Η κόρη, η μάνα, η γιαγιά. Η Φόνισσα, η Φραγκογιαννού. Θύτης και θύμα μαζί. Μικρός ή μεγάλος κρίκος στην αέναη αλυσίδα της πατριαρχίας. Το διαγενεακό τραύμα εμπεριέχει και το αιματοβαμμένο έθιμο της προίκας. «Η φόνισσα» του Παπαδιαμάντη εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1917. Παραμένει ένα από τα αριστουργήματα της ελληνικής λογοτεχνίας. Δυστυχώς, παραμένει και επίκαιρο. Κατά καιρούς διάφοροι δημιουργοί βουτάνε στο παπαδιαμαντικό σύμπαν, τελευταία η Εύα Νάθενα.
Μόλις σε μία εβδομάδα από τη μέρα που βγήκε στις αίθουσες η ταινία της έκοψε 128.000 εισιτήρια. Δικαίως. Είναι καταπληκτική ταινία, που έχει το χρώμα της σκληρής πέτρας και βλέπεται σαν να ακούς μοιρολόι. Της κόρης. Της μάνας. Της γιαγιάς. Της Φόνισσας. Η Νάθενα, που έχει ήδη σημαντικότατη πορεία ως ενδυματολόγος και σκηνογράφος, με τη βοήθεια εδώ της Κατερίνας Μπέη στο σενάριο έφτιαξε μια ταινία με αγνά υλικά και προθέσεις. Εν αρχή ην η γραφή του Παπαδιαμάντη. Κι αυτή υπάρχει στην ταινία. Που δεν θα πετύχαινε, κατά τη γνώμη μου, εάν είχε τον τόνο της ιαχής. Να φωνάξουμε, να υπερβάλουμε, να υπερτονίσουμε. Η Φραγκογιαννού της Καραμπέτη είναι όσο τραγική χρειάζεται. Η τραγωδία φαίνεται στο πρόσωπό της. Και κυρίως στα χέρια της. Στα χέρια με τα οποία πνίγει τα νεούδια, τα κορίτσια μωρά, για να απαλλάξει αυτά από τα βάσανά τους και την οικογένεια από το βάρος της προίκας (ο νόμος της προίκας καταργήθηκε στην Ελλάδα το 1983).
Σήμερα δεν υπάρχουν Φόνισσες. Υπάρχουν, όμως, φονιάδες. Σαν τον γυναικοκτόνο της Σαλαμίνας, έναν από τους πολλούς. Και η ταινία μας προειδοποιεί από την αρχή, πριν καν την πρώτη σκηνή του παπαδιαμαντικού κινηματογραφικού αυτού αφηγήματος, με μια φράση του Οδυσσέα Ελύτη από το βιβλίο του «Η μαγεία του Παπαδιαμάντη»: «…μια μέρα το παρελθόν θα μας αιφνιδιάσει με τη δύναμη της επικαιρότητάς του…».