Η κανονικοποίηση της κατασκοπείας

Το κατασκοπευτικό σύστημα Pegasus έγινε πρωτοσέλιδο και πάλι την εβδομάδα που πέρασε, καθώς αποκαλύφθηκε ότι παρακολουθούνταν τα τηλέφωνα που είχαν στην κατοχή τους Καταλανοί πολιτικοί, δημοσιογράφοι και ακτιβιστές που τάσσονταν υπέρ της ανεξαρτησίας της Καταλονίας.

Η έρευνα από το εργαστήριο Citizen Lab του Πανεπιστημίου του Τορόντο έδειξε ότι οι Καταλανοί παρακολουθούνταν για διάστημα πέντε ετών, σε μια από τις πιο μεγάλες επιθέσεις κακόβουλου λογισμικού των τελευταίων ετών.

Παράλληλα, έχει δημιουργηθεί εκ νέου ένταση μεταξύ της κεντρικής κυβέρνησης της Ισπανίας και της περιφερειακής της Καταλονίας, αφού η τελευταία πιστεύει ότι η Μαδρίτη «κρυφακούει» τη Βαρκελώνη, ειδικά μετά το δημοψήφισμα της 1ης Οκτωβρίου 2017 για την ανεξαρτησία της Καταλονίας.

Η NSO, κατασκευάστρια εταιρεία του προγράμματος Pegasus, αρνείται οποιαδήποτε ανάμειξη, καθώς ισχυρίζεται ότι διαθέτει το πρόγραμμά της στις κυβερνήσεις μόνο για την παρακολούθηση εγκληματιών και τρομοκρατών, κάτι που στο πλαίσιο της φιλονικίας στην Ισπανία μάλλον κάνει τα πράγματα χειρότερα. Το επεισόδιο αυτό είναι η βιτρίνα μιας δομικής αλλαγής που συμβαίνει στο οικονομικό σύστημα τα τελευταία χρόνια.

Ο έλεγχος της πληροφορίας δεν είναι καινούργιο φαινόμενο, όμως όσο ποτέ άλλοτε εξαρτάται από αυτήν ένα νέο είδος καπιταλισμού, του κατασκοπευτικού, που έχει βασικό όρο αναπαραγωγής του την εξασφάλιση σίγουρου κέρδους.

Σε έναν κόσμο που οι εταιρείες μπορούν ακόμη και να προβλέψουν την καταναλωτική συμπεριφορά του καθενός από τα συμπεριφορικά δεδομένα που δίνει υπάρχοντας και μόνο στο διαδίκτυο, δεν είναι μακριά η εποχή που η κατασκοπεία θα θεωρείται θεμιτό μέσο προσπορισμού κέρδους.