε έτσι, δίπλα στα κόμματα, ρυθμιστικός παράγοντας της πολιτικής ζωής. Ένα χρόνο αργότερα ωστόσο, στις βουλευτικές εκλογές, ανέκρουσε πρύμνη. Εκατοντάδες χιλιάδες μέλη της στραβοπάτησαν ξαφνικά «κομματικά» και, ξεχνώντας τις δημοκρατικές επιταγές, έδωσαν την ψήφο τους στον αντιδραστικό κ.Κουρτς.
Η διαδήλωση ήταν ένα είδος διόρθωσης του στραβοπατήματος. Η κοινωνία των πολιτών ξαναβρήκε έτσι τον ορθό βηματισμό της. Η κατά καιρούς αστάθειά της, που οφείλεται στην ανομοιογένεια των πολυώνυμων ομάδων της, δεν την έχει καταστήσει ανάπηρη. Κι αυτό υπόσχεται για το μέλλον περισσότερα βήματα προς τα μπρος, παρά προς τα πίσω.