Η οικονομία της Ευρώπης αντιμετωπίζει άμεσα το φάσμα της ύφεσης εξαιτίας του ρωσοουκρανικού πολέμου και των πιέσεων των ΗΠΑ για εμπάργκο στις εισαγωγές ρωσικής ενέργειας.
Η Γερμανία, που εδώ και χρόνια χαρακτηρίζεται «ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας», αν ενδώσει στις πιέσεις, αναμένεται να έχει κόστος 220 δισ. ευρώ, χιλιάδες χαμένες θέσεις εργασίας, ύφεση πάνω από 2% το 2023 και βέβαια θα χάσει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που διαθέτει στις διεθνείς αγορές.
Πέντε γερμανικά οικονομικά ινστιτούτα προβλέπουν ότι αν σταματήσει άμεσα η παροχή ρωσικής ενέργειας, οι επιπτώσεις στην οικονομία της Γερμανίας την επόμενη διετία θα είναι μεγαλύτερες από αυτές της πανδημίας κορονοϊού. Συνακόλουθα, αν η κυβέρνηση Σολτς και οι πανίσχυροι Γερμανοί βιομήχανοι αναγκαστούν να ενδώσουν στις πιέσεις των ΗΠΑ, η κρίση που θα επέλθει στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, κυρίως σ’ αυτές του νότου, εκτιμάται ότι θα είναι η σοβαρότερη από το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου.
Το οικονομικό σοκ θα επεκταθεί σε κάθε προϊόν που παράγεται και εξάγεται από τη Γερμανία, με αποτέλεσμα στις οικονομίες των υπόλοιπων χωρών να προκύψουν τεράστιες ελλείψεις βασικών ανταλλακτικών.
Οι εκτιμήσεις συντείνουν όλες στο συμπέρασμα ότι ο οριστικός απεγκλωβισμός της γερμανικής οικονομίας από τη ρωσική ενέργεια μπορεί να χρειαστεί μέχρι και δέκα έτη.
Το ερώτημα είναι σε τι βαθμό το σοκ της γερμανικής οικονομίας θα επεκταθεί στην ευρωπαϊκή και ειδικά στην ευάλωτη ελληνική οικονομία, η οποία ήδη δοκιμάζεται από τις αποτυχημένες ενεργειακές πολιτικές της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη.