Συζητώντας με την ηθοποιό Φωτεινή Μπάνου σχετικά με την παράσταση «Μέρα Σάββατο».
«Ηταν η μέρα Σάββατο»: αυτή ήταν η φράση-κλειδί της Εσθήρ-Στέλλας Κοέν, της γηραιότερης Γιαννιώτισσας Εβραίας που επέζησε από την κόλαση του Αουσβιτς, στη διάρκεια της συνάντησής της με τη σκηνοθέτρια Ιρέν Μπονό και την ηθοποιό Φωτεινή Μπάνου. Ηταν η μέρα Σάββατο (25 Μαρτίου 1944) όταν οι ναζί συγκέντρωσαν την εβραϊκή κοινότητα των Ιωαννίνων, την ξερίζωσαν από τον γενέθλιο τόπο της και την οδήγησαν στα κρεματόρια του βιομηχανικού θανάτου. «Κάθε λέξη της Εσθήρ-Στέλλας είχε ξεχωριστή αξία. Μα η φράση που με σημάδεψε πιο πολύ έγινε τελικά και ο τίτλος του έργου μας: κάποια στιγμή έκανε μια πολύ μεγάλη παύση και ενώ νομίζαμε ότι είχε φτάσει στο τέλος της αφήγησης, ξαναμπήκε στην ιστορία λέγοντας: “Ηταν η μέρα Σάββατο”» λέει στο Documento η Φωτεινή Μπάνου, την οποία αναζητήσαμε για να μιλήσουμε σχετικά με την παράσταση «Μέρα Σάββατο» που ανεβάζουν με την Ιρέν Μπονό. «Για μένα ήταν αποκαλυπτική η συνάντηση με την Εσθήρ-Στέλλα Κοέν. Η καθαρότητα και η δύναμη του λόγου της με έκαναν να βουτήξω τόσο πολύ μες στην αφήγησή της που η ιστορία της έγινε και δική μου. Η ίδια έκανε το καθήκον της με θάρρος: μετέφερε στις επόμενες γενιές την εμπειρία των ναζιστικών στρατοπέδων εξόντωσης, μπόρεσε να αρθρώσει αυτό που σχεδόν δεν περιγράφεται με λόγια. Της χρωστάω τεράστια ευγνωμοσύνη».
Από τα ρωμανιώτικα Γιάννενα στο Αουσβιτς
Η παράσταση είναι χωρισμένη σε δύο μέρη: το πρώτο βασίζεται στη νουβέλα «Σαμπεθάι Καμπιλής» του Δημήτρη Χατζή από τη συλλογή διηγημάτων του «Το τέλος της μικρής μας πόλης» και αφηγείται τη σχέση του επικεφαλής της ρωμανιώτικης κοινότητας στα Γιάννενα Σαμπεθάι Καμπιλή με τον μαθητή του και ποιητή Γιωσέφ Ελιγιά. Ο Χατζής, ενώ φτάνει μέχρι και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν αναφέρεται στην ιστορία του εκτοπισμού της κοινότητας στα στρατόπεδα εξόντωσης. Tο δεύτερο μέρος αποτελείται από το χρονικό του εκτοπισμού της κοινότητας. «Αφηγούμαστε μέσα από μαρτυρίες κάποια επεισόδια που συνέβησαν στα στρατόπεδα, όπως η εξέγερση των ζοντερκομάντο στις 7 Οκτωβρίου 1944, στην οποία συμμετείχαν πολλοί Ελληνοεβραίοι. Αυτό το χρονικό ήταν μια κοινή ανάγκη που είχαμε με τη σκηνοθέτιδα και δραματουργό Ιρέν Μπονό όσο ερευνούσαμε την ιστορία των Ρωμανιωτών και των Ελληνοεβραίων γενικότερα. Το κείμενο γράφτηκε από την Ιρέν στα γαλλικά και μεταφράστηκε από εμένα στα ελληνικά» λέει η Φωτεινή Μπάνου, η οποία στην παράσταση αφηγείται την ιστορία περνώντας από τον λόγο στο τραγούδι και δίνοντας φωνή στα έντεκα μικρά γλυπτά αγάλματα –τα οποία «λειτουργούν ως μάρτυρες της αφήγησης όταν δεν είναι πρωταγωνιστές της»– που δημιούργησε η Κλειώ Μακρή.
Για ποιο λόγο οι δύο καλλιτέχνιδες αποφάσισαν να εντάξουν τον «Σαμπεθάι Καμπιλή» στην παράστασή τους; «Η αρχική μας επιθυμία ήταν να φτιάξουμε ένα έργο που να μιλάει για την εβραϊκή κοινότητα στην Ελλάδα. Εχοντας επισκεφτεί τα Γιάννενα για την έρευνα της προηγούμενής μας παράστασης με θέμα τον ελληνικό εμφύλιο μας είχαν κινήσει το ενδιαφέρον τα ίχνη της ντόπιας ρωμανιώτικης κοινότητας. Είχαμε επίσης διαβάσει τη νουβέλα του Χατζή. Μας ενδιέφερε πολύ να βουτήξουμε μες στην ιστορία αυτή που τελικά μας οδήγησε στην ιστορία και των υπόλοιπων Ελληνοεβραίων και αναπόφευκτα στον εκτοπισμό τους από τους ναζί στα στρατόπεδα εξόντωσης. Η γλώσσα του Χατζή μας συγκίνησε και μας επέτρεψε να μιλήσουμε με τρυφερότητα και νοσταλγία για έναν κόσμο που έχει χαθεί. Η σύγκρουση ανάμεσα στον πολιτικά συντηρητικό Σαμπεθάι Καμπιλή και τον μαθητή του –που έμελλε να γίνει ένας από τους πρώτους κομμουνιστές της πόλης– είναι πολύ χαρακτηριστική της εποχής εκείνης. Η συνέχεια της ιστορίας αποτυπώνει τον τρόπο με τον οποίο το ναζιστικό καθεστώς και η Βέρμαχτ, συνήθως με τη συνδρομή της ελληνικής χωροφυλακής, οργάνωσαν μεθοδικά τον εκτοπισμό χιλιάδων Ελληνοεβραίων προς τον θάνατο».
Αναζητώντας τα ίχνη μιας κοινότητας
Οταν η Φωτεινή Μπάνου επισκέφτηκε για πρώτη φορά τα Γιάννενα αγνοούσε τη ρωμανιώτικη ιστορία και κανένα σημάδι στην πόλη δεν έτυχε να την οδηγήσει στα ίχνη της. Τελικά, μια επίσκεψή της στο Δημοτικό Μουσείο στο Κάστρο και η ανάγνωση του διηγήματος «Σαμπεθάι Καμπιλής» της άνοιξαν την πόρτα της επίγνωσης.
«Στην Ελλάδα η συζήτηση για την εβραϊκή κοινότητα και τον εκτοπισμό της άργησε να ανοίξει και αυτό συνδέεται με την αποφυγή της συζήτησης σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία των εκτοπισμένων, τα σπίτια τους, τα μαγαζιά τους που περιήλθαν σε άλλα χέρια (σε αρκετές περιπτώσεις) εν μια νυκτί. Εχει βέβαια ενδιαφέρον ότι τα Γιάννενα εξέλεξαν δήμαρχο τον Μωυσή Ελισάφ, εβραϊκής καταγωγής. Είναι μια καλή ευκαιρία για την πόλη να θυμηθεί τη ρωμανιώτικη ιστορία της» υπογραμμίζει η Φ. Μπάνου.
Πώς όμως γειώνεται στο σήμερα η παράσταση «Μέρα Σάββατο»; «Η ιστορία των Ελληνοεβραίων περίμενε πολλές δεκαετίες μέχρι να συζητηθεί μπροστά σε πιο ευρύ κοινό. Πράγματι αυτό το δράμα είναι πανανθρώπινο και πάντα επίκαιρο, ειδικά αν αναλογιστεί κάποιος πόσοι νοσταλγοί του ναζιστικού καθεστώτος υπάρχουν σήμερα σε πολλές χώρες –και στην Ελλάδα– και πόσα στρατόπεδα έχουν χτιστεί τα τελευταία χρόνια για την υποτιθέμενη υποδοχή προσφύγων. Ζούμε σε έναν τόπο όπου οι συνεργάτες των ναζί δεν δικάστηκαν αλλά εντάχτηκαν στη διοικητική και πολιτική ζωή της χώρας. Επρεπε να φτάσουμε στο 2020 για να υπάρξει καταδίκη εγκληματικών πράξεων ναζιστικής ιδεολογίας» λέει η ηθοποιός.
Μαρτυρίες της προκατοχικής πόλης, της εξέγερσης στο κολαστήριο του Αουσβιτς, γλυπτά-φαντάσματα της Ιστορίας, φασματικοί ήχοι παραδοσιακών τραγουδιών σαν ψίθυροι λαϊκής αφήγησης. Υπάρχει κάπου μια ρωγμή από όπου θα βρει χώρο για να περάσει μια νότα αισιοδοξίας; «Ναι, είναι αισιόδοξο να βρίσκουμε τρόπους να μεταφέρουμε την αλήθεια από στόμα σε στόμα, ώστε να γίνει πράξη το “Ποτέ ξανά” που εκφράστηκε στην Ευρώπη μετά τη φρίκη των ναζιστικών στρατοπέδων εξόντωσης».
INF0
«Μέρα Σάββατο / C’était un Samedi», σε σκηνοθεσία Ιρέν Μπονό, με τη Φωτεινή Μπάνου. Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων, 19/3 έως 17/4