Η γαλλική εφημερίδα «L’Humanité» ξεμπροστιάζει την κυβέρνηση Μητσοτάκη με αφορμή τη δίωξη Βαξεβάνη

Η γαλλική εφημερίδα «L’Humanité» ξεμπροστιάζει την κυβέρνηση Μητσοτάκη με αφορμή τη δίωξη Βαξεβάνη

Με τίτλο «Στην Ελλάδα η Δεξιά χτυπάει την Ελευθερία του Τύπου χωρίς ντροπή» η ιστορική γαλλική εφημερίδα της αριστεράς «L’Humanité» μέσα από άρθρο της κατακεραυνώνει την κυβέρνηση Μητσοτάκη με αφορμή τη δίωξη του δημοσιογράφου και εκδότη του Documento, Κώστα Βαξεβάνη και της δημοσιογράφου Γιάννας Παπαδάκου κάνοντας λόγο για κρατική εκδίκηση-βεντέτα μετά τις αποκαλύψεις τους για το σκάνδαλο Novartis.

Στο άρθρο επίσης επισημαίνεται η στροφή της κυβέρνησης Μητσοτάκη προς την ορμπανοποίηση του κράτους και την προσπάθεια χειραγώγησης της Δικαιοσύνης και της Δημοσιογραφίας/ΜΜΕ.

«Οι μηνύσεις κατά του Κώστα Βαξεβάνη και της Γιάννας Παπαδάκου, δύο δημοσιογράφων που αποκάλυψαν φοροδιαφυγή ή διαφθορά, αρχίζουν να προκαλούν σάλο», αναφέρει αμέσως μετά τον τίτλο της η γαλλική εφημερίδα και συνεχίζει:.

«Ήρθε η ώρα της κρατικής εκδίκησης στην Ελλάδα. Και η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη επέλεξε να καταπιεί άπληστα το πιάτο, ακόμα κι αν τα συστατικά του φαίνονται νοθευμένα, ακόμα και χαλασμένα… Από την εκλογική του νίκη τον Ιούλιο του 2019, που του επέτρεψε να διώξει τον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ από την εξουσία στην Αθήνα, το αφεντικό της Νέας Δημοκρατίας (συντηρητική Δεξιά) πασχίζει, κατά κάποιο τρόπο, για την αποκατάσταση της παλιάς τάξης. Αυτό ισχύει αναμφίβολα σε όλους τους τομείς, αλλά, ειδικότερα, στο δικαστικό σώμα και στη δημοσιογραφία, που μερικές φορές συνδέονται με την έρευνα.»

Όπως επισημαίνει στη συνέχεια, οι Έλληνες συντηρητικοί βρίσκουν την ευκαιρία να θάψουν τα μεγάλα πολιτικά και οικονομικά σκάνδαλα:

«Για τους Έλληνες συντηρητικούς, είναι η στιγμή για να θάψουν τα μεγάλα πολιτικά και οικονομικά σκάνδαλα που χρονολογούνται από τις αρχές της δεκαετίας του 2010. Υπήρχε η «λίστα Λαγκάρντ», ο κατάλογος των πελατών του ελβετικού υποκαταστήματος της τράπεζας HSBC, που ανακαλύφθηκε από τον πληροφοριοδότη Hervé Falciani και στη συνέχεια μεταδόθηκε, στο όνομα της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, στα ευρωπαϊκά κράτη από την Christine Lagarde ως Υπουργό Οικονομίας. Ένα έγγραφο που ανέδειξε, ανάμεσα στις μεγάλες περιουσίες που θεωρούνται ύποπτες φοροδιαφυγής μέσω φορολογικών παραδείσων, αρκετούς ηγέτες των κομμάτων στην εξουσία στην Ελλάδα: της Νέας Δημοκρατίας (ΝΔ) και του ΠΑΣΟΚ (σοσιαλιστικό).  Οι αρχές δεν εκμεταλλεύτηκαν τις αποκαλύψεις»

Αναφορά σε Άδωνη Γεωργιάδη και Δημήτρη Αβραμόπουλου:

«Στη συνέχεια υπήρξαν οι αποκαλύψεις για το σύστημα διαφθοράς που έθεσε σε εφαρμογή το ελληνικό παράρτημα της Novartis. Μεταξύ 2008 και 2014, η πολυεθνική φαρμακευτική εταιρεία πλήρωσε δεκάδες δωροδοκίες σε ανώτερους δημοσίους υπαλλήλους, διευθυντές νοσοκομείων, υπουργούς και μέλη των γραφείων τους προκειμένου να αυξήσει τις πωλήσεις φαρμάκων της στο εθνικό σύστημα φαρμάκων υγείας στην Ελλάδα. Στην προκειμένη περίπτωση δεκάδες κορυφαίοι πολιτικοί αρχηγοί, όπως ο Άδωνις Γεωργιάδης, που μεταπήδησε από το ακροδεξιό ΛΑΟΣ στη Νέα Δημοκρατία ή ο πρώην Ευρωπαίος Επίτροπος Δημήτρης Αβραμόπουλος έχουν αναφερθεί ως αποδέκτες διαφθοράς ή δράστες ξεπλύματος χρήματος.»

Στη συνέχεια το άρθρο αναφέρεται σε όλη καμουφλαρισμένη βεντέτα  της κυβέρνησης Μητσοτάκη στοχοποιώντας αρχικά την Ελένη Τουλουπάκη επικεφαλής της Εισαγγελίας κατά της Διαφθοράς αλλά και τις καταγγελίες εναντίον της.

Και το άρθρο συμπληρώνει πως αμέσως μετά «ήρθε η σειρά των δύο δημοσιογράφων, του Κώστα Βαξεβάνη και της Γιάννας Παπαδάκου που συμμετείχαν ευρέως στις αποκαλύψεις για να υποστούν τους κεραυνούς της παρούσης εξουσίας αφού δημοσίευσαν άρθρα και συμμετείχαν σε εκπομπές που αποκάλυπταν αυτά τα σκάνδαλα. Και οι δύο είναι κατηγορούμενοι για να οδηγηθούν στο Ειδικό Δικαστήριο που αποφάσισε η κυβερνητική πλειοψηφία για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση-συμμορία που υποδαύλισαν, σύμφωνα με τη δικογραφία, ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος, πρώην υπουργός Δικαιοσύνης και τον αγώνα κατά της διαφθοράς στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ».

Στο απόσπασμα η Ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα με την κυβέρνηση Μητσοτάκη

Σε διαρκή πτώση, τα τελευταία χρόνια, στην κατάταξη των χωρών ως προς την ελευθερία του Τύπου -«βρίσκεται, για το 2020, στην 70η θέση στον κόσμο πίσω από την Πολωνία και τη Μογγολία -, η Ελλάδα του Μητσοτάκη που παρουσιάζει ρεκόρ. Τον Απρίλιο του 2021, ο Γιώργος Καραϊβάζ, ένας έμπειρος ρεπόρτερ με εξειδίκευση σε ποινικά θέματα, δολοφονήθηκε από πυρά έξω από το σπίτι του και οι έρευνες δεν έχουν αποφέρει μέχρι στιγμής τίποτα. Το περασμένο φθινόπωρο, ανταποκρίτρια του ολλανδικού Τύπου προκάλεσε αίσθηση, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, όπου ο πρωθυπουργός την κατηγόρησε ότι τον προσέβαλε.

Αφού ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέτρεψε στον εαυτό του να τους αποκαλεί τραμπούκους μέλη «υπόγειας εγκληματικής συμμορίας» στην κοινοβουλευτική συζήτηση κατά τη διάρκεια της πρότασης δυσπιστίας της αντιπολίτευσης, πριν από δέκα ημέρες, οι μηνύσεις σε βάρος Βαξεβάνη και Παπαδάκου προκάλεσαν όλο και μεγαλύτερο σάλο. Οι δύο δημοσιογράφοι έχουν λάβει την υποστήριξη των μεγαλύτερων συνδικαλιστικών οργανώσεων της χώρας. Αυτές οι αγωγές αμαυρώνουν και την εικόνα της Ελλάδας στην Ευρώπη. Η χώρα παρουσιάζεται πλέον ανοιχτά σε διαδικασία «ορμπανοποίησης», που πήρε το όνομά της από τον Ούγγρο πρωθυπουργό, Βίκτορ Όρμπαν.

Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ έχουν έρθει δύο φορές μέσα σε δύο εβδομάδες για να απαιτήσουν από την Επιτροπή να παρέμβει σε αυτή την επίθεση κατά του κράτους δικαίου. «Η κατηγορία σε βάρος δημοσιογράφου επειδή επέλεξε να ασκήσει το επάγγελμά της και να μην σιωπήσει, επειδή επέλεξε τον δρόμο του δημοσιογραφικού καθήκοντος και όχι τη δημοσιογραφία των δημοσίων σχέσεων που άνθισε τα τελευταία χρόνια, είναι τακτική εκφοβισμού, κατά των επαγγελματιών του Τύπου που επιλέγουν να υπηρετήσουν την ερευνητική δημοσιογραφία, καταγγέλλει σήμερα ο Κώστας Αρβανίτης, ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ. Οποιαδήποτε απόπειρα ποινικοποίησης της ερευνητικής δημοσιογραφίας, κάθε προσπάθεια εκφοβισμού ενός δημοσιογράφου αποτελεί απειλή για τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου, που θα μας βρει σθεναρά αντίθετους, καθώς τελικά θα αντιμετωπίσει την ίδια τη δικαιοσύνη».

 

Διαβάστε περισσότερα στην L’Humanité

 

Documento Newsletter