Η… ΙΧ Γιάλτα του Τραμπ – Πώς επιδιώκει να αλλάξει τον παγκόσμιο χάρτη

Η… ΙΧ Γιάλτα του Τραμπ – Πώς επιδιώκει να αλλάξει τον παγκόσμιο χάρτη

Τις τεκτονικές αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στη διεθνή τάξη μετά την ανάληψη καθηκόντων του Ντόναλντ Τραμπ στο τιμόνι των ΗΠΑ αναδεικνύουν με τον πιο εύληπτο τρόπο οι εξελίξεις στο θέμα της Ουκρανίας. Η ταπεινωτική τόσο για την ΕΕ όσο και για την ίδια την Ουκρανία στάση του Αμερικανού προέδρου, που εκφράζεται με απευθείας προσωπικές επιθέσεις αλλά και με άκομψες διπλωματικές –και όχι μόνο– κινήσεις, συνοδεύεται από την ξεκάθαρη πορεία σύγκλισης με τη Ρωσία και από την περαιτέρω «ψύχρανση» των σινοαμερικανικών σχέσεων.

Η διάλυση της μεταπολεμικής ισορροπίας από την κυβέρνηση Τραμπ έρχεται με την επιβολή του νόμου του ισχυρού έναντι του διεθνούς δικαίου, απαξιώνοντας και υποτιμώντας διεθνείς οργανισμούς και κανόνες, με τους ανταγωνισμούς των «μεγάλων δυνάμεων» της εποχής να παίζουν κεντρικό ρόλο στην εξεύρεση λύσεων ερήμην των παραδοσιακών συμμάχων τους, όπως επί παραδείγματι φαίνεται ότι θα συμβεί στην Ουκρανία, αλλά και με τη διατύπωση απαιτήσεων (εδαφικών ή άλλων) με στόχο πιο «αδύναμες» γεωπολιτικά περιοχές ή κράτη.

Την εικόνα του απόλυτου… bullying από την πλευρά των ΗΠΑ προς τις ευρωπαϊκές χώρες διαμορφώνουν οι εκβιαστικές απαιτήσεις του ίδιου του Τραμπ, όπως επί παραδείγματι αυτές για προσάρτηση της Γροιλανδίας και για αύξηση στο 5% του ΑΕΠ –από 2% που ήταν μέχρι πρότινος– της εισφοράς για το ΝΑΤΟ που καταβάλλουν τα κράτη-μέλη της Συμμαχίας. Την ίδια τακτική χρησιμοποιεί ο Τραμπ και απέναντι στον πρόεδρο της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι, στον οποίο έχει κάνει μια «πρόταση που δεν μπορεί να αρνηθεί», μετατρέποντας την πολιτική σε μπίζνες. Ο Τραμπ έχει θέσει όρους στην Ουκρανία για την παροχή στήριξης και πιθανότατα εννοεί, όπως καταδεικνύεται από τις εξελίξεις, ότι οι ΗΠΑ θα δώσουν εγγυήσεις ασφαλείας στην εμπόλεμη χώρα αν βάλουν χέρι στα αποθέματα σπάνιων γαιών και άλλων ορυκτών της ουκρανικής γης.

Μετωπική κατά Ζελένσκι

Προς το παρόν ο Ουκρανός πρόεδρος έχει απορρίψει τις προτάσεις αυτές και πιθανότατα έτσι εξηγείται και η απολύτως επιθετική ρητορική Τραμπ απέναντί του (μέσα στην εβδομάδα αντάλλαξαν βαριές κουβέντες, με τον Αμερικανό πρόεδρο να χαρακτηρίζει «δικτάτορα» τον Ζελένσκι), αφού στο μυαλό του Αμερικανού προέδρου η δυνατότητα εκμετάλλευσης σπάνιων γαιών αξίας 500 δισ. δολαρίων από τις ΗΠΑ –μοιράζοντας στην ουσία τον ουκρανικό πλούτο με τη Ρωσία που έχει καταλάβει όλο το πλούσιο σε ορυκτά Ντονμπάς– θα δώσει τη δυνατότητα πλήρους απεξάρτησης από την Κίνα, η οποία έχει και τα μεγαλύτερα αποθέματα ορυκτών που είναι κρίσιμα για τις τεχνολογίες αιχμής.

Η λογική της διακυβέρνησης Τραμπ, όπως καταδεικνύεται από τη μέχρι τώρα πορεία της, είναι ότι ο πρόεδρος έχει μια –υπέροχη, οριακά επιχειρηματική– ιδέα και αφού τη διατυπώσει αναλαμβάνουν άλλοι να την επαναλάβουν και να την κάνουν ακόμα πιο συγκεκριμένη με την κατάλληλη δόση… απειλής. Αυτό ακριβώς συνέβη και με την απαίτηση να δώσουν τα μέλη του ΝΑΤΟ το 5% του ΑΕΠ τους για τη Συμμαχία. Τη σκυτάλη στην πίεση για να «χωνευτεί» η ιδέα του προέδρου ανέλαβαν ο υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ (με τα ναζιστικά τατουάζ) Πιτ Χέσγκεθ αλλά και ο υποχρεωτικά ως εκ της θέσεώς του αρμόδιος γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ και πρώην πρωθυπουργός της Ολλανδίας Μαρκ Ρούτε.

Πλέον, γίνεται ξεκάθαρη η οριακά απόλυτη αδυναμία της γηραιάς ηπείρου, την οποία η επιθετική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ στη διεθνή σκακιέρα προσπαθεί να απομονώσει και να πιέσει για να πάρει όσα περισσότερα μπορεί από αυτήν. Τόσο η ομιλία του αντιπροέδρου των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς στο Μόναχο όσο και η οργανωμένη κίνηση ενίσχυσης των ακροδεξιών δυνάμεων και της προώθησης της ακροδεξιάς ατζέντας σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, όπως αυτή καταγράφεται από τις παρεμβάσεις του κροίσου παρά τω προέδρω Ιλον Μασκ αλλά και από τις δηλώσεις του «στρατηγού» της ακροδεξιάς διεθνούς Στιβ Μπάνον, καταδεικνύουν ότι η βασική επιδίωξη της κυβέρνησης Τραμπ δεν είναι απλά να παρακάμψει πλήρως τους ευρωπαϊκούς θεσμούς στις επαφές της με την ευρωπαϊκή πλευρά, αλλά αυτές να γίνονται απευθείας με κυβερνήσεις που είναι ιδεολογικά και πολιτικά εγγύτερα στη δική του – το είχε επιχειρήσει και στην πρώτη θητεία του. Η πολιτική αυτή της πλήρους παράκαμψης των Βρυξελλών όσον αφορά τις επαφές γίνεται ξεκάθαρη από την ειδική σχέση που έχει πλέον αναπτύξει η κυβέρνηση Τραμπ με την ακροδεξιά Ιταλίδα πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι αλλά και από το διαρκές και δημόσιο «σνομπάρισμα» από τον ίδιο τον Αμερικανό πρόεδρο προς την Κομισιόν ή όσον αφορά τη συμμετοχή των Ευρωπαίων ηγετών στις διαπραγματεύσεις για μια συμφωνία ειρήνευσης για την Ουκρανία.

Η διαβρωτική όσον αφορά τις σχέσεις ΗΠΑ – Ευρώπης, τουλάχιστον από τότε που υπάρχει Ευρωπαϊκή Ενωση, πολιτική Τραμπ εκ των πραγμάτων απειλεί να διαλύσει αυτό που μέχρι πρότινος θεωρείτο «δυτικό μπλοκ» για να το μετατρέψει σε κάτι που να θυμίζει φέουδο. Αυτό γίνεται ξεκάθαρο και από τη σύγχυση που επικρατεί στους κόλπους της ΕΕ όσον αφορά τη στάση που η Ευρώπη θα πρέπει να κρατήσει απέναντι στη σύγκλιση ΗΠΑ – Ρωσίας για την εξεύρεση λύσης στο ουκρανικό.

Χαμένοι στη μετάφραση

Η κίνηση της αμερικανικής κυβέρνησης να προχωρήσει σε απευθείας διμερείς συνομιλίες στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας και να ετοιμάσει μια πρόσωπο με πρόσωπο συνάντηση Τραμπ – Πούτιν τόσο για τις ρωσοαμερικανικές σχέσεις όσο και για μια συμφωνία για τη διευθέτηση του πολέμου της Ουκρανίας (με βάση όσα έχουν διαρρεύσει) δεν θα είναι σε καμία περίπτωση κοντά σε όσα θα ήθελαν τόσο οι Βρυξέλλες όσο και το Κίεβο. Το αποτέλεσμα είναι ότι στις συναντήσεις που έγιναν στη σκιά των εξελίξεων, όπως αυτή στο Παρίσι, οι ευρωπαϊκές χώρες δεν κατάφεραν να καταλήξουν σε μια ενιαία στάση όσον αφορά τον τρόπο δράσης απέναντι στην πολιτική Τραμπ και την εξασφάλιση συγκεκριμένων πολιτικών για να έχουν λόγο στη διαπραγμάτευση της συμφωνίας ή στην εφαρμογή της – σε αυτό, κατά τα φαινόμενα, αποσκοπούσε και η πρόταση που κυκλοφόρησε για την ανάπτυξη ευρωπαϊκών στρατιωτικών δυνάμεων στην Ουκρανία.

Το μόνο στο οποίο φαίνεται πως κατάφεραν να συμφωνήσουν άλλη μία φορά είναι η ανάγκη αύξησης των δαπανών για την άμυνα, κάτι που σημαίνει ότι για τις δαπάνες αυτές ενδέχεται να ενεργοποιηθεί από την Κομισιόν η ρήτρα διαφυγής. Πρακτικά οι εξοπλισμοί δεν θα συνυπολογίζονται μεν στους προϋπολογισμούς των κρατών-μελών, ωστόσο τα χρήματα των Ευρωπαίων φορολογουμένων θα διοχετευθούν εκεί και όχι σε κοινωνικές πολιτικές που βελτιώνουν το επίπεδο ζωής τους. Η εξέλιξη έχει δώσει περαιτέρω ώθηση στο φιλοπόλεμο ευρωπαϊκό στρατόπεδο, το οποίο προετοιμάζεται και σε επίπεδο Κομισιόν να ενισχύσει τις στρατιωτικές δυνατότητές του ήδη από την έναρξη της δεύτερης θητείας της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Ο δραματικός τόνος που χρησιμοποιούν οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι για να δικαιολογήσουν την εστίασή τους στον εξοπλισμό της Ευρώπης μοιάζει με προετοιμασία πολέμου, καθώς ο Τραμπ απειλεί να άρει την ομπρέλα ασφάλειας με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία ήδη από το 2022. Η πρόθεσή τους αυτή αποτυπώνεται ξεκάθαρα στην αγορά, που καταγράφει άνοδο στην αξία των μετοχών της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας την τελευταία τριετία: +800% για τη γερμανική Rheinmetall, +100% για τη βρετανική BAE Systems, +90% για τη γαλλική Thales, +250% για τη σουηδική Saab και +200% για την ιταλική Leonardo.

Με βάση όλα τα παραπάνω, δεν προκαλεί καμία εντύπωση η προσπάθεια της Κίνας να εκμεταλλευτεί διπλωματικά το ρήγμα της Δύσης και να προσεγγίσει την ΕΕ ως παράγοντας σταθερότητας. Η κίνηση του Πεκίνου να τείνει με δηλώσεις και παρεμβάσεις χείρα φιλίας στην Ευρώπη, με την οποία ανταλλάσσει σχεδόν καθημερινά αλληλοκατηγορίες για ντάμπινγκ, έρχεται την ώρα που η αμερικανική πολιτική διαρρηγνύει τους διατλαντικούς δεσμούς, ενώ παράλληλα φέρνει τη Ρωσία πιο κοντά στις ΗΠΑ με τελικό στόχο την απομάκρυνσή της από την Κίνα και τη διάρρηξη του μπλοκ που εδώ και μερικά χρόνια ολοένα ενισχύεται, με το Πεκίνο να έχει όμως τον πρώτο λόγο.

Pax Αmericana μόνο με deal

Την ώρα που όλα τα μέσα ενημέρωσης ασχολούνται κατά κύριο λόγο με τις εξελίξεις στο θέμα της Ουκρανίας και το ρήγμα στις σχέσεις Ουάσινγκτον – Βρυξελλών, στα ψιλά πέρασαν κάποιες σημαντικές αλλαγές και εξελίξεις στην Ασία που αφορούν την Ταϊβάν. Συγκεκριμένα, η Κίνα ανέβασε τους τόνους μετά την κίνηση του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών να αφαιρέσει μια φράση υψηλού συμβολισμού από την καθιερωμένη ενημέρωση για την Ταϊβάν. Στις προηγούμενες ενημερώσεις οι Αμερικανοί σημείωναν: «Δεν υποστηρίζουμε την ανεξαρτησία της Ταϊβάν». Η φράση εξαφανίστηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2025. Επιπλέον την ίδια μέρα η κυβέρνηση Τραμπ ξεκαθάρισε ότι υποστηρίζει την ειρηνική και χωρίς δόλο επίλυση του σινοταϊβανικού ζητήματος και ότι αντιτίθεται σε μονομερείς αλλαγές στο status quo από οποιαδήποτε πλευρά. Η ανησυχία του Πεκίνου έγκειται στο ότι η νέα διατύπωση για την Ταϊβάν μπορεί να σημαίνει ότι είναι λιγότερο πιθανό οι ΗΠΑ να μείνουν άπραγες αν η Κίνα εισβάλει στο νησί.

Από την άλλη βέβαια, όπως σε όλες τις πρόσφατες παρεμβάσεις Τραμπ για μια σειρά από ζητήματα γεωπολιτικού και γεωστρατηγικού ενδιαφέροντος, το θέμα της Ταϊβάν συνδέεται άλλη μια φορά με ένα… deal, μια συμφωνία δηλαδή, κι αυτό γιατί ο Τραμπ κατηγορεί την Ταϊβάν ότι έχει «κλέψει» τη βιομηχανία ημιαγωγών από τις ΗΠΑ.

Οι κινήσεις αυτές του Τραμπ, σε συνδυασμό με την απειλή για επιβολή δασμών στην Ταϊβάν για το θέμα των ημιαγωγών και των τσιπ, είναι προφανές ότι αποσκοπούν στο να πιέσουν την Ταϊβάν να δεχθεί τους όρους των ΗΠΑ για το θέμα των ημιαγωγών, ενώ ταυτόχρονα δημιουργεί μια αβεβαιότητα που τελικά θα μπορούσε να σπρώξει το μικρό νησί, το οποίο η Κίνα θεωρεί αποσχισθείσα επαρχία, πιο κοντά στο Πεκίνο. Στην Ταϊβάν ήδη εκφράζεται έντονη ανησυχία κυρίως από την αντιπολίτευση για το ενδεχόμενο η χώρα να καταλήξει να είναι ένα χαμένο «κομμάτι» στο παιχνίδι με την Κίνα αν συνεχίσει υπό αυτές τις συνθήκες να προσκολλάται στις ΗΠΑ.

Το παιχνίδι των ΗΠΑ στην Ταϊβάν έρχεται στο φόντο των απαιτήσεων της κυβέρνησης Τραμπ στην Ουκρανία, τη Γροιλανδία, στον Καναδά και στη Διώρυγα του Παναμά και επιβεβαιώνει ότι η αμερικανική ηγεσία όχι απλώς ανοίγει την πόρτα σε μια εποχή αλλαγής συνόρων αλλά συμμετέχει ενεργά σε αυτή –σε μια νέα Γιάλτα– παίρνοντας θέση ανάλογα με τα οικονομικά (κυρίως) συμφέροντά της. Μάλιστα, το ότι τελικά η Ρωσία, όπως αναμένεται, θα έχει καταφέρει να πάρει από τις ΗΠΑ αυτό που ήθελε στην Ουκρανία μόνο ανασφάλεια δημιουργεί σε «μικρότερους» εταίρους της Αμερικής του Τραμπ, αφού η κυβέρνησή του αντιλαμβάνεται μόνο την έννοια της ισχύος.

Διαβάστε επίσης

Συνένοχοι στο «μπάζωμα» οι ιατροδικαστές – Την Κυριακή στο Documento

Πιο ψηλά και από το 2009 το εμπορικό έλλειμμα του 2024 – Αδύναμος κρίκος οι εξαγωγές

Έγκλημα Τέμπη: Ηχητικό από κλήση τραυματία στη γραμμή έκτακτης ανάγκης, αμέσως μετά της σύγκρουση

Γάζα: Σήμερα 6 ισραηλινοί όμηροι θα ανταλλαχθούν με 602 παλαιστίνιους κρατούμενους

Υπόθεση Φουρθιώτη: Αθώος ομόφωνα ο Κώστας Βαξεβάνης, «ύμνος» για την ερευνητική δημοσιογραφία η πρόταση της εισαγγελέως

Ετικέτες

Documento Newsletter