Η γιαγιά άνοιξε offshore στα 83 της

Η γιαγιά άνοιξε offshore στα 83 της

Ξεσκονίζουν την υπόθεση των λογαριασμών της συζύγου του Κεφαλογιάννη και συγγενών της στη λίστα Λαγκάρντ. Ο επί 25 χρόνια συνεργάτης του Μανώλη Κεφαλογιάννη πέρασε δύο φορές την πόρτα του οικονομικού εισαγγελέα για να καταγγείλει τον ίδιο τον πρώην φίλο του και πολιτικό του οποίου υπήρξε ο πιο πολύτιμος σύμβουλος.

Υπέδειξε μάλιστα στους εισαγγελείς τη ΔΟΥ Γλυφάδας ως την υπηρεσία στην οποία συντελέστηκε η συγκάλυψη της έρευνας για τη σύζυγο του Μανώλη Κεφαλογιάννη και την οικογένειά της, οι οποίοι βρίσκονταν στη λίστα Λαγκάρντ.

Ο μάρτυρας μας ενημέρωσε μάλιστα σε επαφή που είχαμε μαζί του ότι η οικογένεια της συζύγου του Κεφαλογιάννη άφηνε να αιωρείται πως τα χρήματα που υπήρχαν στον λογαριασμό της HSBC είναι δικαιολογημένα, αφού ο παππούς Σάφρα ήταν Ελβετός τραπεζίτης, πράγμα που δεν ίσχυε. Απλώς χρησιμοποιήθηκε έντεχνα η συνωνυμία του με τον τραπεζίτη της γνωστής American Bank of New York για να γίνουν πιστευτοί στις αρχές.

Στις καταγγελίες του επιμένει ότι η αναζήτηση των εγγράφων που κατατέθηκαν στη ΔΟΥ Γλυφάδας θα αποδείξει πως είναι πλαστά και χρησιμοποιήθηκαν για να κλείσει η έρευνα και στη συνέχεια ο έλεγχος του πόθεν έσχες και της offshore.

Το ιστορικό και μια 83χρονη με εξωχώρια στον Παναμά

Η σύζυγος του Μ. Κεφαλογιάννη Γκρατσιέλα Γκρόλο ήταν από τους καταθέτες της HSBC που εμφανίζονταν στη λίστα Λαγκάρντ. Οπως προκύπτει από τις καρτέλες της τράπεζας, ο λογαριασμός ανοίχτηκε στις 2 Φεβρουαρίου 1997 και έκλεισε στις 17 Αυγούστου 2005. Το κλείσιμό του δεν ήταν ορθόδοξο, αφού, όπως σημειώνεται στα αρχεία, υπήρξε «blocage par gerance», δηλαδή εντολή μπλοκαρίσματος από τη διοίκηση της τράπεζας για άγνωστους λόγους.

Στη λίστα Λαγκάρντ εμφανίζεται ακόμη η γιαγιά της συζύγου του Κεφαλογιάννη Ελένη Σάφρα-Κουμανιώτου και η μητέρα της Ρεγγίνα Αμπουάφ. Η πεθερά του Κεφαλογιάννη εμφανίζεται μάλιστα με δύο λογαριασμούς Οι λογαριασμοί των μελών της οικογένειας συνδέονται μεταξύ τους. Ετσι, η γιαγιά της συζύγου του Κεφαλογιάννη φαίνεται να συνδέεται από την τράπεζα με την εγγονή της, αλλά και με την offshore εταιρεία Barbitos Investment SA.

Η Barbitos είναι παναμέζικη εταιρεία η οποία ιδρύθηκε, σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στοιχεία, στις 30 Μαΐου 2005. Δηλαδή η γιαγιά της συζύγου του Κεφαλογιάννη, γεννημένη το 1922, αποφάσισε να κάνει offshore εταιρεία σε ηλικία 83 ετών. Την εποχή εκείνη ο Μανώλης Κεφαλογιάννης είναι υπουργός και η Barbitos φαίνεται να δέχεται καταθέσεις οι οποίες στη συνέχεια καταλήγουν στην Ελλάδα.

Στα Panama Papers η Barbitos

Η Επιτροπή Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Βουλής μετά την αποκάλυψη της λίστας ερεύνησε θεωρητικά το πόθεν έσχες της οικογένειας Κεφαλογιάννη και τον απάλλαξε από οποιαδήποτε ευθύνη, αν και, σύμφωνα με πληροφορίες, ένα μέλος της επιτροπής απαίτησε περαιτέρω έρευνα και αναζήτηση στοιχείων από τις τράπεζες του εξωτερικού.

Την εποχή των αποκαλύψεων της λίστας Λαγκάρντ η Barbitos ήταν μια offshore της λίστας ανάμεσα σε πολλές. Η αποκάλυψη όμως των Panama Papers, δηλαδή των αρχείων της δικηγορικής εταιρείας Mossack Fonseca, έφερε στο φως την Barbitos ως μία από τις 223 εταιρείες με Ελληνες ιδιοκτήτες.

Αρκετές από αυτές τις εταιρείες, όπως και την Barbitos, έχει συστήσει ο Ελληνοελβετός Σπύρος Μεταξάς, ο οποίος είναι υπόδικος στην Ελλάδα για υποθέσεις μίζας από εξοπλιστικά και ξεπλύματος μαύρου χρήματος.

Δηλαδή το 2017 η εικόνα είναι πως ένας από τους μετρ της απόκρυψης και διακίνησης μαύρου χρήματος συνέστησε το 2005 μια offshore σε μια υπέργηρη γυναίκα, της οποίας ο γαμπρός, Μανώλης Κεφαλογιάννης, την εποχή εκείνη ήταν υπουργός. Αυτή η εικόνα από περίεργη γίνεται ύποπτη με τις καταγγελίες του πιο στενού του συνεργάτη και σίγουρα απαιτεί συγκεκριμένες απαντήσεις.

Πλαστά ή αληθινά τα έγγραφα

Οι οικονομικοί εισαγγελείς ερευνούν ως πιο σοβαρή πτυχή της υπόθεσης Κεφαλογιάννη την ύπαρξη της offshore, η οποία μάλιστα είναι ενεργή, σύμφωνα με τα στοιχεία του Παναμά. Εχουν ζητήσει ήδη από τη ΔΟΥ Γλυφάδας λεπτομέρειες σε σχέση με την έρευνα της υπόθεσης που προέκυψε από τη λίστα Λαγκάρντ. Τα έγγραφα, τα οποία έχουν κατατεθεί στη ΔΟΥ ως έγγραφα της HSBC που γνωστοποιούν το περιεχόμενο των καταθέσεων, φαίνεται να μη συμφωνούν με την τυπολογία της τραπεζικής αλληλογραφίας.

Ο αποστολέας δεν αναφέρει καν το όνομά του, ενώ υπάρχουν δυσανάγνωστες υπογραφές των υπαλλήλων της HSBC που βεβαιώνουν όσα αναγράφονται στο έγγραφο, χωρίς να υπάρχει παράλληλη αναγραφή του ονόματός τους. Σύμφωνα με πληροφορίες, τα έγγραφα που έχουν κατατεθεί στη ΔΟΥ δεν καλύπτουν το σύνολο των λογαριασμών ούτε όλη την περίοδο των συναλλαγών.

Στη διάθεση του Documento υπάρχει έγγραφο το οποίο δείχνει ότι η εταιρεία Barbitos δέχθηκε 100.000 δολάρια από τράπεζα των ΗΠΑ, τα οποία στη συνέχεια μετέφερε σε λογαριασμό της οικογένειας της συζύγου του Κεφαλογιάννη στην Αθήνα (κατάστημα Μεσογείων), τον Οκτώβριο του 2006. Δεν είναι δυνατόν να ελέγξουμε αν το έγγραφο το οποίο εμφανίζει να έγινε αυτή η συναλλαγή είναι γνήσιο.

Απευθυνθήκαμε στην HSBC στη Γενεύη προκειμένου να διασταυρώσουμε αν αυτό και άλλα έγγραφα που φέρεται να έχει αποστείλει η τράπεζα στην Ελλάδα είναι γνήσια. Αν δηλαδή τα έγγραφα που έκλεισαν την υπόθεση «λίστα Λαγκάρντ-οικογένεια Κεφαλογιάννη» με την παράδοσή τους στη ΔΟΥ έχουν σταλεί πραγματικά από την τράπεζα. Η HSBC με ένα επιθετικό τηλεφώνημα αρχικώς και στη συνέχεια με ένα τυπικό mail μάς δήλωσε ότι δεν πρόκειται να δώσει τέτοιες πληροφορίες.

Τις απαντήσεις αυτές πρέπει να δώσει ο Μανώλης Κεφαλογιάννης, ο οποίος είναι Ελληνας ευρωβουλευτής και υπόλογος στον δημόσιο έλεγχο.

Η απάντηση μέσω εξώδικου του Μανώλη Κεφαλογιάννη

Το Documento επικοινώνησε με τον κ. Κεφαλογιάννη και έθεσε συγκεκριμένα ερωτήματα. Αντί απαντήσεων όμως στα συγκεκριμένα ερωτήματα, ο κ. Κεφαλογιάννης απέστειλε την παρακάτω επιστολή, την οποία μάλιστα επέδωσε μέσω εξώδικου στην εφημερίδα. Η επιστολή παρατίθεται αυτούσια. Ο Μανώλης Κεφαλογιάννης ως πολιτικό πρόσωπο δείχνει ότι δεν μπορεί να αντιληφθεί τον ρόλο του δημοσιογράφου. Αντί να απαντήσει συγκεκριμένα εάν αυτά για τα οποία καταγγέλλεται στις εισαγγελικές αρχές είναι αληθή ή ψευδή, στέλνει μέσω εξώδικου επιστολή στην οποία αναφέρει ότι «…σε περίπτωση που υιοθετήσετε άκριτα τις ανώνυμες ψευδεπίγραφες καταγγελίες, πριν τη διασταύρωσή τους, θα έχετε παραπλανηθεί και συμμετάσχει, έστω και χωρίς την πρόθεσή σας, σε ένα οργανωμένο σχέδιο εκβιασμού..». Ο δημοσιογράφος, κ. Κεφαλογιάννη, δεν υιοθετεί «άκριτα», ούτε «συμμετέχει σε οργανωμένο σχέδιο εκβιασμού». Πραγματοποιεί δημοσιογραφική έρευνα και θέτει συγκεκριμένα ερωτήματα τα οποία χρήζουν συγκεκριμένων απαντήσεων αντί εξώδικων, τα οποία όχι μόνο δεν απαντούν στα δημοσιογραφικά ερωτήματα, αλλά δημιουργούν και εντυπώσεις. Προφανώς σε βάρος σας.

Αναλυτικά η επιστολή του κ. Κεφαλογιάννη:

«Σε συνέχεια της επικοινωνίας μας, σάς στέλνω επιστολή/ απάντηση στα ζητήματα που μου θέσατε σχετικά με επικείμενο δημοσίευμα στην εφημερίδα Documento.

Καταρχήν, σας ευχαριστώ ειλικρινά για την τήρηση της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, με την οποία μου δίνεται την ευκαιρία να απαντήσω σε ανυπόστατες και πλαστές δήθεν καταγγελίες.

Οι πληροφορίες σας, όπως και σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις καταγγελιών σε βάρος μου, βασίζονται σε πλαστά έγγραφα, υπογραφές και σφραγίδες και έχουν καταφανώς ψευδές περιεχόμενο.

Αυτοί που σας εφοδιάζουν με τα πλαστά αυτά στοιχεία σε βάρος μου –όπως και σε άλλες περιπτώσεις περί δήθεν καταγγελιών της Διεθνούς Ενωσης Ανεξάρτητων Δημοσιογράφων Washington DC στην ΕΕ και ανταλλαγή emails μεταξύ τρίτων προσώπων, τραπεζικών εγγράφων πολύ πιθανόν και αυτών κατασκευασμένων– είναι οι ίδιοι που ερευνώνται για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης αφού δεν διστάζουν να πλαστογραφήσουν υπογραφές, σφραγίδες και έγγραφα του ελληνικού δημοσίου, ακόμη και δικηγόρων, στελεχών της Τ.Α. και Δημάρχων, για να με πλήξουν πολιτικά. Η έρευνα έχει ήδη ξεκινήσει και βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, μετά από δικές μου καταγγελίες από τις αρχές του 2016.

Για τα θέματα αυτά έχει ήδη ενημερωθεί, με δική μου πρωτοβουλία, επισήμως πέραν από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές, η Βουλή των Ελλήνων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα θεσμικά όργανα ελέγχου της ΕΕ.

Ως προς το περιεχόμενο των πληροφοριών σας, αυτό είναι παντελώς ψευδές, όπως και τα προηγούμενα που ερευνώνται από τη Δικαιοσύνη, ανυπόστατο και μη δεκτικό περαιτέρω σχολιασμού.

Ασφαλώς και αυτή η περίπτωση, όπως και οι προηγούμενες, θα πάρει το δρόμο της Δικαιοσύνης.

Ως εκ τούτου, σε περίπτωση που υιοθετήσετε άκριτα τις ανώνυμες ψευδεπίγραφες καταγγελίες, πριν τη διασταύρωσή τους, θα έχετε παραπλανηθεί και συμμετάσχει, έστω και χωρίς την πρόθεση σας, σε ένα οργανωμένο σχέδιο εκβιασμού που επιχειρείται το τελευταίο διάστημα από εκείνους που θα κληθούν σύντομα να λογοδοτήσουν ενώπιον της Δικαιοσύνης.

Παρακαλώ για την αυτούσια δημοσίευση της ανωτέρω επιστολής μου».

Documento Newsletter