Η παγωμάρα για το ξέσπασμα του Covid-19, το μίσος και η βία, τα fake news, τα μέτρα ασφαλείας και η σύγκριση με τη Δύση.
Ηταν εκεί γύρω στα Χριστούγεννα όταν πρωτοείδα στο Τwitter κάποια σχόλια για έναν καινούργιο ιό τύπου SARS που εμφανίστηκε στην επαρχία Χουμπέι. Στο γραφείο ήμασταν εγώ και πέντε Κινέζοι. Οταν το ανέφερα επικράτησε αμήχανη σιωπή. Νομίζοντας ότι δεν ακούστηκα, το επανέλαβα και η σιωπή από αμήχανη έγινε παγωμένη. Γνωρίζοντας για τη λογοκρισία που επικρατεί και μην μπορώντας να φανταστώ ότι θα ακουμπούσε κάτι τόσο ευαίσθητο, η αντίδραση αυτή με κέντρισε και άρχισα να παρακολουθώ συστηματικά τα σχετικά tags.
Ο κύκλος των γνωστών μου στο πιο διαδεδομένο κινεζικό κοινωνικό δίκτυο, το Wechat, συνέχιζε να ασχολείται με τις προσφιλείς συνήθειες των Κινέζων: τι έφαγαν, σε τι fancy μέρη πήγαν και με εμψυχωτικές, αισιόδοξες σκέψεις τάχα μου για να ντοπάρουν ο ένας τον άλλο, αλλά βασικά για να επιδείξουν πόσο θετικοί χαρακτήρες είναι, πόσο καλά τα έχουν καταφέρει και έχουν πλασαριστεί στη ζωή.
Ηταν η περίοδος πριν από την Κινεζική Πρωτοχρονιά (στις 8 Φεβρουαρίου φέτος), ορόσημο στη ζωή και την κουλτούρα των Κινέζων, μια γιορτή που συμβολίζει όλα τα ακριβά και προσφιλή πράγματα που έχει στην ψυχή του ένας Κινέζος, τις παραδόσεις του ερχόμενες μέσα από αιώνες, την οικογένεια, τους προγόνους του, ευκαιρία για κάτι σπάνιο σε μια σκληρά εργαζόμενη τεράστια μάζα ανθρώπων, χαμένη μέσα στην έντονη αστικοποίηση: γιορτή, ατέλειωτα δείπνα με φίλους και την οικογένεια που επανενώνεται, ατέλειωτα μεθύσια και καλαμπούρι. Και συνάμα επιστροφή στις βασικότερες αξίες τους και αναβάπτιση μέσα τους. Ευτυχία. Γι’ αυτούς είναι ό,τι θα ήταν για εμάς μια γιορτή –αν υπήρχε– που θα ενσωμάτωνε τα Χριστούγεννα, το Πάσχα και τον Δεκαπενταύγουστο. Μαζί.
Και όχι μόνο αυτό. Ενα αρκετά υπολογίσιμο μέρος της οικονομίας τους στηρίζεται σε αυτές τις μέρες. Στην κατανάλωση, στις μετακινήσεις, στο αίσθημα γιορτής και αναγέννησης που προκαλούν.
Δεν αποφασίζει κανείς εύκολα να χαλάσει τέτοια γιορτή. Ακόμη κι αν οι αρχές είχαν κάποια επίγνωση της σοβαρότητας της κατάστασης, θα δίσταζαν πολύ να ανακοινώσουν αυστηρά μέτρα, οι πολίτες δεν θα τους έπαιρναν στα σοβαρά, η μεγαλύτερη ετήσια μετακίνηση πληθυσμού παγκοσμίως μέσα σε λίγες ημέρες ελάχιστα θα επηρεαζόταν. Ηταν σαν να κλήθηκαν να παίξουν σε ένα στημένο εναντίον τους παιχνίδι. Χαμένο εξαρχής, αν και με απροσδιόριστο σκορ.
Η τραγική τριπλή συγκυρία
Μια σκληρή φάρσα για το κινεζικό όνειρο ήταν αυτή η τραγική τριπλή συγκυρία. Τριπλή γιατί μόλις πριν από τρεισήμισι μήνες είχαν γιορτάσει τα 70άχρονα του νέου κράτους τους επιδεικνύοντας τη δύναμή τους σε όλο τον κόσμο, γεμίζοντας περηφάνια τους πολίτες για όλα όσα είχαν καταφέρει και ελπίδα για όσα τους περίμεναν.
Παραμονές Πρωτοχρονιάς όμως τα κακά νέα είχαν διαδοθεί, όλοι ήξεραν πια ότι κάτι πολύ άσχημο συμβαίνει. Η ανάμνηση του SARS (η επιδημία ξέσπασε το 2002-03 με 774 θύματα) στοίχειωσε την πιο λάθος στιγμή. Ηδη όμως σχεδόν όλοι όσοι ήταν να ταξιδέψουν στην ιδιαίτερη πατρίδα τους ή να φύγουν για το πολυαναμενόμενο ταξίδι στο εξωτερικό το είχαν κάνει. Ακολούθησαν συστάσεις να αποφεύγονται τα πολυσύχναστα μέρη, να βγαίνουν μόνο αν είναι ανάγκη και μόνο με μάσκα. Η Πρωτοχρονιά τους από ημέρα γιορτής και ανάτασης έγινε η πιο σιωπηλή και θλιμμένη ημέρα που θα θυμούνται.
Μετά ήρθαν τα περίεργα νέα και οι αλλοπρόσαλλες εικόνες από χωριά που έκλειναν την είσοδό τους με πέτρες, χώμα, κορμούς δέντρων, πόλεις με οδοφράγματα, ανθρώπους που συνωθούνταν σε ατέλειωτες ουρές στα νοσοκομεία του Γουχάν ζητώντας απελπισμένα να νοσηλευτούν ή απλώς να εξεταστούν. Κι αυτό πρέπει να ήταν άλλο ένα λάθος στην αλυσίδα σφαλμάτων σε αυτή την τραγική ιστορία. Πόσοι μολύνθηκαν σε κείνους τους αδιέξοδους συνωστισμούς εκατοντάδων, αν όχι και χιλιάδων;
Ο αδιανόητος εφιάλτης του Γουχάν
Οι εικόνες που έρχονταν από το άμοιρο Γουχάν εξελίσσονταν σε εφιαλτικές και αδιανόητες για τον κοινό νου, γι’ αυτήν τη ρωμαλέα χώρα που έμοιαζε άτρωτη και ασταμάτητη στην πορεία της προς μια όλο και μεγαλύτερη ευημερία των πολιτών της. Ανθρωποι που σωριάζονταν στον δρόμο, σε μαγαζιά, σε ξενοδοχεία. Ανθρωποι που σφράγιζαν οικογένειες συμπολιτών τους μέσα στα διαμερίσματά τους για να τη βγάλουν όπως όπως με τον άγνωστο αριθμό προμηθειών που είχαν και πιθανότατα να σβήσουν ο ένας μετά τον άλλο αβοήθητοι, βλέποντας ο ένας μετά τον άλλο τα αγαπημένα τους πρόσωπα να φεύγουν.
Οι κάτοικοι του Γουχάν να περιπλανιούνται στη χώρα μη βρίσκοντας καταφύγιο πουθενά· ξενοδοχεία, εστιατόρια, ολόκληρες πόλεις να μην τους αφήνουν να περάσουν, να ξεκουραστούν, να φάνε. Την έβγαζαν στα αυτοκίνητα, στα πάρκινγκ των μεγάλων δρόμων έξω από τις πόλεις τρώγοντας ξηρά τροφή από πακέτα. Οχι μόνο αποδιωγμένοι, αλλά και στιγματισμένοι, μιάσματα συνώνυμα της συμφοράς, καταζητούμενοι, αποδέκτες απίστευτου μίσους, ακόμη και βίας από τους συμπολίτες τους, σε μια χώρα που το σύστημά της – τυπικά τουλάχιστον αλλά όχι μόνο– βασίζεται στην αλληλεγγύη και τη συνεργασία. Ποιος τους μέτρησε όλους αυτούς; Τι απέγιναν; Δεν πιστεύω ότι θα μάθουμε ποτέ.
Οι πόλεις έμπαιναν σε καραντίνα η μία μετά την άλλη. Ο κρατικός μηχανισμός είχε κινηθεί επιτέλους, η ένταση και η έκταση των μέτρων που ανακοινώνονταν συνεχώς προκαλούσαν έκπληξη και τρόμο. Να ήταν η επιθετικότητα της μετάδοσης; Η υψηλή θνησιμότητα; Κάτι άγνωστο και τρομερό στο οποίο φοβούνταν ότι θα εξελιχθεί ο ιός;
Τα δεδομένα που διέρρεαν δεν δικαιολογούσαν το ότι η μεγαλύτερη πληθυσμιακά και πιο γρήγορα αναπτυσσόμενη χώρα του πλανήτη κατέβαζε τον γενικό διακόπτη. Οτι οι πλημμυρισμένοι δρόμοι και τα εμπορικά κέντρα θα άδειαζαν, ο κόσμος θα υπάκουε και θα φυλακιζόταν οικειοθελώς. Εδώ υπάρχει άλλη μία παράμετρος η οποία, αν και στην αρχή λειτούργησε σε βάρος της μεγάλης χώρας, τιμωρώντας την –όπως αρκετοί χαιρέκακα σκέφτηκαν– για τη λογοκρισία που εφαρμόζει, σε αυτό το στάδιο της εγρήγορσης και της εθνικής συσπείρωσης ήταν το μεγάλο της όπλο.
Ο έλεγχος της πληροφορίας, η φροντισμένη εναλλασσόμενη διοχέτευση αυστηρών προειδοποιήσεων και καθησυχαστικών ή εμψυχωτικών ειδήσεων από το μέτωπο της μάχης, οι εκκλήσεις για πίστη στο κόμμα είναι αυτά που κυρίως στηρίζουν την αντίσταση σε αυτή την εφιαλτική πολιορκία από τον αόρατο εχθρό. Αν ψευδοπροφήτες, καλοθελητές, θιασώτες συνωμοσιών, οι έτοιμοι από καιρό γεμάτοι μίσος για τους Κινέζους αλώνιζαν τα σόσιαλ μίντια, η χώρα θα είχε σοβαρότερο πρόβλημα. Οπωσδήποτε απέναντι στην αρρώστια θα είχε σοβαρότερο πρόβλημα. Ο πανικός θα σάρωνε τα πάντα.
Ηρωες και μελανά σημεία
Θέτει πολλά ερωτήματα αυτή η πρωτόγνωρη κρίση. Ο κόσμος νιώθει παράξενη έλξη προς την καταστροφή, προς τις κακές ειδήσεις, τείνει να τις πιστεύει ευκολότερα από τις καλές. Να γενικεύει μεμονωμένα περιστατικά. Και δυστυχώς αρέσκεται να τις διασπείρει ευκολότερα από τις καλές. Αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Αδιαφορώντας για την ολέθρια και καθόλου σωτήρια επίδραση στο μυαλό των φοβισμένων. Που περισσότερο μουδιάζουν ή τρέχουν να σωθούν παρά αντιστέκονται. Στην υποδειγματική ταινία «Contagion» υπάρχει αυτός ο απερίγραπτα ανεύθυνος χαρακτήρας του κορακιού των σόσιαλ μόντια, ο οποίος μάλλον είναι μοιραίο να υπάρχει σε κάθε κρίση. Εναπόκειται στους ίδιους τους ανθρώπους κάθε φορά να αποδεικνύουν πόσο αξίζουν την ελευθερία τους.
Η Κίνα θα επιβιώσει απ’ αυτή την ιστορία. Βρίσκει τους καινούργιους ήρωές της μέσα σε καθημερινά παραδείγματα αυτοθυσίας αλλά και σε πολλές μελανές ιστορίες με αθώα θύματα που οι τοπικές κοινωνίες και η συλλογική μνήμη θα δυσκολευτούν να ξεπεράσουν. Ξέρουν ότι σε πολλά πεδία μέτρησαν τις δυνάμεις τους και ξέρουν ότι δεν νίκησαν σε όλα. Δύσκολο να πεις αν και πόσο θα αλλάξει η χώρα με αυτή την τραγωδία. Ακόμη δεν έχει νικηθεί ο ιός, ακόμη δεν έχουν υπολογιστεί οι οικονομικές συνέπειες ούτε οι παράλληλες χιονοστιβάδες που θα προκαλέσουν.
Υπάρχουν πολλά μηνύματα για παρόμοιες μελλοντικές συμφορές. Ο κόσμος όμως δεν είναι σίγουρο ότι έχει λάβει τα σωστά μηνύματα. Και πολύ φοβάμαι πως μια παρόμοια κρίση σε δυτική χώρα θα το δείξει.