Φιγούρα ποιητική, ονειρική σχεδόν, στο έργο του σπουδαίου συνθέτη
«Τα τελευταία χρόνια πολλές φορές σαν είμαι μόνος σκέπτομαι την έννοια κορίτσι να μπλέκεται παράξενα στον μύθο μου και στη ζωή μου. Ισως γιατί η ηλικία μ’ εμποδίζει να δοκιμάσω την απειρία μου σε απομακρυσμένες ή καινούργιες εμπειρίες. Και έτσι θα μείνω μ’ ό,τι θυμάμαι από τον έρωτα συγκεχυμένα και μισά». Αυτά έγραφε το 1985 ο 60χρονος Μάνος Χατζιδάκις στο ένθετο σημείωμά του «Για την Ελένη», έναν νέο τότε κύκλο τραγουδιών του για τη φωνή της Μαρίας Δημητριάδη σε στίχους του Μιχάλη Μπουρμπούλη. Θα μπορούσε να θεωρηθεί ως το outing ενός ανοιχτά ομοφυλόφιλου καλλιτέχνη, που η σχέση του με το γυναικείο φύλο περιορίστηκε στην τέχνη του και μόνο σ’ αυτήν, παραδομένος καθώς ήταν στην ερωτική προτίμησή του, για την οποία χτυπήθηκε βάναυσα από τον φασιστικό αυριανισμό των 80s. Μαρτυρίες ανθρώπων που ανήκαν στο περιβάλλον του Χατζιδάκι είναι συγκλονιστικές για το bullying που υπέστη στα νεανικά του χρόνια: ο Νίκος Κούνδουρος θυμόταν τον θηλυπρεπή Μάνο που τον κορόιδευαν στον δρόμο κι εκείνος γινόταν έξαλλος. Ο Ηλίας Λιούγκος, ο τραγουδιστής του, για το πώς ο έφηβος Μάνος έβαζε πέτρες μες στα παπούτσια του για να αποκτήσει «βαρύ βήμα», υποφέροντας ταυτόχρονα. Και ο Στέλιος Βαμβακάρης για το πώς κάποτε ο πατέρας του ο Μάρκος έβαλε τον νεαρό Μάνο να καθίσει δίπλα του για να τον γλιτώσει από τις κοροϊδίες των μάτσο ρεμπετών και λαϊκών τύπων της εποχής. Ο ίδιος ο Χατζιδάκις απ’ την άλλη υιοθέτησε εκείνο τον υπέροχο στίχο του μέντορά του Νίκου Γκάτσου, που τον έκανε και τραγούδι: «Κάνε τον πόνο σου χαρά». Αυτό έκανε, λοιπόν, χαρίζοντάς μας τραγούδια-κομψοτεχνήματα ή και ολόκληρα έργα στα οποία τον απασχόλησε η γυναίκα ως φιγούρα ποιητική, ονειρική σχεδόν, αναφορικά, όπως θα σημείωνε αυτοπροσώπως, με «τα οράματά μου ή την επίμονη ιδέα ενός κοριτσιού εξαφανισμένου».
Μάνα, αγία, πόρνη, λαϊκό κορίτσι
Η γυναίκα παρουσιάζεται στην εργογραφία του Χατζιδάκι άλλοτε με τη μορφή της μάνας («Η εποχή της Μελισσάνθης») ή ακόμη και με την πιο σεπτή μορφή της αγιοσύνης («Μια Παναγιά») και άλλοτε μ’ αυτήν της πόρνης («Μαριάνθη των ανέμων») ή ενός λαϊκού κοριτσιού που κανείς δεν έχει γνωρίσει στην πραγματικότητα («Για την Ελένη»), έτσι όπως δεν είχε δει και ο ίδιος ποτέ τη γυναίκα. Είναι μοναδικός ο τρόπος που ο Χατζιδάκις έντυσε με νότες τις γυναικείες προσωπικότητες που τον οδήγησαν στην έμπνευση. Στο «Αερικό» από τη «Μυθολογία» (στίχοι Νίκου Γκάτσου) ακούμε την εφηβική φωνή του Γιώργου Ρωμανού να λέει: «Θα σ’ έχω μάνα κι αδερφή», ξεκαθαρίζοντας μ’ έναν τρόπο ότι αυτή είναι και η μόνη ρεαλιστική σχέση του ενός εκ των δύο δημιουργών με το άλλο φύλο. Ενα παρεμφερές στιχούργημα που εξέλιξε ο Χατζιδάκις ως ποιητής πλέον στην Αμερική μελοποιήθηκε με τίτλο «Μητέρα κι αδερφή» κι έγινε συγκινητική μπαλάντα αρχικά για τη φωνή της Φλέρυς Νταντωνάκη και στη δισκογραφία μ’ αυτήν της Μαρίας Φαραντούρη.
Για τη Φαραντούρη, που σύμφωνα με τον Χατζιδάκι την «εγκαλούσε στην τάξη», αναφερόμενος σκωπτικά προφανώς στην ένταξή της στους κόλπους του ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του 1980, ο συνθέτης έγραψε ακόμη έναν ολόκληρο κύκλο τραγουδιών σε στίχους του Γκάτσου με τίτλο «Σκοτεινή μητέρα» (1986). Κι αν στο έργο αυτό κυριαρχεί και πάλι η μορφή της γυναίκας-Παναγιάς μέσα από τραγούδια σαν το ομότιτλο και την α καπέλα «Πλατυτέρα των ουρανών», στους «Μύθους μιας γυναίκας» (1988), πάλι σε στίχους του Γκάτσου, η παλιά του μούσα Νάνα Μούσχουρη παίρνει τη μορφή της Θεοδώρας, της Αλμα Μάλερ αλλά και της Ουμ Καλσούμ. Εδώ βλέπουμε ένα Χατζιδάκι να αντλεί έμπνευση από οριακές γυναικείες προσωπικότητες που αποτέλεσαν κανονικούς μύθους – η καθεμία με την ιδιότητά της.
«Ούτε γυναίκα ούτε ευτυχής»
Στις «Μπαλάντες της οδού Αθηνάς» (1983), ένα από τα πιο ανατρεπτικά του έργα, ο συνθέτης παρουσίασε ακόμη μια δική του γυναίκα, την ελευθεριάζουσα «Μαριάνθη των ανέμων», που «δεν μπόρεσε να γίνει ούτε γυναίκα ούτε ευτυχής» αφού «δεν δούλεψε σε οίκους ανοχής». Ενα καθ’ όλα σουρεαλιστικό πρόσωπο, όχι λιγότερο σουρεαλιστικό όμως απ’ αυτό που είχε τραγουδήσει η Ευγενία Συριώτη το 1963 στο έργο «Καίσαρ και Κλεοπάτρα»: «Η μητέρα μου ήταν γάτα κι ο παππούς μου αϊτός, έτσι μ’ έφερε και μένα σε μια νύχτα ο κεραυνός». Παρατηρούμε πόσο έρχεται και ξανάρχεται μέσα στο έργο του Χατζιδάκι, καθώς οι δεκαετίες περνούν, η γυναίκα ως μητέρα και αδερφή, μια και, ως γνωστόν, ο ίδιος πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του περιστοιχισμένος ακριβώς απ’ τη μητέρα του Αλίκη και την αδερφή του Μιράντα.
Δύο γυναίκες λέγεται πως ο Μάνος Χατζιδάκις αγάπησε στη διάρκεια της ζωής του με ερωτικό ένστικτο: τη Μελίνα Μερκούρη, που η σχέση τους διήρκεσε για πολλές δεκαετίες και πέρασε διά πυρός και σιδήρου, και την Ηδύλη Τσαλίκη, την όμορφη και άκρως ταλαντούχα τραγουδοποιό που ο ίδιος παρουσίασε και βράβευσε το 1981 στους Πρώτους Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού Κέρκυρας. «Την Ηδύλη δεν την ακουμπάει κανείς, είναι δική μου» τον θυμόταν να λέει χαριτολογώντας ο πιανίστας και βοηθός του Τάσος Καρακατσάνης την εποχή που έστηναν το εν λόγω πολιτιστικό γεγονός στην Κέρκυρα.