Η Φένια Παπαδόδημα μιλάει στο Documento για τη «Φλανδρώ» και τη μαγεία του Παπαδιαμάντη

Η Φένια Παπαδόδημα μιλάει στο Documento για τη «Φλανδρώ» και τη μαγεία του Παπαδιαμάντη

Το Αθηναϊκό Μουσικό Θέατρο παρουσιάζει την παράσταση Φλανδρώ – Το Αγνάντεμα και το Άνθος του γιαλού του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη – στο θέατρο Φούρνος σε μουσική σύνθεση και σύλληψη της Φένιας Παπαδόδημα. Η Φλανδρώ, η γυναίκα – βράχος, είναι ένας αρχαίος θρύλος. Μια γυναίκα που στοίχειωσε αγναντεύοντας το ανοιχτό πέλαγος περιμένοντας τον αγαπημένο της να γυρίσει. Τα πικρά της δάκρυα έγιναν θύελλα και με αυτά έπνιξε χωρίς να το θέλει τον έρωτα της. Η Φένια Παπαδόδημα τα τελευταία χρόνια πειραματίζεται με το μουσικό θέατρο και πιστεύει πως όταν διαβάζει κανείς τα κείμενα του Παπαδιαμάντη η μουσική τρέχει ήδη μέσα του. Τα παπαδιαμαντικά έργα «συνομιλούν» και με ένα απόσπασμα του Χρήστου Βακαλόπουλου, ενώ η Γωγώ Ξαγαρά στην άρπα και η Ήβη Παπαθανασίου στο τσέλο συμπράττουν στην ερμηνεία των κειμένων και στο τραγούδι. Μιλήσαμε με την δημιουργό για την ιδέα της «Φλανδρώς», τη ζωή του Παπαδιαμάντη και το μουσικό θέατρο.

Γιατί πιστεύετε ότι ο κόσμος έχει σήμερα ανάγκη από «αλαφροΐσκιωτους» σαν τον Παπαδιαμάντη και τους ήρωες των διηγημάτων του;

Από τους αρχαίους χρόνους, όπως λέει και ο Παπαδιαμάντης, ο άνθρωπος διαχώριζε τις έννοιες ψυχή, πνεύμα, νους. Άσχετα από την πίστη, άσχετα από την θρησκευτικότητα, όποια κι αν ήταν αυτή, ο πνευματικός κόσμος μαρτυρείται, καταγράφεται, τόσο μέσα από έργα τέχνης όσο και μέσα από κείμενα και παραδόσεις γραπτές ή προφορικές. Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.

Σήμερα, το μοντέλο του επιτυχημένου πολίτη, επιστήμονα ακόμη και καλλιτέχνη που προβάλλεται και στηρίζεται με κάθε τρόπο άμεσο και έμμεσο, είναι το μοντέλο μίας στείρας ανθρωποκεντρικής και άκρως εγωκεντρικής προσέγγισης της ύπαρξης , όπου όλα γίνονται ένα παιχνίδι, ένα γκατζετάκι (ακόμη και ο Θεός), στα χέρια εφευρετικού και πανέξυπνου ανθρώπου, ο οποίος τείνει σιγά σιγά στο να μην χρειάζεται τίποτα και κανέναν, παρά μόνο την προσωπική του εφευρετικότητα, ώστε να βγει νικητής στην κούρσα του χρόνου και του χρήματος που τρέχει καλύτερα κάπου άλλου…πάντα… 

Μοιάζει με τους παίκτες στα φλιπεράκια του Τόκυο, όπως τους αποθανάτισε ο Βιμ Βέντερς στο ντοκιμαντέρ Τόκυο Γκά. Παίκτης μόνος με τον εαυτό του. Όλα τα μασάει και τα καταπίνει η μηχανή του. Είναι ο πολίτης Κέιν του Όρσον Ουέλς. Που πεθαίνει ολομόναχος, ψιθυρίζοντας την λέξη “Rosebud”, μία παιδική ανάμνηση, ότι πιο πολύτιμο είχε και έχασε για πάντα κυνηγώντας την δόξα του κόσμου, το χρήμα, την «επιτυχία». Αυτό το χαμένο παιδί ξέρει να ξυπνάει μέσα μας ο Παπαδιαμάντης. Το παιδί που είναι από μόνο του αλαφροΐσκιωτο και επικοινωνεί με κάθε διάσταση, το παιδί που χάνουμε κάθε μέρα και πιο πολύ. Γι’ αυτό είναι καλό ν’ ακούμε ξανά και ξανά τέτοια κείμενα. Γιατί το άκουσμά του ξυπνάει τη μνήμη μιας αλήθειας από την οποία τα πάντα μας απομακρύνουν όλο και περισσότερο.

Η Φλανδρώ η γυναίκα – βράχος, είναι ένας αρχαίος θρύλος. Τι σας συγκίνησε περισσότερο στην ιστορία της;

Η ιστορία της Φλανδρώς είναι πολύ συγκινητική γιατί, όπως γράφει ο Παπαδιαμάντης, πρόκειται για μία γυναίκα που δεν κατάφερε να ξεπεράσει, να μετουσιώσει την θλίψη της.  Την απώλεια του αγαπημένου της. Δεν μπόρεσε να διαχειριστεί αυτό το σκοτεινό συναίσθημα που την έπνιγε παρά μόνο το μετακινούσε μέσα στα συγκοινωνούντα δοχεία της θλίψης, της οργής και της κατάρας. Μέχρι που η ίδια η κατάρα της  έπνιξε τον άντρα της αλλά και την ίδια τη μεταμόρφωσε σε βράχο. 

Είναι με λίγα λόγια το σκίτσο ενός ανθρώπου που δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να βγει έξω από τα στενά όρια της προσωπικότητάς του. Που δεν μπορεί καν να ζητήσει βοήθεια ουσιαστική. Που έχει τόσο σκοτιστεί ώστε να μην θέλει να λυτρωθεί από το βάσανο του. Όλοι μας κρύβουμε έναν τέτοιο εαυτό. Άλλος περισσότερο άλλος λιγότερο. Γι’ αυτό μας συγκινεί η Φλανδρώ . Γιατί όλοι μας έχουμε πονέσει μ’ αυτόν τον αδιέξοδο τρόπο, έστω μια φορά στη ζωή μας.

Πως θα μπορούσε αυτό το «βάσανο» να μετατραπεί σε κάτι άλλο, να εξατμιστεί  από τα δηλητηριώδη  «δοχεία του μίσους» ;…

Ο Παπαδιαμάντης γράφει ότι μόνο όταν μετά από πολλά χρόνια χτίστηκε εκεί, στον γκρεμό, το εκκλησάκι της Παναγίας της Κατευοδώτρας, το μέρος γαλήνεψε. Η ουσία, αυτό που πίσω από την ιστορία λέει ο Παπαδιαμάντης, είναι ότι μόνο όταν μία άλλη φλόγα, μία φωτιά πιο δυνατή από την ανθρώπινη αγάπη, ανάψει στην καρδιά του ανθρώπου, μπορεί να ζεστάνει το δηλητήριο της θλίψης και να το κάνει να εξατμιστεί, να φύγει για πάντα και να ανακουφιστεί ο άνθρωπος.

Μια προσωπική επιστολή του Παπαδιαμάντη στον πατέρα του μας μεταφέρει στην σκληρή πραγματικότητα της δικής του καθημερινότητας στην Αθήνα στα τέλη του 1800. Πώς ήταν αυτή η εποχή; 

Η Αθήνα εκείνη την περίοδο ήταν μία εξαθλιωμένη κυριολεκτικά πόλη. Αρκεί να δει κανείς φωτογραφίες της εποχής για να καταλάβει. Τα δύο τελευταία χρόνια σκηνοθετώ ένα ντοκιμαντέρ, συμπαραγωγή του ΕΚΚ και της ΕΡΤ με τίτλο ‘‘Το καταφύγιο στην Ομόνοια‘‘ που αγγίζει και το θέμα της κατάστασης της Αθήνας στις αρχές του 1900. Έχω μαζέψει αρκετό υλικό που μαρτυρεί τη φτώχια, την εξάπλωση πολλαπλών πανδημιών και την ουσιαστική έλλειψη κάθε σοβαρής ιατρικής περίθαλψης για τους φτωχούς, τις λαϊκές τάξεις. Για να πάει κανείς στο γιατρό έπρεπε να πληρώσει ολόκληρο το ημερομίσθιο του ή να πεθάνει αβοήθητος… Σ’ αυτές τις απίστευτα σκληρές συνθήκες, για πολλά χρόνια, δίπλα στην εκκλησία των Αγίων Αναργύρων, σ’ ένα δωματιάκι στου Ψυρρή, έζησε ο Παπαδιαμάντης. Έγραφε διηγήματα για να επιβιώσει, ντρεπόταν να ζητήσει κι άλλα χρήματα από τον πατέρα του, ο συγκάτοικος του πλήρωνε το ενοίκιο, όπως γράφει.. ‘‘Εντρέπομαι δε πάρα πολύ και τον Σωτηράκην όστις μόνος του πληρώνει το διπλούν ενοίκιον…‘‘ Πίσω από την επιστολή αυτή στον πατέρα του, γράφει ένα ποίημα αφιερωμένο στη μητέρα του, όπου μιλάει για τα βάσανα του, για την βαριά μοίρα του. Τόσο συγκινητικό που όσο κι αν προσπαθώ δεν μπορώ να μην δακρύσω κάθε φορά που το διαβάζω, γιατί σκέφτομαι πόσο καταφρονημένος, μόνος και αβοήθητος υπήρξε αυτός ο αξεπέραστος συγγραφέας.  Αξεπέραστος γιατί δημιουργεί μία ανατριχιαστική μαγεία γράφοντας για τα πιο ευτελή, τα πιο, φαινομενικά, ασήμαντα πράγματα. Λες και τα βλέπει όλα μέσα από έναν μεγεθυντικό φακό άγνωστης προέλευσης.

Τα Παπαδιαμαντικά έργα «Το Αγνάντεμα» και «Άνθος του γιαλού» βρίσκονται στο επίκεντρο της μουσικής παράστασης, ενώ «συνομιλούν» και με ένα απόσπασμα του Χρήστου Βακαλόπουλου. Πώς γεννήθηκε για εσάς το μουσικό ποίημα «Φλανδρώ»;

Όλα ξεκίνησαν όταν έπεσε στα χέρια μου μία καταπληκτική έκδοση, «Τα διηγήματα της αγάπης», από τις εκδόσεις Αρμός, με ζωγραφιές του Γιώργου Κόρδη και ένα εισαγωγικό κείμενο, απόσπασμα από τη «Γραμμή του ορίζοντα» του Χρήστου Βακαλόπουλου. Αργότερα είχα την τύχη να γνωρίσω τον Χρήστο Βακαλόπουλο, καθώς ήταν στην κριτική επιτροπή του φεστιβάλ Δράμας, όταν συμμετείχε εκεί η πρώτη μου μεσαίου μήκους ταινία, το «Γιατί, άμα , όμως», που απέσπασε μεταξύ άλλων και το βραβείο ποιητικού κιν/φου στη μνήμη του Τάκη Κανελλόπουλου. Έτσι είχα την τύχη, την χαρά, να γνωρίσω τον Βακαλόπουλο για τον οποίο τότε δεν ήξερα τίποτα …Όταν διάβασα το απίστευτο αυτό κείμενό του, ένιωσα ότι έγραφε όλα όσα θα ήθελα να πω αλλά δεν τα είχα ακριβώς συνειδητοποιήσει. Για το πως νιώθουμε σαν Έλληνες απέναντι στους Ευρωπαίους, για το τι σημαίνει να ζεις για πολλά χρόνια εκτός Ελλάδας – εγώ έζησα έντεκα χρόνια στο Παρίσι- για το πως τελικά να διαχειριστείς αυτό το καζάνι μέσα στο οποίο όλοι βράζουμε και που είναι η πατρίδα μας…Η σύνδεση του Βακαλόπουλου με τον Παπαδιαμάντη είναι αδιαμφισβήτητη. Είναι σαν να μας λέει ο Βακαλόπουλος με τον δικό του μοναδικό τρόπο, γιατί είναι τόσο σημαντικό να παραμείνουμε σε επαφή με τον Παπαδιαμάντη.

Το Άνθος του γιαλού, θεωρώ ότι είναι ίσως μία από τις πιο κορυφαίες στιγμές του Παπαδιαμάντη. Σ’ αυτό το διήγημα συμβαίνει ό,τι δεν μπόρεσε να συμβεί με τη Φλανδρώ. Η αγάπη είναι βαθιά και φλογερή. Οι άνθρωποι σβήνουν ίσως, αλλά η φλόγα της αγάπης τους μένει. Γίνεται σημείο, όραμα, για όσους ήταν ‘‘καθαροί τον παλαιόν καιρόν και για τους αλαφροΐσκιωτους στα χρόνια μας΄΄. Έτσι γεννήθηκε μέσα μου η ιδέα να γράψω μουσική , μία μουσική συνομιλία ανάμεσα σ’ αυτά τα κείμενα. 

Τι μας μαθαίνει η παράσταση για την απώλεια, τον πόνο, τα δάκρυα που γίνονται θύελλα;

Μας μαθαίνει ότι όταν παραμένουμε γαντζωμένοι στα συναισθήματα μας, στην εικόνα μας, στο εγώ μας, όταν δεν φέρουμε μέσα μας μία άλλη, υπερβατική προοπτική, τότε μεταμορφωνόμαστε σε σκορπιούς που αργά ή γρήγορα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα δαγκώσουν και θα δηλητηριάσουν τον ίδιο τους τον εαυτό.  

Η Γωγώ Ξαγαρά στην άρπα και η Ήβη Παπαθανασίου στο τσέλο συμπράττουν στην ερμηνεία των κειμένων και στο τραγούδι. Με ποιον τρόπο αυτή η συνέργεια αναδεικνύει τη μαγεία του κόσμου του Παπαδιαμάντη; Τα τελευταία χρόνια πειραματίζεστε με τη σύνθεση μέσα από τη φόρμα του μουσικού θεάτρου.

Είμαι ειλικρινά ευγνώμων για την συνεργασία μου με την Γωγώ Ξαγαρά, την Ήβη Παπαθανασίου και τον Γιώργο Παλαμιώτη, γιατί πέραν του ότι είναι όλοι εξαιρετικοί μουσικοί, είναι και έτοιμοι να παίξουν, να ερμηνεύσουν, να πειραματιστούν, να εισχωρήσουν στο χώρο του θεάτρου, δοκιμάζοντας πράγματα που δεν είναι καθόλου δεδομένα για έναν μουσικό. ¨Όλοι μοιραζόμαστε το κείμενο, όλοι παίζουμε μουσική. Η μουσική οδηγεί τη δραματουργία στο μουσικό θέατρο όπως έλεγε ο μουσικός συνθέτης και ιδρυτής του σύγχρονου μουσικού θεάτρου στο Παρίσι, ο μοναδικός Γιώργος Απέργης, τον οποίον επίσης είχα την τύχη να γνωρίσω όσο ζούσα και δούλευα εκεί. Τα τελευταία χρόνια εκτός από την ταινία που έκανα, ασχολήθηκα πολύ με την φόρμα του μουσικού θεάτρου γιατί είναι αυτή μέσα από την οποία μπορώ να κάνω το θέατρο που με συγκινεί. Δεν μπορώ να κάνω θέατρο χωρίς μουσικό κίνητρο. Διαβάζω το κείμενο και ακούω μουσική. Και τρέχω και την γράφω. Το κίνητρο είναι η μουσική. Προϋπάρχει του λόγου. Όπως συμβαίνει και όταν διαβάζεις ένα δυνατό κείμενο, τα διηγήματα του Παπαδιαμάντη ας πούμε, νιώθεις ότι πριν διαβάσεις την πρώτη λέξη, η μουσική έχει αρχίσει ήδη μέσα σου. Κι ας μην την ακούς ακόμη. Είναι εκεί.

Την εποχή της πανδημίας ο κόσμος της τέχνης δέχτηκε σημαντικό πλήγμα λόγω των περιορισμών, των έκτακτων μέτρων, των κυβερνητικών αποφάσεων. Ποιες είναι οι δικές σας σκέψεις για το επόμενο διάστημα;

Η δική μου σκέψη είναι ότι θα συνεχίσω να κάνω αυτό που έκανα πάντα χωρίς να επηρεαστώ από αυτή την ιδιαίτερα σκληρή προς τους καλλιτέχνες κατάσταση.

Φυσικά με διαπερνούν ένα σωρό σκέψεις ως προς την φύση των περιορισμών, τον λόγο που αυτοί επιβάλλονται μ’ έναν, συχνά…ανεξήγητο τρόπο.

Πρόκειται απλά και μόνο για μία έγνοια του συστήματος να μας προστατέψει όλους;..

Είναι τελικά αποτελεσματική αυτή η προσέγγιση;

Και με ποιο κριτήριο τελικά αποφασίζεται το τι είναι καλό, τι έχει αληθινή ανάγκη το κοινό;

Η μουσική, το θέατρο , η τέχνη γενικότερα έχει αρχίσει να θεωρείται “πολυτέλεια”… Πόσο λάθος είναι μία τέτοια άποψη… Αν έχετε προσέξει ακόμη και άνθρωποι που είναι κατά των περιορισμών, μιλούν μόνο για διασκέδαση!.. Λες και δεν υπάρχει λόγος να υπάρχει τέχνη!.. Λες και δεν υπήρξε ποτέ λόγος! Αυτό είναι πολύ επικίνδυνο στ’ αλήθεια. Πιστεύω ότι τώρα περισσότερο από ποτέ οι καλλιτέχνες καλούνται να ανατρέψουν, να θεραπεύσουν αυτή την νέα πανδημία που πηγαίνει χέρι χέρι με τον Covid και που λέγεται “ψυχική και δημιουργική ξηρασία, πλήρης νευρικός αποσυντονισμός”.

INFO: 

Έως 30 Ιανουαρίου

Σάββατο: 21:15, Κυριακή: 20:30

Θέατρο Φούρνος, Μαυρομιχάλη 168, Αθήνα

 

Ετικέτες

Documento Newsletter